Οι μεγαλύτερες αναδυόμενες οικονομίες διεθνώς ανακοίνωσαν χθες στην Ουάσινγκτον ότι προτίθενται να παράσχουν έμμεση υποστήριξη, μέσω των διεθνών χρηματοπιστωτικών οργανισμών, για να αντιμετωπιστούν οι «παρούσες προκλήσεις» για την παγκόσμια οικονομία, ειδικά οι κρίσεις χρέους σε χώρες της ευρωζώνης.
Οι υπουργοί Οικονομικών και οι κεντρικοί τραπεζίτες της Βραζιλίας, της Ρωσίας, της Ινδίας, της Κίνας και της Νότιας Αφρικής –των χωρών που αποτελούν τη λεγόμενη ομάδα BRICS– συναντήθηκαν στην Ουάσινγκτον πριν από τις ετήσιες συνόδους της Παγκόσμιας Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
«Οι BRICS είναι διατεθειμένες να εξετάσουν, εάν είναι αναγκαίο, την παροχή υποστήριξης διαμέσου του ΔΝΤ ή άλλων διεθνών χρηματοπιστωτικών οργανισμών ώστε να αντιμετωπιστούν οι παρούσες προκλήσεις για την παγκόσμια χρηματοοικονομική σταθερότητα, αναλόγως των ιδιαίτερων συνθηκών σε κάθε χώρα», ανέφεραν σε κοινό ανακοινωθέν τους.
Από το 2010 το ΔΝΤ συμμετέχει στον δανεισμό υπερχρεωμένων κρατών-μελών της ευρωζώνης–της Ελλάδας, της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας.
Σε συνέντευξη Τύπου οι εκπρόσωποι της ομάδας BRICS δεν θέλησαν να σχολιάσουν άλλα πιθανά μέτρα, όπως οι αγορές ομολόγων κυβερνήσεων που αντιμετωπίζουν προβλήματα.
Η ΕΕ αποτελεί σήμερα το «επίκεντρο της κρίσης» και οι ηγέτες της πρέπει να «δράσουν με ταχύτητα» ώστε «να βρουν λύσεις» για να αντιμετωπιστεί, είπε ο υπουργός Οικονομικών της Βραζιλίας Γκίντο Μάντεγκα.
Ο Μάντεγκα επικαλέστηκε τον «κίνδυνο» να υπάρξουν επιπλοκές για τις αναδυόμενες χώρες σε περίπτωση επιδείνωσης της κρίσης. «Εάν δεν επιλυθεί σήμερα το πρόβλημα της Ελλάδας, θα πληγούν και οι άλλες οικονομίες», προέβλεψε.
Οι πέντε χώρες, καθεμιά εκ των οποίων έχει ηγετική θέση στην περιφέρεια όπου βρίσκεται, αποκτούν ταχύτατα οικονομική ισχύ όχι μόνο λόγω του μεγέθους τους αλλά και του ρυθμού της ανάπτυξής τους μετά την οικονομική κρίση του 2008. Οι –αναθεωρημένες αυτή την εβδομάδα– προβλέψεις του ΔΝΤ κάνουν λόγο για ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 3,4% στη Νότια Αφρική, 3,8% στη Βραζιλία, 4,3% στη Ρωσία, 7,8% στην Ινδία και 9,5% στην Κίνα.
Αντίθετα το ΔΝΤ αναθεώρησε προς τα κάτω τις προβλέψεις για την ανάπτυξη στις Ηνωμένες Πολιτείες, από το 2,5% στο 1,5%, και στην ΕΕ, κάνοντας λόγο περί ανάπτυξης 1,6% εφέτος και 1,1% το 2012.
Οι αξιωματούχοι των πέντε χωρών σημείωσαν ότι η συμβολή τους, όπως και «άλλων αναδυόμενων οικονομιών, στην παγκόσμια ανάπτυξη αυξάνεται και θα αυξηθεί περαιτέρω».
Ωστόσο ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Ινδίας Νταβάρι Σαμπαράο επισήμανε ότι σε χώρες όπως είναι η Ινδία θα υπάρξουν προβλήματα και εντάσεις εάν κληθούν να παράσχουν στήριξη μέσω του ΔΝΤ σε οικονομίες που αντιμετωπίζουν προβλήματα, ειδικά πλουσιότερες χώρες στην Ευρώπη, αντί να αντιμετωπίσουν τα δικά τους προβλήματα, εάν δεν μειώσουν τη φτώχεια.
Ο ρώσος εκπρόσωπος, ο υφυπουργός Οικονομικών Σεργκέι Στρότσακ, από την πλευρά του αρνήθηκε να μιλήσει περί «βοήθειας» στην ευρωζώνη, κάνοντας λόγο περί «συνεργασίας».
«Το άμεσο πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε είναι να επανέλθει σε τροχιά η ανάπτυξη στις αναπτυγμένες χώρες», ανέφερε το κοινό ανακοινωθέν των BRICS, που επαίνεσε τις πρόσφατες κινήσεις για την μείωση του ελλείμματος στον προϋπολογισμό των ΗΠΑ και την απόφαση της ευρωζώνης να καταστήσει πιο ευέλικτο τον μηχανισμό αποκατάστασης της χρηματοοικονομικής σταθερότητας.
«Είναι κρίσιμο οι ανεπτυγμένες οικονομίες να υιοθετήσουν υπεύθυνες μακροοικονομικές και οικονομικές πολιτικές, να αποφύγουν την δημιουργία υπερβολικής παγκόσμιας ρευστότητας και να προχωρήσουν σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για να αυξήσουν την ανάπτυξη, να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας και να μειώσουν τις ανισορροπίες», ανέφερε το ανακοινωθέν.
Οι BRICS εξέφρασαν ανησυχία για το γεγονός ότι οι συνθήκες «υπερβολικής ρευστότητας» που δημιουργούν οι κεντρικές τράπεζες στις ανεπτυγμένες οικονομίες για να δώσουν ώθηση στην ανάπτυξη –το ότι το βασικό επιτόκιο της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας (FED) παραμένει σχεδόν μηδενικό από το 2008, π.χ.– διαχέονται στις αναδυόμενες αγορές, «καθιστώντας υπερβολικά ευμετάβλητες τις ροές κεφαλαίων και τις τιμές των εμπορευμάτων».
Τόνισαν πάντως ότι θα τονώσουν την εγχώρια ζήτηση μέσω διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων ώστε να συμβάλλουν να υπάρξει «ισχυρή ανάπτυξη» και ν’ αντιμετωπιστεί η κρίση.
Οι υπουργοί Οικονομικών της Ομάδας των 20 (G20) δείπνησαν στην Ουάσινγκτον και συζήτησαν για την κρίση στην ευρωζώνη αλλά δεν επρόκειτο να εκδώσουν κάποιο ανακοινωθέν, κάτι που σύμφωνα με αναλυτές ίσως «απογοητεύσει» τις αγορές.