Τις συνθήκες ανταγωνισμού στην Ελλάδα ανέλυσε σε ομιλία του ο Πρόεδρος του ΕΒΕΑ, Κώστας Μίχαλος, ο οποίος τόνισε ότι «η απελευθέρωση των αγορών αγαθών και υπηρεσιών μπορεί να αυξήσει το ΑΕΠ της Ελλάδας κατά 13%», ενώ ζήτησε να ενισχυθεί με συγκεκριμένα μέτρα η επιτροπή Ανταγωνισμού.
Πιο αναλυτικά, είπε:
«Είναι γνωστό ότι ο υγιής ανταγωνισμός αποτελεί θεμελιώδη πυλώνα και μοχλό ανάπτυξης κάθε οικονομίας, που στηρίζεται στην ελεύθερη αγορά. Είναι το στοιχείο που δίνει ώθηση στην επιχειρηματική αριστεία, στη δημιουργικότητα, στην καινοτομία και στις επενδύσεις. Ενώ ταυτόχρονα παράγει όφελος για την κοινωνία, προσφέροντας στους καταναλωτές τη δυνατότητα της επιλογής ανάμεσα σε ανταγωνιστικά προϊόντα και υπηρεσίες.
Για να λειτουργήσει αυτή η διαδικασία ομαλά, αλλά και αποτελεσματικά, χρειάζεται να πληρούνται δύο αναγκαίες προϋποθέσεις:
Η πρώτη, είναι η θέσπιση και η εφαρμογή κανόνων, που διασφαλίζουν ίσους όρους ανταγωνισμού και αποτρέπουν αθέμιτες πρακτικές.
Η δεύτερη, είναι η δημιουργία συνθηκών που επιτρέπουν την ανάπτυξη του ανταγωνισμού, χωρίς τεχνητά εμπόδια και στρεβλώσεις.
Ακριβώς στα δύο αυτά σημεία, εντοπίζεται ο ρόλος του κράτους και η έννοια της πολιτικής ανταγωνισμού. Μιας πολιτικής, η οποία διαμορφώνεται σήμερα σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με βασικούς πυλώνες:
• Την αποτροπή καταχρήσεων και συμφωνιών για τον περιορισμό του ανταγωνισμού
• Την απελευθέρωση της αγοράς και την εισαγωγή νέου ανταγωνισμού σε μονοπωλιακούς κλάδους
• Τον έλεγχο των κρατικών ενισχύσεων, καθώς και των εξαγορών και συγχωνεύσεων μεταξύ επιχειρήσεων.
Για το πώς εφαρμόζεται στην πράξη αυτή η πολιτική στην Ελλάδα, επιτρέψετε μου να κάνω ορισμένες παρατηρήσεις.
Κατ’ αρχήν, όσον αφορά την Επιτροπή Ανταγωνισμού: Το ΕΒΕΑ, εδώ και χρόνια, ζητά την ουσιαστική αναβάθμιση της Επιτροπής, τόσο σε θεσμικό όσο και σε λειτουργικό επίπεδο. Από αυτή την άποψη, θεωρούμε απαραίτητες τις τροποποιήσεις που έγιναν στο νέο θεσμικό πλαίσιο, όσον αφορά τη θωράκιση της ανεξαρτησίας της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Δυστυχώς, χρειάστηκε να παρέμβει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, για να μην εφαρμοστούν οι αρχικές προτάσεις, οι οποίες έθεταν ουσιαστικά το έργο μιας Ανεξάρτητης Αρχής υπό τον έλεγχο του εκάστοτε υπουργού.
Η ανεξαρτησία όμως, δεν είναι το μόνο ζητούμενο. Θα πρέπει να συμβαδίζει με την αποτελεσματικότητα, τη διαφάνεια και τη λογοδοσία. Ειδικά μάλιστα τη στιγμή που αυξάνονται τόσο οι εποπτικές όσο και οι κατασταλτικές αρμοδιότητες.
Για το λόγο αυτό, πιστεύουμε ότι είναι καθήκον της Πολιτείας, να ενισχύσει το θεσμικό πλαίσιο της Επιτροπής Ανταγωνισμού:
• Με σαφείς κανόνες και δικλείδες όσον αφορά τη λήψη αποφάσεων, ώστε να αποτρέπεται κάθε πιθανότητα προχειρότητας και αυθαιρεσίας.
• Με τη θεσμοθέτηση διαδικασιών διαβούλευσης με τους φορείς της αγοράς. Ώστε να εμπεδωθεί η διαφάνεια και να καλλιεργηθεί κλίμα εμπιστοσύνης.
• Τέλος, με την αξιολόγηση του έργου της Επιτροπής, από ειδική κοινοβουλευτική επιτροπή η οποία θα συνεπικουρείται από ειδικούς στο αντικείμενο επιστήμονες. Η αξιολόγηση θα πρέπει να γίνεται με βάση συγκεκριμένα κριτήρια, ώστε να τεκμηριώνεται η αναγκαιότητα, η καταλληλότητα και η αποτελεσματικότητα των παρεμβάσεων.
Μόνο έτσι θα μπορέσει η Επιτροπή Ανταγωνισμού να λειτουργήσει πραγματικά ως σύμμαχος της επιχειρηματικότητας, της ανάπτυξης και του καταναλωτή.
Το κυριότερο όμως πρόβλημα στη χώρα μας, δεν είναι οι κανόνες του ανταγωνισμού. Είναι ότι σε πολλούς και κρίσιμους κλάδους της οικονομίας μας…
• είτε δεν υπάρχει καθόλου ανταγωνισμός
• είτε καταργείται στην πράξη, εξαιτίας των στρεβλώσεων, των εμποδίων και των περιορισμών που θέτει το ίδιο το κράτος.
Τα παραδείγματα είναι δυστυχώς άπειρα. Η απελευθέρωση των αγορών στην ενέργεια, συζητιέται εδώ και χρόνια, χωρίς να ολοκληρώνεται. Στις εμπορευματικές μεταφορές, είδαμε όλοι μια παρωδία μεταρρύθμισης πριν από λίγους μήνες. Το ίδιο συνέβη και με την περιβόητη απελευθέρωση των κλειστών επαγγελμάτων.
Οι περιορισμοί στραγγαλίζουν τον ανταγωνισμό στην παρασκευή και διάθεση άρτου, στη λειτουργία των πρατηρίων υγρών καυσίμων, στον ελλιμενισμό κρουαζιερόπλοιων και σε πολλές άλλες αγορές.
Και βεβαίως, την ίδια στιγμή, το κράτος εξακολουθεί να συντηρεί ζημιογόνες και αναποτελεσματικές ΔΕΚΟ, σε βάρος του ανταγωνισμού και κυρίως των φορολογούμενων πολιτών.
Διανύουμε μια εποχή όπου η χώρα μας διψά για ανάπτυξη. Και η ανάπτυξη μπορεί να έρθει μόνο μέσα από την καινοτομία και τις επενδύσεις που γεννά ο ανταγωνισμός. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΙΟΒΕ, η απελευθέρωση των αγορών αγαθών και υπηρεσιών μπορεί να αυξήσει το ΑΕΠ της Ελλάδας κατά 13%.
Δυστυχώς, η σημερινή κυβέρνηση, όπως και όλες οι κυβερνήσεις που προηγήθηκαν, αποδεικνύεται άτολμη και αδύναμη να κινηθεί αποφασιστικά προς αυτή την κατεύθυνση. Αντί να ανοίξει τις αγορές στον ανταγωνισμό, καταργώντας περιορισμούς και εμπόδια εισόδου, εξακολουθεί να κάνει ένα βήμα μπροστά και δύο πίσω. Εξακολουθεί να προστατεύει τα προνόμια μερικών κλειστών συντεχνιών.
Αυτή η τακτική, που έβλαψε και βλάπτει τη χώρα, πρέπει να σταματήσει. Ας τολμήσουν επιτέλους κυβέρνηση και κόμματα, να αντιμετωπίσουν ριζικά τις στρεβλώσεις και τις παθογένειες της ελληνικής οικονομίας, με γνώμονα το συμφέρον των πολλών και όχι των ολίγων. Από τη διεύρυνση και την ενίσχυση του ανταγωνισμού, κερδισμένη θα βγει όχι μόνο η αγορά, αλλά και η χώρα και οι πολίτες. Ας το καταλάβουν όσο είναι ακόμα καιρός».