Η αύξηση που παρουσιάζει το τελευταίο διάστημα ο γενικός δείκτης κύκλου εργασιών στη βιομηχανία, είναι σαφώς ένα ενθαρρυντικό σημάδι.
Του Κωνσταντίνου Μίχαλου*
Ωστόσο, τόσο τα μεγέθη όσο και η ανταγωνιστικότητα της εγχώριας παραγωγής βρίσκονται ακόμη σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα, σε σχέση με τις αναπτυξιακές ανάγκες της χώρας.
Όπως προκύπτει από την έρευνα που διεξήγαγαν από κοινού το Κέντρο Εξαγωγικών Ερευνών και Μελετών του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων και το Κέντρο Ερευνών και Μελετών του ΕΒΕΑ, ο κλάδος της μεταποίησης ακολουθεί φθίνουσα πορεία, όχι μόνο στο διάστημα της οικονομικής κρίσης, αλλά τα τελευταία 20 χρόνια. Είναι ενδεικτικό ότι την περίοδο 1995 – 2007 ο δείκτης βιομηχανικής παραγωγής σημείωσε μέσο ετήσιο ρυθμό μεταβολής μόλις 0,6%. Από το 2008, που ξεκίνησε η ύφεση μέχρι και το 2013, η βιομηχανική παραγωγή ουσιαστικά κατέρρευσε, με μέσο ετήσιο ρυθμό της τάξης του 6%. Σωρρευτικά, κατά την πενταετία αυτή, ο κλάδος συρρικνώθηκε κατά 30% και μόνο κατά τα έτη 2014 και 2015 σημειώθηκε μικρή αύξηση, κατά 1,8% και 1,9% αντίστοιχα. Σε επίπεδο εικοσαετίας, η βιομηχανική παραγωγή υποχώρησε κατά 19,5%.
Η αποσάρθρωση της παραγωγικής βάσης της χώρας αποτυπώθηκε στη δραστική μείωση των επενδύσεων, του αριθμού των μεταποιητικών επιχειρήσεων, αλλά και του αριθμού των απασχολούμενων. Το 2013 οι επενδύσεις είχαν διαμορφωθεί στα επίπεδα του 2015, μετά από διαδοχικές περιόδους ανόδου και κάμψης. Οι μεταποιητικές επιχειρήσεις ήταν λιγότερες από τις μισές σε σύγκριση με το 1995 – 2.845 έναντι 5.814 – ενώ είχαν χαθεί συνολικά 80.090 θέσεις εργασίας.
Από όλα τα παραπάνω επιβεβαιώνουν την ανάγκη για μια νέα βιομηχανική πολιτική, η οποία θα συνδυάζει κίνητρα για την προσέλκυση νέων επενδύσεων και τον εκσυγχρονισμό υφιστάμενων μονάδων, νέα στρατηγική για τη χρηματοδότηση των επενδύσεων, άρση αντικινήτρων και εμποδίων, πολιτικές για τη μείωση του κόστους της ενέργειας, για την ενθάρρυνση της καινοτομίας και της εξωστρέφειας, για τη στενότερη διασύνδεση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με την αγορά και την παραγωγή.
Μέσα από την υλοποίηση μιας νέας βιομηχανικής πολιτικής, με τις παραπάνω προδιαγραφές, μπορούμε να ελπίζουμε στη βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας, στην παραγωγή προϊόντων υψηλής ποιότητας και εξειδίκευσης σε ανταγωνιστικές τιμές, αλλά και στη δημιουργία νέων, πλήρους απασχόλησης και καλύτερα αμειβόμενων θέσεων εργασίας. Πρόκειται για μια προσπάθεια, η οποία θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό την δυνατότητα παραγωγικής ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας τα επόμενα χρόνια.
*Ο Κωνσταντίνος Μίχαλος είναι πρόεδρος του ΕΒΕΑ και της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος