Παρά τις εξαιρέσεις και τα σλόγκαν εντυπωσιασμού, οι αποδόσεις των προθεσμιακών καταθέσεων παραμένουν σαφώς χαμηλότερες από τον πληθωρισμό και αναμένεται να μειωθούν περαιτέρω – Μεγάλη «ψαλίδα» επιτοκίων από τράπεζα σε τράπεζα.

Πόσο είναι τελικά το ύψος των επιτοκίων που προσφέρουν οι τράπεζες στους πελάτες τους για τις προθεσμιακές καταθέσεις; Και το ερώτημα αυτό τίθεται καθώς δεν είναι λίγοι εκείνοι που διαβάζουν στον οικονομικό Τύπο για μεγάλα νούμερα, αλλά όταν επισκέπτονται τα γκισέ των τραπεζών διαπιστώνουν συχνά ότι όσα διάβασαν είχαν μια δόση υπερβολής…

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή:

Πρώτον, όταν κάποιοι μιλάνε για επιτόκια του 5% και του 6%, αναφέρονται σε πολύ μεγάλα ποσά καταθέσεων και όχι στην πλειονότητα των προθεσμιακών καταθετών, δηλαδή αυτών που διαθέτουν κεφάλαια από 80.000 έως 400.000 ευρώ.

Δεύτερον, αναφέρονται σε επιμέρους επιτόκια που προσφέρονται από μικρές τράπεζες και για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Αν, για παράδειγμα, την προηγούμενη εβδομάδα ήθελε κάποιος να καταθέσει ένα ποσό 200.000 ευρώ για 12 μήνες, άλλη τράπεζα θα του πρόσφερε 2,80%, άλλη 3,70%, άλλη 4,20% και ενδεχομένως κάποια μικρότερη ένα μεγαλύτερο νούμερο.

Τρίτον, λόγω του ότι οι προσδοκίες για τα επιτόκια είναι πτωτικές, τα επιτόκια για τρίμηνη και εξάμηνη δέσμευση είναι συνήθως υψηλότερα από αυτά της δωδεκάμηνης. Έτσι, οι τράπεζες, για λόγους marketing, όταν ερωτώνται τι επιτόκια προσφέρουν, τείνουν να αναφέρονται -δημιουργώντας και τις ανάλογες εντυπώσεις- σε εκείνα που είναι για 3 και 6 μήνες και όχι για 12 μήνες.

Τέταρτον, επίσης για λόγους marketing, οι τράπεζες, σε περιπτώσεις 12μηνων κλιμακωτών καταθέσεων, αναφέρονται συχνά στο επιτόκιο του τελευταίου μήνα και όχι στη μέση απόδοση που θα καρπωθεί ο πελάτης σε ένα δωδεκάμηνο.

Τι σημαίνουν όλα αυτά;

Πρώτον, ότι τα επιτόκια καταθέσεων δεν είναι σε καμία περίπτωση τόσο υψηλά όσο λέγονται. Και δεύτερον, ότι επειδή υπάρχουν σημαντικές διαφορές αποδόσεων από τράπεζα σε τράπεζα και από περίοδο σε περίοδο, οι πελάτες θα πρέπει πριν αποφασίσουν να κάνουν «μια γύρα», τουλάχιστον στα καταστήματα της γειτονιάς τους.

«Είναι υψηλά και πρέπει να πέσουν»

Ένα άλλο ερώτημα είναι αν τελικά πρέπει να θεωρούνται υψηλά τα επιτόκια (αυτά του 2,8% – 4,2% για 12 μήνες, ενώ θα πρέπει από τους τόκους να αφαιρεθεί και η κρατική φορολογία 10%) που δίνουν οι τράπεζες και τα οποία μάλιστα λέγεται ότι θα μειωθούν μέσα στο επόμενο τρίμηνο – εξάμηνο.

Με μια πρώτη ματιά θα μπορούσε να πει κάποιος πως κάθε άλλο παρά υψηλά είναι. Με το ζόρι μάλιστα -και αυτό σε ορισμένες μόνο τράπεζες και για μεγάλα ποσά- καλύπτουν τον πληθωρισμό. Η πλειονότητα δηλαδή των καταθετών βλέπει την πραγματική αξία των αποταμιεύσεών της να μειώνεται, ακόμη και σε περιβάλλον «υψηλών επιτοκίων» με βάση τον οικονομικό Τύπο, που «θα πρέπει να μειωθούν», σύμφωνα τουλάχιστον με τον διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος κ. Γιώργο Προβόπουλο…

Καθένας από τη σκοπιά του…

Οι τραπεζικοί παράγοντες έχουν κάθε λόγο να θέλουν τα επιτόκια καταθέσεων να μειωθούν. Από «τεχνικής πλευράς», μάλιστα, ισχυρίζονται ότι όταν το επιτόκιο στην ευρωπαϊκή διατραπεζική αγορά βρίσκεται σε τόσο χαμηλά επίπεδα, δεν δικαιολογούνται μεγάλα επιτόκια από τις ελληνικές τράπεζες.

Σε κάθε περίπτωση, με την υποχώρηση των επιτοκίων καταθέσεων, θα διευρύνει κι άλλο τα καθαρά επιτοκιακά περιθώρια των τραπεζών, γιατί είναι ιδιαίτερα αμφίβολο αν θα δούμε μέσα στο επόμενο εξάμηνο τα επιτόκια χορηγήσεων να πέφτουν.

Το αντίθετο μάλιστα φοβούνται παράγοντες της αγοράς, καθώς όποιο δάνειο λήγει αντικαθίσταται με άλλο σαφώς ακριβότερο (με υψηλότερο spread). Με αυξημένα λοιπόν επιτοκιακά περιθώρια, οι τράπεζες θα έχουν έναν ακόμη σύμμαχο, ή ένα ακόμη «μαξιλάρι ασφαλείας» αν θέλετε, για να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις από τις αυξημένες επισφάλειες που θα επιφέρει η ύφεση στην πραγματική ελληνική οικονομία.

Από την άλλη πλευρά, όμως, οι καταθέτες θα βρεθούν σε επιτόκια που δεν θα τους εξασφαλίζουν καν το επίπεδο του πληθωρισμού. Και όλα αυτά σε ένα περιβάλλον:

Α. Αυξημένων φόρων και πτωτικών τιμών για τα ακίνητα.
Β. Έντονης αβεβαιότητας στα κρατικά ομόλογα της χώρας.
Γ. Βαθιάς οικονομικής ύφεσης που δεν θα αφήσει ανεπηρέαστα τα αποτελέσματα των εισηγμένων εταιριών στο Χρηματιστήριο της Αθήνας.

Το μόνο βέβαιο είναι ότι οι Έλληνες επενδυτές πλήττονται πανταχόθεν και πως αν επιθυμούν αποδόσεις ανώτερες του πληθωρισμού θα πρέπει να αναλάβουν και αντίστοιχα υψηλό κίνδυνο…

Τι «παίζει» με την Κύπρο

Η πτωτική πορεία των επιτοκίων στην Ελλάδα θα επηρεάσει αναμφίβολα και την κυπριακή οικονομία αλλά και τις εισηγμένες τράπεζες της Μεγαλονήσου (Κύπρου, Maftin-Λαϊκή, Ελληνική), οι οποίες άλλωστε πέρασαν και αυτές με επιτυχία τα ευρωπαϊκά stress tests.

Η θετική επίδραση δεν θα προέλθει μόνο εκ του ότι ένα σημαντικό κομμάτι των εργασιών τους βρίσκεται στην Ελλάδα, αλλά και επειδή η ελληνική και η κυπριακή τραπεζική αγορά λειτουργούν με τη λογική των συγκοινωνούντων δοχείων!

Όπως λοιπόν στην Κύπρο φοβούνταν ιδιαίτερα τις παρενέργειες από την κατάσταση στην ελληνική οικονομία, έτσι τώρα ευελπιστούν ότι μια πτώση των επιτοκίων στην Ελλάδα θα επηρεάσει πτωτικά και τα επιτόκια στο νησί της Αφροδίτης.

Τι θα σημάνει αυτό; Αντίστοιχη υποχώρηση στα επιτόκια χορηγήσεων των τραπεζών και τόνωση στη ζήτηση. Υποχώρηση κατά 1% στα επιτόκια καταθέσεων θα σημάνει για νοικοκυριά και επιχειρήσεις εξοικονόμηση τόκων που αντιστοιχεί γύρω στο 1% του ΑΕΠ!

Καθόλου άσχημα…
Πηγή: euro2day.gr