Τα στοιχεία που περιλαμβάνει το προσχέδιο του προϋπολογισμού δείχνουν ξεκάθαρα ότι η υπερκάλυψη του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα – παρά τη δραματική υστέρηση των εσόδων – «πληρώθηκε» ακριβά από εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες και επιχειρήσεις, σε βάρος των οποίων καταγράφονται τα πλεονάσματα των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης, αλλά και η υποεκτέλεση δαπανών σε άλλους κρίσιμους τομείς.
Του Κωνσταντίνου Μίχαλου*
Οι οργανισμοί κοινωνικής ασφάλισης, αντί για το προβλεπόμενο αρχικά πρωτογενές έλλειμα ύψους 938 εκατ. ευρώ, τελικά θα εμφανίσουν πρωτογενές πλεόνασμα 381 εκατ. ευρώ. Η απόκλιση αυτή, της τάξης των 1,2 εκατ. δισ. ευρώ, κρύβει πίσω της την καθυστέρηση της εκκαθάρισης 114.000 κύριων και 126.000 επικουρικών συντάξεων, καθώς και 62.000 εφάπαξ. Ο ΟΑΕΔ παρουσίασε πλεόνασμα 220 εκατ. ευρώ, γιατί από τα 580 εκατ. ευρώ που θα διέθετε για μετεκπαίδευση και απασχόληση ανέργων, κατάφερε να απορροφήσει μόνο τα 350 εκατ. ευρώ, στερώντας ευκαιρίες και στήριξη από χιλιάδες ανέργους του ιδιωτικού τομέα.
Ένα ακόμη – μόνιμο – θύμα του προϋπολογισμού είναι οι επιχειρήσεις που αναμένουν την αποπληρωμή οφειλόμενων ποσών από το Δημόσιο, αφού οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις προς ιδιώτες, μαζί με τις ληξιπρόθεσμες επιστροφές φόρων, υπερβαίνουν συνολικά τα 6 δισ. ευρώ. Επιπλέον, από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων είχαν διατεθεί τον περασμένο Σεπτέμβριο μόλις 1,6 δισ. ευρώ από το προβλεπόμενο κονδύλι των 6,75 δισ. ευρώ, σε μια περίοδο όπου τόσο η οικονομία και η αγορά, όσο και η κοινωνία έχει ανάγκη από οξυγόνο, με τη μοφή νέων έργων, επενδύσεων και θέσεων εργασίας.
Καλά είναι, λοιπόν, τα πρωτογενή πλεονάσματα και οι εξαγγελίες για διανομή κοινωνικού μερίσματος, ωστόσο καμία δημοσιονομική επίδοση και καμία κοινωνική πολιτική δεν μπορεί να είναι διατηρήσιμη, όταν στηρίζεται είτε στην αφαίμαξη των ίδιων φορολογούμενων, είτε στην ασυνέπεια και την αναποτελεσματικότητα του κράτους. Αν θέλουμε πλεονασματικούς προϋπολογισμούς και πόρους για την αποκατάσταση της κοινωνικής συνοχής, χρειαζόμαστε πρώτα από όλα ένα αξιόπιστο κράτος, το οποίο θα δημιουργεί συνθήκες για την αύξηση του εθνικού πλούτου, μέσω της ανάπτυξης.
*Ο Κωνσταντίνος Μίχαλος είναι πρόεδρος του ΕΒΕΑ και της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος