Από το 2025 και κάθε χρόνο η αυλαία των φορολογικών δηλώσεων θα ανοίγει στις 15 Μαρτίου και θα πέφτει στις 15 Ιουλίου σύμφωνα με τη διάταξη που ενσωματώθηκε στο νέο φορολογικό νομοσχέδιο.

Οι αλλαγές στις φορολογικές δηλώσεις συνοδεύονται με εκπτώσεις για τους συνεπείς φορολογούμενους που υποβάλουν εμπρόθεσμα τη δήλωσή τους αλλά και με βαριές «καμπάνες» που φτάνουν έως 50.000 ευρώ για τράπεζες, εισηγμένες, εκπαιδευτήρια κ.λ.π. που θα καθυστερήσουν να αποστείλουν στην ΑΑΔΕ τα στοιχεία εκείνα που απαιτούνται για τη συμπλήρωση των κωδικών του βασικού εντύπου της φορολογικής δήλωσης.

Οι αλλαγές

Θεσπίζεται ένα σαφές και προκαθορισμένο χρονικό πλαίσιο υποβολής των φορολογικών δηλώσεων.

Συγκεκριμένα:

  • Η υποβολή των φορολογικών δηλώσεων θα γίνεται από 15 Μαρτίου έως και 15 Ιουλίου κάθε έτους, τόσο για τα φυσικά πρόσωπα όσο και για τα νομικά πρόσωπα.
  • Προβλέπεται έκπτωση για όσους καταβάλουν ολόκληρο το ποσό του φόρου εισοδήματος μέχρι την 31η Ιουλίου και εφόσον υποβάλουν τη φορολογική τους δήλωση: 4% έκπτωση για όποιον υποβάλλει δήλωση από 15 Μαρτίου έως 30 Απριλίου, 3% έκπτωση από 1 Μαΐου έως 15 Ιουνίου, 2% έκπτωση από 16 Ιουνίου έως 15 Ιουλίου.
  • Η καταβολή του φόρου γίνεται σε 8 ισόποσες μηνιαίες δόσεις, η 1η εκ των οποίων καταβάλλεται μέχρι την 31η Ιουλίου.

Οι κυρώσεις

Θεσπίζονται κυρώσεις στους διοικητές Οργανισμών, στους υπηρεσιακούς γραμματείς του Δημοσίου και τους γενικούς γραμματείς των Δήμων καθώς και στους υπευθύνους μισθοδοσίας για τυχόν καθυστερήσεις στην αποστολή δεδομένων στην ΑΑΔΕ που είναι απαραίτητα για την έγκαιρη συμπλήρωση των φορολογικών δηλώσεων. Ειδικότερα, δημιουργείται από την ΑΑΔΕ Ηλεκτρονικό Μητρώο Υπόχρεων Υποβολής Ετήσιου Αρχείου Εισοδημάτων για την προσυμπλήρωση και την υποβολή των φορολογικών δηλώσεων. Η εγγραφή στο Μητρώο είναι υποχρεωτική και αφορά Οργανισμούς και υπηρεσίες του Δημοσίου που υποχρεούνται να αποστείλουν δεδομένα στην ΑΑΔΕ για τις ανάγκες συμπλήρωσης των φορολογικών δηλώσεων.

Μέσω του νέου ηλεκτρονικού μητρώου θα διαβιβάζονται προς την ΑΑΔΕ όλα τα αναγκαία στοιχεία για την προσυμπλήρωση και υποβολή των φορολογικών δηλώσεων (όπως πχ οι αποδοχές από μισθωτή εργασία, συντάξεις, αμοιβές από επιχειρηματική δραστηριότητα, οι φόροι που παρακρατήθηκαν κλπ). Ο κάθε φορέας θα πρέπει να διαβιβάζει τα δεδομένα από την 16 η Ιανουαρίου έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα του Φεβρουαρίου.

Σε περίπτωση μη έγκαιρης, ανακριβούς διαβίβασης των παραπάνω δεδομένων στην ΑΑΔΕ ή μη εγγραφής στο Μητρώο, προβλέπεται πρόστιμο 2.500 ευρώ στα ευθυνόμενα πρόσωπα. Ως τέτοια θεωρούνται οι επικεφαλής των νομικών προσώπων του Δημοσίου (πχ ΕΦΚΑ, ΕΟΠΥΥ κλπ), για το Δημόσιο οι υπηρεσιακοί γραμματείς, για τους Δήμους οι γενικοί γραμματείς και οριζόντια οι προϊστάμενοι για την εκκαθάριση της μισθοδοσίας. Σε περίπτωση εκπρόθεσμης διαβίβασης, το πρόστιμο προσαυξάνεται κατά 50 ευρώ για κάθε ημέρα καθυστέρησης.

Τέλος, σε περίπτωση, καθυστερημένης ενεργοποίησης της ψηφιακής πλατφόρμας από την ΑΑΔΕ, το πρόστιμο θα επιβληθεί στον Διοικητή και στον Υποδιοικητή της ΑΑΔΕ με αρμοδιότητα τον ψηφιακό μετασχηματισμό, καθώς και στον προϊστάμενο της αντίστοιχης οργανικής μονάδας, οι οποίοι έχουν ατομική ευθύνη για την καταβολή του προστίμου.

Εφορία

«Καμπάνες» σε τράπεζες – servicers – εκπαιδευτήρια

Επιπρόσθετα, προβλέπεται η επιβολή προστίμων σε πρόσωπα εκτός των φορέων του δημοσίου τομέα (π.χ τράπεζες, εισηγμένες, servicers, εκπαιδευτήρια κα) που είναι υπόχρεα σε διαβίβαση ή υποβολή σε ετήσια βάση στην ΑΑΔΕ στοιχείων για τη διασταύρωση και προσυμπλήρωση κατά περίπτωση των δηλούμενων εισοδημάτων από τόκους και μερίσματα εταιρειών εισηγμένων στο Ελληνικό Κεντρικό Αποθετήριο Τίτλων καθώς και των πραγματοποιούμενων δαπανών στις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος των φορολογούμενων ως εξής:

  • Πρόστιμο 20.000 ευρώ για την παράβαση της εκπρόθεσμης αρχικής διαβίβασης/αποστολής στοιχείων.
  • Πρόστιμο 20.000 ευρώ για την παράβαση της εκπρόθεσμης αποστολής συμπληρωματικών ή/και διορθωτικών στοιχείων.
  • Σε περίπτωση που τα ακαθάριστα έσοδα των υπόχρεων, υπερβαίνουν το ποσό του ενός 1 εκατ. ευρώ, τότε τα παραπάνω πρόστιμα από 20.000 ευρώ ανεβαίνουν στις 50.000 ευρώ.