Ευρωπαϊκούς πόρους ύψους 350 -400 εκατ. ευρώ εκτιμά πως θα εξασφαλίσει το υπουργείο Εργασίας για την υποστήριξη των ανέργων τα επόμενα χρόνια, όπως γνωστοποίησε η αναπληρώτρια υπουργός Εργασίας, Ράνια Αντωνοπούλου, μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό του Αθηναϊκού Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων «Πρακτορείο 104,9 fm».
«Έχουμε κάνει έναν εξορθολογισμό, ώστε οι πόροι που έχουμε εξασφαλίσει να μπορέσουν να φτάσουν μέχρι το 2020-2021, αλλά μόλις έχει γίνει μία ανακατανομή των ευρωπαϊκών πόρων και η Ελλάδα πήρε 927 εκατ., σχεδόν 1 δισ. ευρώ. Εξαυτών ένα μεγάλο μερίδιο πηγαίνει στα υποστηρικτικά προγράμματα των ανέργων. Άρα θα έχουμε και μία ενίσχυση παραπάνω», είπε η κ. Αντωνοπούλου, διευκρινίζοντας ότι θα γίνει κατανομή του συνολικού ποσού σε περιφερειακά και τομεακά προγράμματα.
«Το 50% θα πάει στα τομεακά -μέσα σε αυτό είναι και η υποστήριξη των ανέργων- και το υπόλοιπο 50% περίπου θα πάει στις περιφέρειες, για διάφορες δράσεις, συμπεριλαμβανομένων και δράσεων για την υποστήριξη των ανέργων σε περιφερειακό επίπεδο. Όσον αφορά το δικό μας υπουργείο, παρότι δεν έχουμε καταλήξει στα οριστικά νούμερα πιστεύω ότι περίπου 350-400 εκατ. ευρώ θα είναι για την υποστήριξη των ανέργων», είπε.
Σχετικά με τα προγράμματα υποστήριξης των ανέργων που «τρέχουν» ήδη η κ. Αντωνοπούλου διευκρίνισε ότι «αυτή τη στιγμή έχει εξελιχθεί το πρόγραμμα στους 17 δήμους, που είναι οι θύλακες υψηλής ανεργίας, έχουν ανακοινωθεί προσωρινοί πίνακες και είμαστε σχεδόν έτοιμοι να βγάλουμε και τους οριστικούς για τους επόμενους 34 πιο ευπαθείς δήμους και μέσα στον Δεκέμβριο θα έχει βγει η πρόσκληση και για τους υπόλοιπους δήμους, που αναφερόμαστε σε προσλήψεις 27.000 ανθρώπων, ενώ οι πόροι έχουν εξασφαλιστεί και από τον κρατικό προϋπολογισμό και από το ΕΣΠΑ».
Η αν. Υπουργός εξέφρασε αισιοδοξία ότι η διαπραγμάτευση με τους θεσμούς για τα εργασιακά θα έχει επιτυχή κατάληξη. «Είμαι σίγουρη ότι θα καταλήξουμε σύντομα σε μία συμφωνία», ανέφερε, διευκρινίζοντας ότι «όσον αφορά το δικό μου χαρτοφυλάκιο, έχουμε προχωρήσει, έχουμε κλείσει».
Σε ό,τι αφορά το επίμαχο ζήτημα των ομαδικών απολύσεων σημείωσε ότι «τα επιχειρήματα βρίσκονται στο τραπέζι, καθώς δε βρισκόμαστε σε ένα επίπεδο το οποίο διαφέρει από τον μέσο όρο της Ευρώπης». Παράλληλα, επισήμανε την ανάγκη η διαπραγμάτευση να μην περιοριστεί στα ποσοστά των ομαδικών απολύσεων.
«Τα ποσοστά των ομαδικών απολύσεων αφορούν πάρα πολύ μικρό αριθμό επιχειρήσεων ούτως ή άλλως- όμως είναι θέμα αρχής- και το πιο σημαντικό είναι τι κάνει κανείς, όταν μία επιχείρηση καταλήγει τελικά σε μία αναδιάρθρωση και είτε γιατί πουλάει ένα τμήμα της επιχείρησης, είτε γιατί το κλείνει, είτε γιατί δεν έχει ρευστότητα, πρέπει οπωσδήποτε να μειώσει το προσωπικό της, τι δράσεις μπορούμε να αναλάβουμε εμείς, για να μπορέσουμε να υποστηρίξουμε αυτούς που απειλούνται από ανεργία, πριν περάσουν στην ανεργία», σημείωσε.