Σε ιδιαίτερα υψηλούς τόνους κυμαίνονται οι αντιδράσεις της ιταλικής αντιπολίτευσης, αλλά και της ένωσης βιομηχάνων, Confindustria, στην απόφαση του οίκου αξιολόγησης Standard & Poor’s να υποβαθμίσει την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας.
Ο γραμματέας του κεντροαριστερού «Δημοκρατικού Κόμματος», Πιερλουίτζι Μπερσάνι, τονίζει ότι «Ο Μπερλουσκόνι πρέπει να αδειάσει την γωνιά. Αν υπάρχει κάποιος ιθύνοντας με αίσθημα ευθύνης και με καλή θέληση, μέσα στην κεντροδεξιά συμπολίτευση, ήλθε η ώρα να κάνει αισθητή την παρουσία του, διότι δεν έχουμε άλλο χρόνο για να βγούμε από το έλος στο οποίο βρισκόμαστε».
Ο δε επικεφαλής του κεντρώου κόμματος Udc, Πιερφερντινάντο Καζίνι, προσθέτει ότι «μέσα στο κυνήγι αυτό με στόχο να βρεθεί ένας κάποιος υπαίτιος, ελπίζουμε να μην κατηγορηθούν οι οίκοι αξιολόγησης, διότι το πρόβλημα δεν εστιάζεται εκεί. Το πρόβλημα είναι δικό μας και αφορά τη διεθνή αξιοπιστία της κυβέρνησής μας».
Παράλληλα, ο Νίκι Βέντολα, περιφερειάρχης της ευρύτερης περιοχής του Μπάρι και γραμματέας του κόμματος «Αριστερά και Ελευθερία», δηλώνει ότι «η δεξιά οδήγησε την χώρα στο χείλος του γκρεμού. Για το λόγο αυτό, η σελίδα αυτή πρέπει να γυρίσει άμεσα».
Η δε πρόεδρος της ένωσης Βιομηχάνων Confindustria, Έμμα Μαρτσεγκάλια, χωρίς διπλωματικές περιστροφές, τονίζει: «είμαστε μια σοβαρή χώρα, που έχει βαρεθεί να γίνεται ο περίγελος όλων των ξένων. Έχουμε βαρεθεί, όταν πάμε στο εξωτερικό, για να παρουσιάσουμε τα εμπορεύματά μας, να μας αντιμετωπίζουν με ειρωνικό χαμόγελο. Είμαστε σοβαροί και θέλουμε να μας κρίνουν για τα όσα παράγουμε».
Σχολιάζοντας, τέλος, την υποβάθμιση στην οποία προχώρησε ο οίκος Standard & Poor’s, ο εκπρόσωπος του μπερλουσκονικού «Οίκου της Ελευθερίας» στη βουλή, Φαμπρίτσιο Τσικίτο, υπογράμμισε ότι «η εκτίμηση του συγκεκριμένου οίκου αξιολόγησης είναι περισσότερο πολιτικού, παρά οικονομικού χαρακτήρα και στο πεδίο αυτό μετρούν πολύ οι εξτρεμιστικοί τόνοι που επιβάλλονται από μέρος των δικαστικών που μετέχουν στην δημόσια ζωή και από την αριστερά».
Ο αμερικανικός οίκος, από την μεριά του, απάντησε, όμως , ότι «οι εκτιμήσεις του βασίζονται σε μια αναλυτική και ανεξάρτητη εκτίμηση των οικονομικών και φορολογικών προοπτικών της Ιταλίας, είναι απολιτικού χαρακτήρα και αφορούν την προοπτική κινδύνου που μπορεί να αντιμετωπίσουν οι επενδυτές».