Περαιτέρω διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις είναι αναγκαίες για να βοηθηθεί ο επιχειρηματικός τομέας να ενισχύσει την αύξηση της παραγωγικότητας και να ξεπεράσει τα βασικά προβλήματα των υποτονικών επενδύσεων στις αναπτυγμένες οικονομίες και της υπερβάλλουσας παραγωγικής δυναμικότητας στις αναδυόμενες οικονομίες, σημειώνει ο ΟΟΣΑ σε έκθεσή του που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα.
Η έκθεση (OECD Business and Finance Outlook 2016) αναφέρει ότι η αύξηση της συνολικής παραγωγικότητας είναι ανεπαρκής μετά την κρίση και ότι το περιβάλλον των χαμηλών επιτοκίων δεν μπόρεσε να βοηθήσει ουσιαστικά για να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα αυτό. Οι εταιρείες που δαπανούν περισσότερα χρήματα για έρευνα και ανάπτυξη, που χρηματοδοτούνται περισσότερο με την έκδοση μετοχών παρά χρέους, που έχουν διαθέσιμη ρευστότητα και που εμπλέκονται σε περισσότερες δραστηριότητες εξαγορών και συγχωνεύσεων, έχουν καλύτερες επιδόσεις, ενώ οι άλλες μένουν πίσω, μη μπορώντας να αναπτύξουν νέα προϊόντα ή να προσαρμοσθούν γρήγορα στο μεταβαλλόμενο περιβάλλον, σημειώνει η έκθεση.
«Εάν θέλουμε να κινηθούμε σε μία πορεία ισχυρότερης και πιο βιώσιμης ανάπτυξης, χρειαζόμαστε καλύτερα συντονισμένες πολιτικές που θα ενώνουν τα κομμάτια του κατακερματισμένου κόσμου μας με έναν πιο αρμονικό τρόπο», δήλωσε ο Γενικός Γραμματέας του ΟΟΣΑ, ‘Ανχελ Γκουρία, παρουσιάζοντας την έκθεση στο Παρίσι. «Δράσεις διαρθρωτικής πολιτικής θα είναι καθοριστικές για να βελτιωθούν τα κίνητρα έρευνας και τεχνολογίας των εταιρειών, να αρθεί η τάση κατά της χρηματοδότησης των εταιρειών με έκδοση μετοχών και να εξαλειφθούν τα εμπόδια για την ένταξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στα δίκτυα ηλεκτρικού ρεύματος», πρόσθεσε ο Γκουρία.
Οι υπεύθυνοι για την άσκηση πολιτικής πρέπει να στηρίξουν καλύτερα την έρευνα και ανάπτυξη των εταιρειών, καθώς αυτή είναι ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες για την αύξηση της παραγωγικότητας. Τα δημοσιονομικά κίνητρα πρέπει να είναι πιο έξυπνα και να κατευθύνονται σε συγκεκριμένα εμπόδια ή συνέργειες για να διευκολυνθεί το επιθυμητό επίπεδο επενδύσεων στην έρευνα και ανάπτυξη. Οι φορολογικές πολιτικές πρέπει να σταματήσουν να ευνοούν τη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων με την έκδοση χρέους αντί μετοχών. Οι κυβερνήσεις θα πρέπει, επίσης, να προωθήσουν το άνοιγμα των αγορών, περιλαμβανομένου του ελέγχου των επιχειρήσεων – τόσο μεταξύ των χωρών όσο και στο εσωτερικό τους, αναφέρει η έκθεση.