Tο σημαντικό ρόλο που πρέπει να συνεχίζει να διαδραματίζει ο επιμελητηριακός θεσμός στη διαμόρφωση της οικονομικής πολιτικής της χώρας, επεσήμανε η διοικητική επιτροπή της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων στη συνάντηση που είχε με τον πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκο Μητσοτάκη.
Ζήτησαν τη συμβολή της ΝΔ για την αναβάθμιση του ρόλου των επιμελητήριων και ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδας Κωνσταντίνος Μίχαλος παρέδωσε υπόμνημα με τις θέσεις και τις προτάσεις της επιμελητηριακής κοινότητας για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, στο πλαίσιο των επαφών που πραγματοποιούνται με αφορμή της 81η Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης.
Ο κ. Μίχαλος, κατά τη διάρκεια της συνάντησης τόνισε ότι έπειτα από οκτώ χρόνια ύφεσης, τρία διαδοχικά μνημόνια και τρεις διαφορετικές εκλεγμένες κυβερνήσεις, αποτελούμενες από διαφορετικά κόμματα και πρόσωπα, θα έπρεπε να έχει καταδειχτεί το προφανές, ότι εύκολες και ευχάριστες λύσεις δεν υπάρχουν.
«Η χώρα μας έχει ακόμα πολύ δρόμο να διανύσει προκειμένου να επανέλθει στην κανονικότητα, να ανακτήσει την εθνική της κυριαρχία και να μπει στο δρόμο της ανάπτυξης. Και προκειμένου να συμβεί αυτό, η Ελλάδα χρειάζεται εθνικό σχέδιο, σύνεση, συναίνεση και συνεργασία» τόνισε ο ίδιος.
Η ελληνική οικονομία μπορεί να επιστρέψει σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, μόνο αν εφαρμοστούν συγκεκριμένα μέτρα και μεταρρυθμίσεις, όπως σημειώνει η ΚΕΕΕ.
Ο κ. Μητσοτάκης, όπως αναφέρει ανακοίνωση της ένωσης, παρουσίασε τους βασικούς πυλώνες του σχεδιασμού του για τη μείωση της φορολογίας τόσο των επιχειρήσεων όσο και των φυσικών προσώπων και την προώθηση μεγάλων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Επεσήμανε δε ότι οι προτάσεις της ΚΕΕ θα αξιοποιηθούν ώστε να μπορέσει η ελληνική οικονομία να γίνει και πάλι ανταγωνιστική, να ενεργοποιηθούν ιδιωτικά κεφάλαια για τη δημιουργία επενδύσεων και να λυθεί το πρόβλημα της ανεργίας.
Επίσης, επεσήμανε ότι στη ΔΕΘ θα προβάλει μια σοβαρή, λογική και εφικτή εναλλακτική πρόταση που θα δώσει προοπτική εξόδου από την κρίση και λύσεις διεξόδου για την οικονομία και την κοινωνία. H πρόταση αυτή θα είναι απολύτως κοστολογημένη και θα συνοδεύεται από ισοδύναμες περικοπές δαπανών, ώστε να μη διαταραχθούν τα δημοσιονομικά μεγέθη.