Ο γενικός διευθυντής του ΔΝΤ, Ντομινίκ Στρος Καν, βεβαίωσε σήμερα ότι η διεθνής οικονομική κοινότητα έχει ανάγκη νομισμάτων πιο σταθερών, για να έχει ευμάρεια.
Γενικώς, ο γενικός διευθυντής του ΔΝΤ τόνισε ότι στηρίζει τη γαλλική πρωτοβουλία (η Γαλλία προεδρεύει φέτος του G20), για να επέλθουν σταθερότερες συναλλαγματικές ισοτιμίες. «Προκειμένου να έχουν ευμάρεια τα έθνη, τα νομίσματα που κυκλοφορούν απ’ άκρου σ’ άκρο του πλανήτη δεν θα πρέπει να είναι πολύ μεταβλητά, το εξωτερικό νομισματικό πλαίσιο θα πρέπει να έχει μεγαλύτερη σταθερότητα».
Ο αξιωματούχος τόνισε επίσης ότι το ΔΝΤ εργάζεται σε πολλές κατευθύνσεις, για μεγαλύτερη νομισματική σταθερότητα. Δηλαδή και συντονίζει τις οικονομικές, νομισματικές πολιτικές των κρατών μελών του και εποπτεύει τη ροή κεφαλαίων διεθνώς και βεβαιώνει κυβερνήσεις ότι θα βοηθηθούν, εάν τα οικονομικά δεν πάνε καλά.
Εκτίμησε τέλος ότι, κυλώντας ο χρόνος, το ΔΝΤ ίσως να μπορέσει να εργαστεί ακόμα αποτελεσματικότερα στην κατεύθυνση της νομισματικής σταθερότητας, αυξανόμενου παντοιοτρόπως του ρόλου των «Ειδικών δικαιωμάτων άντλησης κεφαλαίων» κάθε μέλους του, στο πλαίσιο του συστήματος που τέθηκε πρώτη φορά σε ισχύ το 1969.
Το ΔΝΤ έχει 24μελές ΔΣ και ασχολήθηκε με αυτά ακριβώς τα ζητήματα και ειδικά με τα «Ειδικά δικαιώματα άντλησης κεφαλαίων» την 28η Ιανουαρίου, σύμφωνα με τα δημοσιευθέντα σήμερα πρακτικά αυτής της συνεδρίασης.
Οι θέσεις του Όλι Ρεν
«Σε καλό δρόμο είναι η ανάκαμψη στην ΕΕ» έκρινε σήμερα από το Ελσίνκι όπου βρίσκεται ο Επίτροπος για τις νομισματικές υποθέσεις, Ολι Ρεν, που συνάρτησε πάντως τις εξελίξεις αυτές με «τυχόν άμεση αναταραχή στις χρηματοπιστωτικές αγορές». «Υπάρχει μία αμφισημία, η πραγματική οικονομία στην ΕΕ κάνει πλέον αληθινή πρόοδο όμως, από την άλλη, ελλοχεύουν πάντοτε αναταραχές στις χρηματοπιστωτικές αγορές».
Ταυτόχρονα, ο κ. Ρεν κάλεσε ευθέως για «συστημικές μεταρρυθμίσεις στον ευρωπαϊκό χώρο, ώστε αυτές ακριβώς οι αναταραχές να μην παρεμποδίσουν την ευρωπαϊκή ανάπτυξη, ιδίως την απασχόληση και την παραγωγικότητα».
Το φινλανδικό δημόσιο έλλειμμα – σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ – είναι κατώτερο του 2%, φέτος, και πιθανώς θα είναι κατώτερο και του 1% το 2012.