Στις 6.643 ανέρχονται οι επιχειρήσεις ελληνικών συμφερόντων στη Ρουμανία με επενδεδυμένο κεφάλαιο 1,83 δισ. ευρώ, βάσει στοιχείων του Εμπορικού Μητρώου Εταιρειών (ONRC) μέχρι τις 28 Φεβρουαρίου 2017. Ως αποτέλεσμα, η Ελλάδα κατέχει την 7η θέση μεταξύ των ξένων επενδυτών και το 4,57% του συνολικού επενδεδυμένου κεφαλαίου στην Ρουμανία, όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
«Σύμφωνα με στοιχεία του Γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων Πρεσβείας Βουκουρεστίου και λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις δηλώσεις των κυριοτέρων επιχειρήσεων ελληνικών συμφερόντων στην Ρουμανία (TOP 60) καθώς και του γεγονότος ότι πολλές επιχειρήσεις ελληνικών συμφερόντων εισρέουν τα κεφάλαιά τους μέσω άλλων χωρών (Κύπρου, Ολλανδίας, Λουξεμβούργου), το ελληνικό επενδεδυμένο κεφάλαιο υπερβαίνει τα 4 δις. ευρώ με καταγεγραμμένες όμως επιχειρήσεις 6.643 και ενεργές περί τις 1.500» όπως αναφέρει ενημερωτικό έγγραφο της πρεσβείας μας στο Βουκουρέστι – Γραφείο Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων.
Διμερές Εμπόριο έτους 2016
Σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία του Εθνικού Ινστιτούτου Στατιστικής της Ρουμανίας (ΙΝS), ο όγκος του διμερούς εμπορίου Ελλάδας- Ρουμανίας συνεχίζει την ανοδική του πορεία, καθώς το 2016 ανήλθε σε 1,56 δισ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση κατά 7,93%, σε σχέση με το προηγούμενο έτος και ξεπερνώντας τα προ κρίσης επίπεδα. Οι ελληνικές εξαγωγές προς τη Ρουμανία παρουσίασαν αξιόλογη αύξηση της τάξεως του 9,13%, σε σχέση με το 2015 και ανήλθαν σε 791,2 εκατ. Ευρώ. Οι εισαγωγές προϊόντων από την Ρουμανία έφθασαν τα 768,35 εκατ. ευρώ, καταγράφοντας αύξηση κατά 6,73% έναντι του 2015.
Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ., ο όγκος του διμερούς εμπορίου ανήλθε σε 1,525,9 δισ. Ευρώ για το 2016 (1,559 δισ. ευρώ σύμφωνα με την ρουμανική Στατιστική Υπηρεσία), εκ των οποίων οι ελληνικές εξαγωγές ανήλθαν σε 762,3 εκατ. ευρώ με αύξηση 4,41%, ενώ οι ελληνικές εισαγωγές από την Ρουμανία ανήλθαν σε 763,6 εκατ. ευρώ με αύξηση 4,35% έναντι του 2015. Βάσει των στοιχείων της ΕΛ.ΣΤΑΤ., το εμπορικό ισοζύγιο ήταν ελαφρώς ελλειμματικό (-1,3 εκατ ευρώ). Ωστόσο, αν λάβουμε υπόψη μόνον τα αγαθά και όχι τα πετρελαιοειδή, το ισοζύγιο παραμένει θετικό για την χώρα μας και ανέρχεται σε 136,9 περίπου εκατ. ευρώ. Η διαφορά στατιστικών στοιχείων προκύπτει κυρίως λόγω του ότι στα παραστατικά που συνοδεύουν τα εμπορεύματα δεν αναφέρεται υποχρεωτικά η χώρα προορισμού (χώρες Ευρωπαϊκής Ένωσης).
Η αύξηση των ελληνικών εξαγωγών κατά +9,13% οφείλεται κυρίως στην αύξηση που κατέγραψαν οι ακόλουθες δασμολογικές κατηγορίες: ηλεκτρικές αντιστάσεις (με αξιοσημείωτη αύξηση +8.453%), υποδήματα (+105,2%) συσκευές κλιματισμού (+85,58%), μείγματα και τεχνουργήματα από ορυκτές ύλες (55,25%) , παιχνίδια (+36,32%), στ), βερίκοκα, κεράσια, ροδάκινα’ (+34,16%), μπανάνες (+32,79%), σωλήνες από χαλκό (+28,95%), εσπεριδοειδή (28,08%) και πολυμερή στυρολίου (+17,34%).
Επισημαίνεται η σημαντική αύξηση των εξαγωγών μας σε προϊόντα κατηγορίας υποδήματα κατά 105,2% και σε παιχνίδια (+36,32%), «δικαιολογείται, μεταξύ άλλων, από την ύπαρξη ελληνικών συμφερόντων δικτύων στη Ρουμανία αλλά και από την καλή ποιότητα που χαρακτηρίζει τα ελληνικά προϊόντα» όπως σημειώνεται στο σχετικό ενημερωτικό έγγραφο της πρεσβείας μας. Σχεδόν όλα τα ελληνικά φρούτα και λαχανικά παρουσίασαν θετική εξέλιξη κατά το 2016, γεγονός που επιβεβαιώνει την ύπαρξη περιθωρίου περαιτέρω ενίσχυσης των εξαγωγών μας στη ρουμανική αγορά.
Σημειώνεται ακόμη ότι αν και οι ρουμάνοι εισαγωγείς αγοράζουν κυρίως τα φρούτα τους στους αγρούς στην Ελλάδα προς επίτευξη ανταγωνιστικότερης τιμής και ότι η κεντρική λαχαναγορά της χώρας ελέγχεται από επιχειρήσεις τουρκικών συμφερόντων, υπάρχουν δυνατότητες αύξησης των εξαγωγών μας, ιδίως σε νέα φρούτα, όπως φράουλες, ακτινίδια, κεράσια κ.λ.π.
Η αύξηση των ρουμανικών εξαγωγών προς την Ελλάδα κατά +6,73% οφείλεται κυρίως στην αύξηση που κατέγραψαν τα προϊόντα της κατηγορίας απορρίμματα και θραύσματα σιδήρου (+198%) ενώ οι εξαγωγές πετρελαίου/πετρελαιοειδών της δασμολογικής κατηγορίας “λάδια ακατέργαστα από πετρέλαιο ή από ασφαλτούχα ορυκτά (ακατέργαστο πετρέλαιο)”, παρουσίασαν μείωση κατά 10,55% το 2016, σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
Οι εισαγωγές προϊόντων από την κατηγορία αυτή, αν και κατέχουν υψηλό ποσοστό στο σύνολο των ρουμανικών εξαγωγών προς Ελλάδα, ήτοι 18,97%, αποτελούν ευκαιριακό γεγονός. Αξιόλογη αύξηση κατέγραψαν και τα προϊόντα των ακόλουθων κατηγοριών: αντιστάσεις ηλεκτρικές (+2895%), κριθάρι (933%), ηλεκτρικές συσκευές για την ενσύρματη τηλεφωνία (+147%) καθώς και τα επιβατικά αυτοκίνητα κατά 75%.
Αντίθετα, παραδοσιακοί κλάδοι της Ρουμανίας, όπως τυριά (-5,46%), γάλα (- 28,47%) και ηλιέλαια (-23,54%), κατέγραψαν μείωση των εξαγωγών τους προς την χώρα μας. Οι ελληνικές εισαγωγές προελεύσεως Ρουμανίας είναι κυρίως συγκεντρωμένες σε 4 κατηγορίες προϊόντων (56,03% του συνόλου) και ιδιαίτερα στην κατηγορία των προϊόντων πετρελαίου της δασμολογικής κατηγορίας «λάδια ακατέργαστα από πετρέλαιο ή από ασφαλτούχα ορυκτά (ακατέργαστο πετρέλαιο)», που παρότι μειώθηκαν κατά – 10% περίπου, εν τούτοις αντιπροσωπεύουν ακόμη το 17,5% των συνολικών εισαγωγών προελεύσεως Ρουμανίας (ευκαιριακό φαινόμενο).
Άλλες κατηγορίες με σημαντικό μερίδιο επί του συνόλου είναι τα μέταλλα (17,2% του συνόλου), τα ηλεκτρικά μηχανήματα (11,53%) και προϊόντα ζωικής προέλευσης (9,8%). Αξιοσημείωτο δε είναι ότι οι δέκα πρώτες δασμολογικές κατηγορίες, οι οποίες αναφέρονται σε προϊόντα ενέργειας, μέταλλα, προϊόντα ζωικού και φυτικού βασιλείου, ηλεκτρικά μηχανήματα, τρόφιμα, ξυλεία, προϊόντα χάρτου και χημικά καταλαμβάνουν το συντριπτικό ποσοστό των ρουμανικών εξαγωγών και ανέρχονται αθροιστικά στο 86,73% του συνόλου των ρουμανικών εξαγωγών, οι οποίες επικεντρώνονται ουσιαστικά σε μικρό αριθμό κατηγοριών. Αντιθέτως, οι ελληνικές εξαγωγές παρουσιάζουν έντονη διαφοροποίηση.
«Η μείωση του συντελεστή ΦΠΑ από 24% σε 9% για τα τρόφιμα εν γένει και συνεπώς και για τα φρούτα – λαχανικά που εφαρμόστηκε από 1.6.2015 στη Ρουμανία, φαίνεται ότι θα οδηγήσει σε περαιτέρω αύξηση των εξαγωγών μας σε φρούτα – λαχανικά και τρόφιμα και κατά το α΄ εξάμηνο του 2017. Ως γνωστόν, η Ρουμανία αποτελεί την πρώτη αγορά παγκοσμίως για τα φρέσκα φρούτα και λαχανικά με τις ελληνικές εξαγωγές να ανέρχονται σε 186.000 τόνους» όπως σημειώνεται στο σχετικό έγγραφο.