Η ελληνική αγορά ευρυζωνικών συνδέσεων βρίσκεται στο επίκεντρο μεγάλων αλλαγών, με τις τιμές να σημειώνουν σημαντική πτώση, κάτι που ενθαρρύνει την υιοθέτηση ταχυτήτων που προηγουμένως φάνταζαν απρόσιτες για πολλούς καταναλωτές. Το νέο πρόγραμμα «Gigabit Voucher», σε συνδυασμό με την κατάργηση του τέλους 5% για τις συνδέσεις οπτικής ίνας, δημιουργεί ευνοϊκές συνθήκες για την απόκτηση ευρυζωνικών συνδέσεων με πολύ υψηλές ταχύτητες σε τιμές που είναι πλέον συγκρίσιμες με αυτές των παλαιών, αργών συνδέσεων χαλκού.
Η προγραμματισμένη υπογραφή της Κοινής Υπουργικής Απόφασης για το «Κουπόνι Συνδεσιμότητας Gigabit» αναμένεται να φέρει μια επανάσταση στην αγορά, επιταχύνοντας τη μετάβαση προς την τεχνολογία οπτικής ίνας. Η νέα πλατφόρμα, η οποία θα είναι διαθέσιμη στο Gov.gr, θα επιτρέπει σε ιδιώτες και επιχειρήσεις να υποβάλουν αιτήσεις για επιδότηση έως 200 ευρώ για την εγκατάσταση συνδέσεων με ταχύτητες 300 Mbps και άνω. Το κουπόνι στοχεύει στην προώθηση της μετάβασης από τις παραδοσιακές συνδέσεις χαλκού, ενισχύοντας τη συνολική ευρυζωνικότητα της χώρας και βελτιώνοντας την ποιότητα των ψηφιακών υποδομών.
Το πρόγραμμα επιδοτεί αποκλειστικά χρήστες που διαθέτουν ακόμα συνδέσεις χαλκού με χαμηλές ταχύτητες. Η αναβάθμιση σε οπτική ίνα θα προσφέρει σημαντική βελτίωση στην ποιότητα της σύνδεσης και χαμηλότερο μηνιαίο κόστος, ιδίως για χρήστες που μεταβαίνουν από τα 100 Mbps στα 500 Mbps. Η επιδότηση καλύπτει ταυτόχρονα και τις υπηρεσίες που πρέπει να πληρούν συγκεκριμένες προδιαγραφές, όπως ταχύτητες download τουλάχιστον 250 Mbps ή συμμετρικές ταχύτητες 100 Mbps για επιχειρήσεις. Οι πάροχοι θα πρέπει να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους με έκπτωση τουλάχιστον ίση με την αξία του κουπονιού, συγκριτικά με άλλες παρόμοιες προσφορές.
Επιπλέον, οι πάροχοι που κατέχουν μερίδιο άνω του 20% στην αγορά ευρυζωνικών συνδέσεων θα υποχρεούνται να παρέχουν χονδρικές υπηρεσίες, επιτρέποντας και σε άλλους παρόχους να προσφέρουν τις ίδιες υπηρεσίες στους καταναλωτές. Αυτές οι χονδρικές υπηρεσίες πρέπει να προσφέρονται με όρους διαφάνειας και χωρίς διακρίσεις, σύμφωνα με τις ρυθμιζόμενες τιμές από την ΕΕΤΤ.
Η αξία του κουπονιού, που ανέρχεται σε 200 ευρώ ανά νοικοκυριό ή μικρομεσαία επιχείρηση που πληροί τα κριτήρια, αναμένεται να ενισχύσει την πρόσβαση σε γρήγορες και αξιόπιστες ευρυζωνικές συνδέσεις, συμβάλλοντας στη βελτίωση των ψηφιακών υποδομών της χώρας.
Η Ελλάδα βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι για την ανάπτυξη της τεχνολογίας οπτικής ίνας. Με κάλυψη μόλις 40% και διείσδυση περίπου 10%, η χώρα είναι πίσω σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες σε ό,τι αφορά την ευρυζωνική κάλυψη υψηλών ταχυτήτων. Η χαμηλή ζήτηση για συνδέσεις με ταχύτητες 300 Mbps και άνω, κυρίως λόγω της αργής ψηφιακής μετάβασης των επιχειρήσεων, επηρεάζει αρνητικά την ανάπτυξη της αγοράς.
Αυτή τη στιγμή, οι τιμές για οπτικές ίνες με ταχύτητες 300 Mbps κυμαίνονται από 34 έως 41 ευρώ το μήνα, ενώ για 1 Gbps κυμαίνονται από 45 έως 54 ευρώ το μήνα, προσφέροντας έτσι μια ευκαιρία για τους καταναλωτές να επωφεληθούν από την πτώση των τιμών και την επιδότηση του προγράμματος «Gigabit Voucher».