Τα κλειδιά των ακινήτων, τα οποία αποκτήθηκαν ή είναι συνδεδεμένα με ενυπόθηκα «κόκκινα» δάνεια, θα μπορούν να παραδώσουν εθελοντικά στις τράπεζες όσοι δανειολήπτες βρίσκονται αντιμέτωποι με τον πλειστηριασμό, πετυχαίνοντας, ωστόσο, συγκριτικά καλύτερη διευθέτηση του υπόλοιπου της οφειλής ή και διαγραφή της.
Η συγκεκριμένη λύση (amicable solution), που, όπως σημειώνουν τραπεζικά στελέχη, εφαρμόζεται κατά κόρον στο εξωτερικό -σε χώρες όπως η Ισπανία ή η Ιρλανδία- θα δοκιμαστεί τους προσεχείς μήνες και στην Ελλάδα και συγκεκριμένα το τελευταίο τρίμηνο του 2017. Κι αυτό γιατί οι μεσομακροπρόθεσμες λύσεις, που προέκριναν μέχρι σήμερα οι τράπεζες, όπως η μη πληρωμή τόκων ή η παράταση της διάρκειας αποπληρωμής του δανείου, ρύθμισαν ένα ικανοποιητικό μέρος του «κόκκινου» χαρτοφυλακίου, χωρίς, ωστόσο, να εξαλείψουν το πρόβλημα. Σύμφωνα με εκτιμήσεις τραπεζιτών, άλλωστε, μόνο τους πρώτους έξι μήνες του έτους τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα «στόκαραν» περί τα 2,5 δισ. ευρώ νέα «κόκκινα» δάνεια, γεγονός, που απειλεί τους στόχους τους, έτσι όπως αυτοί έχουν τεθεί σε συνεργασία με τον SSM.
«Στο εξωτερικό οι συναινετικές λύσεις υπερέχουν των πλειστηριασμών. Οι τράπεζες, δηλαδή, προσεγγίζουν τους πελάτες, για τους οποίους ήδη έχει εκδοθεί διαταγή πληρωμής και τους προτείνουν την εθελοντική παράδοση ακινήτου», επισημαίνει στον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής υψηλόβαθμος τραπεζικός παράγοντας, προσθέτοντας πως η συγκεκριμένη λύση δεν μπορεί -τουλάχιστον για την ώρα- να εφαρμοστεί μαζικά στην Ελλάδα, αφού θα προκαλούσε κατάρρευση της ήδη ταλαιπωρημένης εγχώριας κτηματαγοράς.
«Οι χαμηλές εμπορικές αξίες των ακινήτων λόγω οικονομικής κρίσης και ανύπαρκτης αγοράς (μείωση 40%-70%) ορίζουν την τιμή εκκίνησης του πλειστηριασμού, στον οποίο πιθανόν να προβεί η τράπεζα. Με χαμηλή τιμή εκκίνησης και όχι πολύ υψηλότερη τιμή πλειστηριάσματος -λόγω γενικής ανέχειας- η τελική τιμή/αξία δεν θα καλύπτει την οφειλή, ώστε να εξοφληθεί αυτή, επομένως η τράπεζα θα ρευστοποιεί και άλλα περιουσιακά στοιχεία του δανειολήπτη (πιθανόν και όλη την ακίνητη περιουσία του εάν η αξία του δανείου και, επομένως, της οφειλής προς την τράπεζα είναι μεγάλη) έως την εξόφληση της οφειλής του.
Κατά συνέπεια, ο δανειολήπτης θα χάνει την περιουσία του σε πλειστηριασμούς σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, ενώ προσπάθησε μία ολόκληρη ζωή να την αποκτήσει», αναφέρει από την πλευρά της, η δικηγόρος, εξειδικευμένη σε τέτοια ζητήματα, κ. Ανδριάνα Ζαχαρίου.
Σύμφωνα με την ίδια, η λύση της εθελοντικής παράδοσης του ακινήτου θα είναι αποτελεσματική μόνο εάν η τράπεζα αναλαμβάνει τη δέσμευση ότι παύει να έχει περαιτέρω απαιτήσεις και δεν εξακολουθεί να αξιώνει από τον πιστούχο προσαυξημένο υπόλοιπο της οφειλής.
«Προς το παρόν, ο Κώδικας ρητά προτείνει τη διευθέτηση του υπόλοιπου της οφειλής από τις δύο πλευρές μετά την εθελοντική παράδοση του ακινήτου», καταλήγει.
«Οσοι δανειολήπτες επιλέξουν την επίμαχη λύση θα έχουν το κίνητρο να παραδώσουν άμεσα τα ακίνητά τους, κερδίζοντας από τη μείωση του δανεισμού τους, που θα ισούται με το ύψος της τρέχουσας εμπορικής αξίας του ενυπόθηκου ακινήτου, ενώ, ταυτόχρονα, δεν θα κινδυνεύσουν άλλα περιουσιακά τους στοιχεία, πιθανόν μικρότερης αξίας και λιγότερο σημαντικά για τις τράπεζες, αλλά σημαντικά για τους ίδιους», υπογραμμίζει με τη σειρά του, ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Μεσιτών Αστικών Συμβάσεων Ελλάδος (ΟΜΑΣΕ), κ. Δημήτρης Μπινιάρης.
Με βάση τον αναθεωρημένο ήδη από το 2016 Κώδικα Δεοντολογίας και έχοντας ελέγξει την πραγματική οικονομική δυνατότητα του δανειολήπτη, τα εισοδηματικά του κριτήρια, αλλά και τις δαπάνες διαβίωσής του, δύνανται να του προτείνουν βραχυπρόθεσμες (για παράδειγμα, η μη πληρωμή τόκων), μακροπρόθεσμες (παράταση διάρκειας αποπληρωμής) ή οριστικές λύσεις διευθέτησης του δανείου του.
Οριστική λύση, κατά τον Κώδικα, πέρα από την ολική διαγραφή ή το «κούρεμα», προτείνεται και η εκ μέρους της τράπεζας απόκτηση της κυριότητας ή νομής του ακινήτου, που αφορά στο δάνειο, είτε με εθελοντική παράδοση του δανειολήπτη είτε με παράδοση της κυριότητας του ακινήτου, αλλά μίσθωσής του από τον ιδιοκτήτη-δανειολήπτη (με leasing ή απλή) και αφορά σε οικιστικό ακίνητο και σε επαγγελματική στέγη. Προϋπόθεση είναι ο δανειολήπτης να είναι «συνεργάσιμος», να παρέχει, δηλαδή, στην τράπεζα όλες τις πληροφορίες σχετικά με τα εισοδήματα και τα περιουσιακά του στοιχεία και όχι «στρατηγικά κακοπληρωτής», ήτοι, να μην εξυπηρετεί το δάνειό του εφόσον δεν βρίσκεται σε οικονομική αδυναμία.
Η πρόταση σε δανειολήπτη με δάνειο ύψους 1.750.000 ευρώ
Μπορεί η λύση της εθελοντικής παράδοσης ακινήτου να μην έχει εφαρμοστεί επίσημα στην ελληνική αγορά, ανεπίσημα, ωστόσο, κάτι… κινείται. Σε δανειολήπτη, τα στοιχεία του οποίου βρίσκονται στη διάθεση του «Ε.Τ.» της Κυριακής και για προφανείς λόγους δεν δύνανται να αποκαλυφθούν, με δάνειο (leasing), ύψους 1.750.000 ευρώ και υπόλοιπο οφειλής 1.500.000 ευρώ, του προτάθηκε από την τράπεζα να παραδώσει το ακίνητο, το οποίο εκτιμήθηκε στην ως άνω αξία της οφειλής και για το υπόλοιπο (250.000 ευρώ) να του χορηγηθεί νέο δάνειο. Παράλληλα, θα είχε τη δυνατότητα παραμονής στο χώρο για ένα χρόνο, έως ότου, δηλαδή, ολοκληρωθεί η διαδικασία της μετακίνησης. «Για ακίνητα, τα οποία είναι απαραίτητα για τη συνέχιση λειτουργίας της επιχείρησης, οι τράπεζες προτείνουν τη μίσθωση του ακινήτου στον οφειλέτη μέχρι να βρεθεί άλλο ακίνητο και να ολοκληρωθεί η μετεγκατάσταση, υποσχόμενες (χωρίς καμία δέσμευση) ότι με τη λήξη της μίσθωσης θα εξετάσουν πιθανό νέο αίτημα του ενδιαφερόμενου οφειλέτη για παραμονή στο χώρο», αναφέρει σχετικά παράγοντας της αγοράς, με γνώση των διαδικασιών.