Παράνομη ενδέχεται να είναι, σύμφωνα με τις νομικές υπηρεσίες του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η υπογραφή συμφωνίας μόνο από τα μέλη της ευρωζώνης, αναφέρει δημοσίευμα του περιοδικού «Der Spiegel».
Σύμφωνα με το γερμανικό περιοδικό, η απόφαση των Βρυξελλών της περασμένης εβδομάδας, στην οποία συμφώνησαν τα 17 μέλη της ευρωζώνης και τα 9 μη μέλη για την προώθηση μιας βαθύτερης δημοσιονομικής ενοποίησης, προσκρούει σε ορισμένα θεσμικά και νομικά εμπόδια.
Βάσει του σκεπτικού των ευρωπαϊκών νομικών υπηρεσιών, το οποίο επικαλείται το δημοσίευμα, η ρύθμιση της λειτουργίας της νομισματικής ένωσης προβλέπεται αναλυτικά στη συνθήκη της Λισσαβόνας, επομένως οι αναθεωρήσεις αυτών των ρυθμίσεων θα πρέπει να γίνουν εντός του ίδιου νομικού πλαισίου και με διαδικασίες που απαιτούν ομοφωνία.
Το μόνο που μπορεί να γίνει με ασφάλεια, σύμφωνα με το περιοδικό, είναι μια «πολιτική δήλωση προθέσεων», η οποία όμως δεν έχει δεσμευτικό χαρακτήρα και μπορεί να ανακληθεί από μια επόμενη κυβέρνηση από αυτή που είχε αρχικά υπογράψει.
Πέραν τούτου, πολλές χώρες-μέλη της Ευρωζώνης ή και μη μέλη εξετάζουν αν το συνταγματικό τους πλαίσιο ή η πολιτική συγκυρία υπαγορεύουν τη διενέργεια δημοψηφίσματος.
Για την κυβέρνηση της Ιρλανδίας για παράδειγμα το θέμα είναι ασαφές και ο πρωθυπουργός της χώρας ζήτησε να συμβουλευτεί τον Γενικό Εισαγγελέα, πριν κάνει οποιαδήποτε δήλωση.
Στην Ολλανδία, ενώ κατά δήλωση του πρωθυπουργού Μ. Ρούττε δεν υπάρχει συνταγματική υποχρέωση για τη διενέργεια δημοψηφίσματος, το γεγονός ότι πρόκειται για μια κυβέρνηση μειοψηφίας και ότι στα ευρωπαϊκά θέματα χρειάζεται την υποστήριξη του Εργατικού κόμματος, δημιουργεί μια ατμόσφαιρα ασάφειας, ιδιαίτερα καθώς οι Πράσινοι και άλλα αριστερά κόμματα ζητούν δημοψήφισμα.
Στην Αυστρία επίσης, αξιωματούχοι της κυβέρνησης σημείωσαν πως η θέσπιση της δημοσιονομικής ένωσης απαιτεί δημοψήφισμα, ενώ ανάλογες τάσεις, υπέρ της διενέργειας δημοψηφίσματος, υπάρχουν σε πολλές χώρες μη μέλη της Ευρωζώνης.