Μία από τις δυσκολότερες περιόδους στην ιστορία του διέρχεται ο κλάδος του κοσμήματος στη χώρα μας, τόσο σε επίπεδο παραγωγής όσο και εμπορίας, καθώς η ύφεση πλήττει την κατανάλωση και θέτει πολλές επιχειρήσεις εκτός αγοράς.
Όπως δηλώνει στην «Καθημερινή» ο πρόεδρος του Συνδέσμου Βιοτεχνών Αργυροχρυσοχόων κ. Ν. Βέργαδος, οι χονδρικές πωλήσεις για τη φετινή τουριστική περίοδο που σταδιακά φθάνει στο τέλος της παρουσίασαν πτώση έως και 50% συγκριτικά με πέρυσι, καθώς οι περισσότεροι έμποροι, ακόμη και σε εξαιρετικά τουριστικούς προορισμούς όπως η Μύκονος και η Σαντορίνη, επέλεξαν να καλύψουν τις ανάγκες τους με ό,τι απόθεμα διέθεταν από προηγούμενες σεζόν, κάνοντας τις ελάχιστες αναγκαίες αγορές. «Αποτέλεσμα αυτής της πραγματικότητας αποτελεί ο μαρασμός της ελληνικής βιοτεχνίας αργυροχρυσοχοΐας», επισημαίνει ο κ. Βέργαδος, προσθέτοντας ότι η επιβάρυνση των κοσμημάτων με επιπλέον φόρο πολυτελείας 10% δεν βοήθησε την κατάσταση, όπως και η σχεδιαζόμενη συγχώνευση του Ελληνικού Κέντρου Αργυροχρυσοχοΐας με το Ελληνικό Κέντρο Δέρματος και την Αργυλομάζα Α.Ε.
Για τεράστια καθίζηση στην αγορά κάνει λόγο από την πλευρά του ο κ. Κώστας Καίσαρης, ιδιοκτήτης της ομώνυμης αλυσίδας κοσμηματοπωλείων. «Πλέον οι αγορές κοσμημάτων έχουν περιοριστεί στην κάλυψη των απολύτως αναγκαίων παραδοσιακών αναγκών, όπως οι γάμοι και οι βαπτίσεις», επισημαίνει ο ίδιος, σημειώνοντας ότι η μεσαία τάξη έχει εκλείψει από την αγορά, ενώ και όσοι διαθέτουν μεγάλη οικονομική επιφάνεια προτιμούν να κάνουν άλλου είδους επενδυτικές τοποθετήσεις. Ο ίδιος προσθέτει ότι μόνο οι αγορές επώνυμων ρολογιών παρουσιάζουν σταθερότητα, αλλά ενέχουν μικρό περιθώριο κέρδους για τους εμπόρους.
Σε ό,τι αφορά τη συμβολή των τουριστών, ο ίδιος διαπιστώνει ότι υπάρχει μια μικρή κινητικότητα από επισκέπτες που προέρχονται από χώρες εκτός της Ε.Ε., καθώς δύνανται να λαμβάνουν την επιστροφή ΦΠΑ κατά την αναχώρησή τους, σε αντίθεση με τους Ευρωπαίους επισκέπτες, για τη μεγάλη πλειονότητα των οποίων οι αγορές στη χώρα μας αποδεικνύονται πολύ ακριβές.