Οι αποφάσεις της πρόσφατης Συνόδου Κορυφής και η σημασία τους για την Ελλάδα και την Ευρωζώνη, εξακολουθούν να βρίσκονται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος στην Αυστρία και ενδεικτικές είναι οι αποτιμήσεις που κάνουν σε συνεντεύξεις τους, αφενός η υπουργός Οικονομικών της Αυστρίας Μαρία Φέκτερ, τονίζοντας πως αυτές βοηθούν την Ελλάδα να βγει από την παγίδα του χρέους και αφετέρου ο υπουργός Οικονομίας Ράινχολντ Μίτερλενερ, επισημαίνοντας ότι υπήρξαν απόλυτα απαραίτητες για την Ευρωζώνη, ενώ από τις διαφορετικότερες σκοπιές τις αξιολογεί ο αυστριακός Τύπος.

Στη συνέντευξή της, στην ευρείας κυκλοφορίας εφημερίδα “‘Εστεραιχ”, η κα Φέκτερ σημειώνει πως πέρα από τη σημασία για την Ελλάδα, με τις αποφάσεις καθορίζονται σαφείς κανόνες στην Ευρωπαϊκή Ενωση για έναν καλύτερο συντονισμό της οικονομικής πολιτικής, αλλά και τη συνταγματική κατοχύρωση της μείωσης του χρέους από τις χώρες – μέλη της ΕΕ. Η Αυστριακή υπουργός Οικονομικών διευκρινίζει πως η Ευρώπη δεν βιώνει μια κρίση της Ευρωζώνης, αλλά μια ελληνική κρίση που εξελίχθηκε σε επικίνδυνη κρίση χρέους για ολόκληρη την Ευρώπη και η οποία μπορεί να μην έχει αντιμετωπιστεί πλήρως, υπάρχουν, όμως, τώρα οι σωστές λύσεις.

Ως προς την αρχική δική της αντίθεση στη διαγραφή ελληνικού χρέους, αναφέρει πως απέρριπτε κατηγορηματικά το ενδεχόμενο να επιβαρυνθούν οι Αυστριακοί φορολογούμενοι από ενδεχόμενο κούρεμα του ελληνικού χρέους, προσθέτοντας ότι επέμενε στο να ανταποκριθούν πρώτα οι Έλληνες στις υποχρεώσεις τους, δηλαδή στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, προτού αποφασιστεί η διαγραφή χρέους. Δηλώνει συγχρόνως αισιόδοξη ως προς μια ανάκαμψη, καθώς, κατά την άποψή της, όλες οι ενδείξεις συνηγορούν στο ότι αποκαθίσταται πλέον η εμπιστοσύνη των αγορών στην Ευρωζώνη.

Στη δική του συνέντευξη στη δημόσια Αυστριακή Τηλεόραση, ο Αυστριακός υπουργός Οικονομίας Ράινχολντ Μίτερλενερ, εκφράζοντας την ικανοποίησή του για τις αποφάσεις της πρόσφατης Συνόδου Κορυφής, τις χαρακτήρισε απολύτως απαραίτητες, καθώς, όπως σημείωσε, αν δεν είχαν ληφθεί αυτές οι αποφάσεις, οι συνέπειες θα ήταν καταστροφικές για την Ευρωζώνη. Ο ίδιος παρατήρησε πως δεν έχουν λυθεί όλα τα προβλήματα, έγιναν ωστόσο σημαντικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση, ενώ αναφέρθηκε συγχρόνως στον κίνδυνο μετάδοσης της κρίσης σε άλλες χώρες και στις αρνητικές επιπτώσεις που θα είχε η τραπεζική κρίση στην οικονομία.

Παραπέμποντας σε λάθη του παρελθόντος και στο ότι, κατά τη γνώμη του, η Ελλάδα ζούσε επί χρόνια πέρα από τις δυνατότητές της και οι δαπάνες της ξεπερνούσαν τα έσοδά της, ο κ. Μίτερλενερ επισήμανε πως τώρα υπάρχει μια “λογική προοπτική” για τους Έλληνες και πως με τη διαγραφή χρέους είναι πεπεισμένος πως θα επιστρέψει το θετικό κλίμα στην Ελλάδα και οι πολίτες της θα αρχίσουν να εργάζονται για την ανάκαμψη της οικονομίας, διαφορετικά υπάρχει ο κίνδυνος η ΕΕ να εξελιχθεί σε ένωση μεταφοράς κεφαλαίων.

Ο Αυστριακός υπουργός Οικονομίας έκανε λόγο και για τις προσπάθειες που γίνονται για να βοηθηθεί η πραγματική οικονομία της Ελλάδας, υπογραμμίζοντας πως το θέμα αυτό συζήτησε και με τον Έλληνα υπουργό Ανάπτυξης Μιχάλη Χρυσοχοίδη, κατά την πρόσφατη επίσκεψή του, πριν δύο εβδομάδες, στη Βιέννη.

Τελείως διαφορετική είναι η εκτίμηση που γίνεται από τον αρχηγό του μεγαλύτερου κόμματος της αυστριακής αντιπολίτευσης, του ακροδεξιού Κόμματος των Ελευθέρων Χαίντς-Κρίστιαν Στράχε, σε συνέντευξή του, επίσης στην εφημερίδα “Εστεραιχ”, ο οποίος καταγγέλλει τον Αυστριακό καγκελάριο Βέρνερ Φάιμαν για προδοσία εθνικών συμφερόντων της Αυστρίας, γιατί συμφώνησε στη διαγραφή χρέους για την Ελλάδα, τη στιγμή που η Αυστρία έχει ανάγκη τα χρήματα, ενώ επαναλαμβάνει τη θέση του για διαίρεση της Ευρωζώνης σε δύο ζώνες κοινού νομίσματος, μία με το “Ευρώ του Βορρά”, που θα αποτελεί σκληρό νόμισμα, και μία με το “Ευρώ του Νότου”, στην οποία θα ανήκουν χώρες όπως η Ελλάδα, η Ισπανία, η Ιταλία και η Πορτογαλία.

Στην ίδια εφημερίδα δημοσιεύονται τα αποτελέσματα δημοσκόπησης, σύμφωνα με την οποία το 62% των Αυστριακών φέρεται να απορρίπτουν την απόφαση της Συνόδου Κορυφής για αύξηση των εγγυήσεων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας σε ένα δισεκατομμύριο Ευρώ, ενώ το 65% αποδοκιμάζει το “κούρεμα” του ελληνικού χρέους.