«Το 15% των συμβάσεων ορισμένου χρόνου στις επιχειρήσεις περιλαμβάνει εν λευκώ και προκαταβολικά την υπογραφή μιας δήλωσης παραίτησης, ειδικά των γυναικών εάν μείνουν έγκυες», αναφέρει σε σημερινό της άρθρο η εφημερίδα Λα Ρεπούμπλικα. Έρευνα της ιταλικής εφημερίδας αποκαλύπτει ότι στον εκβιασμό των εργοδοτών υπόκεινται κυρίως γυναίκες, οι οποίες αμέσως γνωστοποιήσουν ότι είναι έγκυες απολύονται.
Στην απόλυση δεν γίνεται καμία αναφορά στην κυοφορία: οι υπεύθυνοι προσωπικού βγάζουν από το συρτάρι την επιστολή παραίτησης που η εργαζόμενη αναγκάσθηκε να υπογράψει την στιγμή της πρόσληψης, με γενική αναφορά σε «προσωπικούς λόγους» και προσθέτουν την ημερομηνία κατά βούληση.
Η Ρεπούμπλικα αποκαλύπτει ότι τουλάχιστον 800.000 γυναίκες που γεννήθηκαν από το 1973 και μετά κατήγγειλαν στο Ιταλικό Στατιστικό Ινστιτούτο (Istat) ότι υποχρεώθηκαν να παραιτηθούν πριν από ή αμέσως μετά την ολοκλήρωση της εγκυμοσύνης τους. Μια άλλη αιτία συγκαλυμμένης απόλυσης είναι η πάροδος της πρώτης τριετίας απασχόλησης του εργαζόμενου, κατά την οποία -βάσει νόμου- τα ένσημα δεν βαραίνουν τον εργοδότη, αλλά το ιταλικό ίδρυμα κοινωνικών ασφαλίσεων.
Όπως υπογραμμίζουν συνδικάτα, στο 80% των περιπτώσεων η συγκεκριμένη –παράνομη– συμπεριφορά των επιχειρήσεων μένει σχεδόν πάντα ατιμώρητη. Τα θύματα της συμπεριφοράς αυτής είναι σε ποσοστό 40% άνδρες και 60% γυναίκες. Το μεγαλύτερο ιταλικό συνδικάτο -το Cgil- συμβουλεύει τους εργαζόμενους ορισμένου χρόνου που αναγκάζονται να υπογράψουν «προκαταβολική παραίτηση» να στέλνουν την ίδια ημέρα συστημένη επιστολή στην συνδικαλιστική οργάνωση τους καταγγέλλοντας το γεγονός.
Όταν η εργοδοσία καλεί τον ή την εν λόγω υπάλληλο για να ανακοινώσει την απόλυση βάσει της εκβιαστικής επιστολής που αναγκάσθηκε να υπογράψει, παρεμβαίνει το συνδικάτο με την αρχική καταγγελία και καταφέρνει συνήθως να την αποτρέψει.