«Τα προϊόντα μεταποίησης και οι πρώτες ύλες, παρά την κρίση, και ίσως λόγω της κρίσης, συνεχίζουν να επεκτείνονται με 3,6% κατά μέσο όρο ετησίως από το 2009 και μέχρι το 2014, (εξαιρουμένων των πετρελαιοειδών)». Αυτό σημειώνεται στο εβδομαδιαίο δελτίο του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών με τίτλο: «Εξαγωγές προστιθέμενης αξίας η μόνη διέξοδος!».
Στο δελτίο, που δημοσιοποιήθηκε σήμερα, υπογραμμίζεται ότι η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε μία πορεία μετεξέλιξης προς ένα περισσότερο εξωστρεφές παραγωγικό πρότυπο, «χωρίς ωστόσο ο ρυθμός μετασχηματισμού και η μετάβαση σε μεγαλύτερη πολυπλοκότητα της παραγωγικής βάσης να επιταχύνονται ιδιαιτέρως».
«Βεβαίως – συνεχίζει το δελτίο – είναι δύσκολο να εξαχθούν συμπεράσματα μιας και τα τελευταία χρόνια, η αναζήτηση ενός νέου, πιο εξωστρεφούς, παραγωγικού προτύπου συνέπεσε με τη μεγαλύτερη ύφεση που υπέστη η χώρα στην μεταπολεμική της ιστορία, πέρα από την τεράστια απώλεια εμπιστοσύνης στις αναπτυξιακές της προοπτικές που έχει υφεσιακές επιπτώσεις. Η μόνη ρεαλιστική προσέγγιση, για το μέλλον της χώρας εντός της κανονικότητας της Ευρωζώνης, είναι η εφαρμογή του προγράμματος προσαρμογής και η έξοδος στις αγορές όσο το δυνατόν ταχύτερα. Με δημοσιονομική πειθαρχία και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για μια πιο ανταγωνιστική οικονομία, η χώρα είναι καταδικασμένη να επιτύχει».
Όπως αναφέρεται, η μείωση της εσωτερικής ζήτησης τα τελευταία χρόνια έχουν συμβάλει στην μεγαλύτερη εξωστρέφεια του παραγωγικού προτύπου της χώρας. «Αποτελέσματα που θα ήσαν ακόμη θεαματικότερα εάν είχαμε καταφέρει να περιορίσουμε το κόστος της ενέργειας στην παραγωγική διαδικασία, το μη μισθολογικό κόστος των επιχειρήσεων και τα αντικίνητρα στην επιχειρηματικότητα και να βελτιώσουμε το τεχνολογικό επίπεδο των ελληνικών εξαγωγών που δεν έχει ακόμα την έκταση και δυναμική που απαιτείται ώστε να αναβαθμιστεί αισθητά το καλάθι προϊόντων που εξάγει η χώρα. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, οι εξαγωγές αγαθών (χωρίς καύσιμα) παραμένουν σε χαμηλό σχετικά επίπεδο σε σχέση με τις άλλες χώρες στον ευρωπαϊκό νότο, έχοντας αυξηθεί ως ποσοστό του ΑΕΠ με ηπιότερους σχετικά ρυθμούς, κάτω, βεβαίως, από ένα δυσμενέστερο οικονομικό περιβάλλον. Αυτό ήταν αποτέλεσμα της απώλειας εμπιστοσύνης, της χρηματοδοτικής ασφυξίας και της αβεβαιότητας ως προς τις αναπτυξιακές προοπτικές της οικονομίας, που έφερε η προσαρμογή κάτω από συνθήκες ολιγωρίας, καθυστερήσεων και περιορισμένης «ιδιοκτησίας» των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων».
Συμπερασματικά, η οικονομία βρίσκεται σε πορεία εξωστρεφούς μετασχηματισμού έχοντας, σε κάποιο βαθμό, αυτονομηθεί από το πολιτικό περιβάλλον, η οποία θα αποδώσει ακόμη πιο σημαντικά αποτελέσματα εφόσον οι επιχειρήσεις και η πολιτεία στρέψουν τις δυνάμεις τους στην ενσωμάτωση υψηλότερης τεχνολογικής αξίας στα παραγόμενα αγαθά ώστε να δώσουμε στην ελληνική μεταποίηση και τα ελληνικά ποιοτικά προϊόντα την αναγκαία ώθηση για να γίνουν οι πρεσβευτές μιας δυναμικής ελληνικής εξαγωγικής οικονομίας στην διεθνή αγορά.
Πώς θα γίνει ο μετασχηματισμός της ελληνικής οικονομίας προς ένα εξωστρεφές παραγωγικό πρότυπο
Στο τελευταίο κεφάλαιο του δελτίου του ΣΕΒ γίνεται αναφορά στο μοντέλο μετασχηματισμού της οικονομίας με βάση συγκεκριμένες έρευνες. Αναλυτικότερα, αναφέρεται πως ότι ήδη παράγει η χώρα είναι αυτό που καθορίζει και τι δυνατότητες παραγωγής νέων προϊόντων έχει. Ερευνητές του Harvard και MIT ήδη από το 2011 έχουν αναπτύξει μια μεθοδολογία που επιτρέπει σε μια χώρα να εντοπίσει τις παραγωγικές δυνατότητες που έχει και ποιες γραμμές παραγωγής είναι εφικτές και χρήσιμες να αναζητήσει ως επόμενο βήμα στην πορεία δημιουργίας ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος και ευημερίας.
Η χρήση του εργαλείου αυτού δείχνει για την Ελλάδα ότι πρέπει να είναι προτεραιότητα η προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων σε κάθε κλάδο που αναπτύσσει δεξιότητες και που μπορεί να συνεισφέρει στην ενίσχυση των εξαγωγών και των αναπτυξιακών δυνατοτήτων της χώρας. Η ανάπτυξη μονάδων μεταποίησης γύρω από τον διαμετακομιστικό άξονα ΟΛΠ – ΤΡΑΙΝΟΣΕ αποτελεί ενδεικτικό παράδειγμα.
Παράλληλα αναφέρεται πως θα πρέπει να διατηρηθεί και να ενισχυθεί η υφιστάμενη ανταγωνιστική παραγωγική βάση που εμπλουτίζει σε κρίσιμα σημεία τον χάρτη παραγωγής της χώρας, ο οποίος αποτελεί εφαλτήριο για την ανάταξη της παραγωγικής βάσης της χώρας και την παραγωγή πιο σύνθετων, διεθνώς ανταγωνιστικών προϊόντων.
Αυτό που έχει μεγάλη σημασία για την Ελλάδα είναι ότι ειδικά η κλωστοϋφαντουργία, τα μέταλλα, υλικά όπως το τσιμέντο, και τα πλαστικά, χημικά, καλλυντικά και φάρμακα καταλαμβάνουν, μαζί με τη βιομηχανία και παραγωγή τροφίμων, σημαντικές θέσεις στο κέντρο του χώρου που βρίσκονται «διασυνδεδεμένα» αγαθά – δηλαδή αγαθά που η παραγωγή τους συνδέεται με την παραγωγή άλλων σημαντικών αγαθών με την έννοια ότι η παραγωγή τους ενισχύει την ικανότητα της χώρας να παράξει στη συνέχεια και άλλα αγαθά.
Η ανάγνωση αυτή έχει σημασία γιατί μια οικονομία μπορεί να αναπτύξει πιο εύκολα δεξιότητες που σχετίζονται με δεξιότητες που ήδη υπάρχουν. Όμως τονίζεται σε αυτό το σημείο ότι τα προϊόντα που στελεχώνουν την καρδιά του παραγωγικού ιστού, περιλαμβάνουν πολλούς κλάδους εντάσεως ενεργείας που πλήττονται ιδιαίτερα από την υψηλή τιμή ενέργειας για βιομηχανική χρήση στη χώρα μας.