Ξεπέρασε τους 200.000 ο αριθμός των συνταξιούχων που έχουν δηλώσει την εργασία τους, από την αρχή του έτους, υπερβαίνοντας κατά πολύ την αρχική εκτίμηση, όπως επίσης και τον αριθμό εκείνων που το είχαν πράξει πέρυσι το ίδιο χρονικό διάστημα, οι οποίοι ήταν 35.000. Η εντυπωσιακή αυτή αύξηση, η οποία σημειώθηκε το τελευταίο διάστημα, έχει δημιουργήσει νέες οικονομικές συνθήκες, προσφέροντας οφέλη σε όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές – τόσο για τους ίδιους τους συνταξιούχους όσο και για τα κρατικά έσοδα και τον ΕΦΚΑ.

Η εφαρμογή του νέου καθεστώτος απασχόλησης των συνταξιούχων έχει εξελιχθεί σε μία επιτυχημένη συνταγή που εξυπηρετεί όλους. Από τη μία πλευρά, οι συνταξιούχοι που συνεχίζουν να εργάζονται έχουν δει αύξηση στις απολαβές τους, ενώ από την άλλη, ο ΕΦΚΑ και ο κρατικός προϋπολογισμός έχουν επωφεληθεί από τα αυξημένα έσοδα. Κερδισμένες επίσης είναι και οι επιχειρήσεις οι οποίες δεν έβρισκαν εργαζομένους και με τη λύση αυτή κάλυψαν τις ανάγκες τους.

Με την αλλαγή της νομοθεσίας που αφορά στην απασχόληση των συνταξιούχων, οι απολαβές τους αυξήθηκαν σημαντικά, με τα ετήσια οφέλη να κυμαίνονται από 1.200 έως 2.500 ευρώ, ανάλογα με το ύψος του μισθού και της σύνταξης που λαμβάνουν. Ακόμα και μετά την αφαίρεση της φορολογικής επιβάρυνσης από τα πρόσθετα εισοδήματα, οι συνταξιούχοι διατηρούν ένα σημαντικό οικονομικό όφελος.

Οφέλη για τον ΕΦΚΑ και τα κρατικά έσοδα

Η ραγδαία αύξηση των εργαζόμενων συνταξιούχων έχει σημαντικές θετικές επιπτώσεις στα έσοδα του ΕΦΚΑ. Εκτιμάται ότι τα ετήσια έσοδα του ταμείου από αυτή τη ρύθμιση θα ξεπεράσουν τα 300 εκατ. ευρώ, επιτρέποντας στην ηγεσία του Υπουργείου Εργασίας να διαχειριστεί με μεγαλύτερη ευελιξία τα μέτρα ελάφρυνσης που σχεδιάζονται για το επόμενο διάστημα. Ένα από τα σημαντικότερα μέτρα που προγραμματίζεται είναι η μείωση της Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΑΣ), η οποία αποτελεί πάγιο αίτημα των συνταξιούχων.

Παράλληλα, αυξάνονται και τα φορολογικά έσοδα του κράτους λόγω της φορολόγησης της εργασίας των συνταξιούχων. Πολλοί από αυτούς, μέχρι πρόσφατα, δεν δήλωναν την εργασία τους, αποφεύγοντας να εμφανίζονται ως εργαζόμενοι προκειμένου να μην υποστούν περικοπές στη σύνταξή τους. Ωστόσο, με την κατάργηση της παρακράτησης του 30% της σύνταξης, πολλοί συνταξιούχοι ενθαρρύνθηκαν να δηλώσουν την εργασία τους, ενισχύοντας έτσι τα δημόσια έσοδα.

Σύμφωνα με τον νέο νόμο (Ν. 5078/2023), η ποινή στη σύνταξη για τους εργαζόμενους συνταξιούχους καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από μια επιπλέον επιβάρυνση 10% επί του μισθού τους (για τους μισθωτούς). Για τους συνταξιούχους ελεύθερους επαγγελματίες, η νέα επιβάρυνση αντιστοιχεί στο ήμισυ της ασφαλιστικής εισφοράς που καταβάλλουν για τον κλάδο σύνταξης.

Ο ΑΚΑΓΕ και η Εισφορά Αλληλεγγύης

Την ίδια στιγμή, στο ΑΚΑΓΕ (Ασφαλιστικό Κεφάλαιο Αλληλεγγύης Γενεών) έχουν συγκεντρωθεί κεφάλαια ύψους 16 δισ. ευρώ. Το ποσό αυτό εξασφαλίζει την οικονομική σταθερότητα του ασφαλιστικού συστήματος για το μέλλον και επιτρέπει στην κυβέρνηση να εξετάσει τη μείωση του ρυθμού συγκέντρωσης επιπλέον ποσών στο ταμείο. Η μείωση αυτή ενδέχεται να επιτευχθεί μέσω της αναθεώρησης της Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων, η οποία επιβάλλεται κλιμακωτά σε συντάξεις άνω των 1.400 ευρώ και κυμαίνεται από 3% έως 14%.

Η κυβέρνηση εξετάζει σενάρια αναμόρφωσης της συγκεκριμένης εισφοράς, προκειμένου να είναι πιο δίκαιη και αναλογική, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι το ύψος των συντάξεων δεν θα πέφτει κάτω από τα πλαφόν που έχουν οριστεί. Η εισφορά αυτή επηρεάζει περίπου 500.000 συνταξιούχους και αποτελεί σημαντικό έσοδο για το ΑΚΑΓΕ, το οποίο είναι αφιερωμένο στη χρηματοδότηση του ασφαλιστικού συστήματος για τις μελλοντικές γενιές.

Προοπτικές βελτίωσης και δημοσιονομική ισορροπία

Μια ειδική ομάδα εργασίας που έχει συσταθεί στο Υπουργείο Εργασίας επεξεργάζεται τα σενάρια βελτίωσης της Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων, με στόχο να αντιμετωπιστούν τα «προβληματικά σημεία» στη δομή της εισφοράς, όπως έχει επισημάνει ο αρμόδιος υφυπουργός Εργασίας, Πάνος Τσακλόγλου. Σύμφωνα με τον ίδιο, η εισφορά αυτή λειτουργεί ως «ανάχωμα» για το ασφαλιστικό σύστημα, αντιμετωπίζοντας τις πιέσεις που προκύπτουν από τη δημογραφική γήρανση του πληθυσμού.

Ωστόσο, οποιαδήποτε προσαρμογή ή εξομάλυνση της Εισφοράς Αλληλεγγύης θα πρέπει να γίνει με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι δημοσιονομικά ουδέτερη, ώστε να μην επηρεαστεί ούτε η οικονομική ισορροπία της χώρας, ούτε και ο προϋπολογισμός του ΑΚΑΓΕ, ο οποίος αποτελεί κρίσιμο πόρο για την επόμενη γενιά.