Σε μείωση του βασικού της επιτοκίου κατά 0,25% προχώρησε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, με αποτέλεσμα το επιτόκιο καταθέσεων (βασικό επιτόκιο) να διαμορφωθεί στο 3,5%.
Όπως ανακοίνωσε η ΕΚΤ, η απόφασή της αυτή στηρίζεται στην επικαιροποιημένη αξιολόγηση του Διοικητικού Συμβουλίου σχετικά με τις προοπτικές του πληθωρισμού, τη δυναμική του υποκείμενου πληθωρισμού και την ισχύ της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής, και έκρινε ότι είναι πλέον σκόπιμο να γίνει ακόμα ένα βήμα για τη συγκράτηση του βαθμού περιορισμού της νομισματικής πολιτικής.
Τα πρόσφατα εισερχόμενα στοιχεία για τον πληθωρισμό συμβαδίζουν σε γενικές γραμμές με τις προσδοκίες και οι τελευταίες προβολές των εμπειρογνωμόνων της ΕΚΤ επιβεβαιώνουν τις προηγούμενες προοπτικές για τον πληθωρισμό. Σύμφωνα με τους εμπειρογνώμονες, ο γενικός πληθωρισμός θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο σε 2,5% το 2024, 2,2% το 2025 και 1,9% το 2026, όπως και στις προβολές του Ιουνίου.
Ο πληθωρισμός αναμένεται να αυξηθεί πάλι προς το τέλος του τρέχοντος έτους, εν μέρει λόγω του ότι οι προηγούμενες απότομες μειώσεις των τιμών της ενέργειας δεν θα περιλαμβάνονται πλέον στους ετήσιους ρυθμούς. Στη συνέχεια ο πληθωρισμός αναμένεται να μειωθεί σε επίπεδο που συγκλίνει προς τον στόχο του β΄ εξαμήνου του επόμενου έτους. Όσον αφορά τον δομικό πληθωρισμό, οι προβολές για το 2024 και το 2025 έχουν αναθεωρηθεί ελαφρώς προς τα πάνω, καθώς ο πληθωρισμός των τιμών των υπηρεσιών είναι υψηλότερος από ό,τι αναμενόταν. Ταυτόχρονα, οι εμπειρογνώμονες συνεχίζουν να αναμένουν ταχεία μείωση του δομικού πληθωρισμού, από 2,9% φέτος σε 2,3% το 2025 και 2,0% το 2026.
Ο εγχώριος πληθωρισμός παραμένει υψηλός, καθώς οι μισθοί εξακολουθούν να σημειώνουν άνοδο με αυξημένο ρυθμό. Ωστόσο, οι πιέσεις από την πλευρά του κόστους εργασίας μετριάζονται και τα κέρδη αντισταθμίζουν εν μέρει την επίδραση των υψηλότερων μισθών στον πληθωρισμό. Οι συνθήκες χρηματοδότησης παραμένουν περιοριστικές και η οικονομική δραστηριότητα εξακολουθεί να είναι υποτονική, αντανακλώντας την υποτονικότητα της ιδιωτικής κατανάλωσης και των ιδιωτικών επενδύσεων. Οι εμπειρογνώμονες προβλέπουν τώρα ότι η οικονομία θα αναπτυχθεί με ρυθμό 0,8% το 2024, ο οποίος θα επιταχυνθεί σε 1,3% το 2025 και 1,5% το 2026. Πρόκειται για ελαφρά προς τα κάτω αναθεώρηση σε σύγκριση με τις προβολές του Ιουνίου, η οποία οφείλεται κυρίως στη μικρότερη συμβολή της εγχώριας ζήτησης τα επόμενα τρίμηνα.
Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ, όπως επισημαίνεται σχετικά, είναι αποφασισμένο να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα επανέλθει εγκαίρως στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%. Θα διατηρήσει τα επιτόκια πολιτικής επαρκώς περιοριστικά για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται απαραίτητο για την επίτευξη αυτού του στόχου. Το Διοικητικό Συμβούλιο θα συνεχίσει να ακολουθεί μια προσέγγιση που βασίζεται στα εκάστοτε διαθέσιμα στοιχεία και να λαμβάνει αποφάσεις από συνεδρίαση σε συνεδρίαση για τον καθορισμό της κατάλληλης έκτασης και διάρκειας της συσταλτικής μεταβολής της νομισματικής πολιτικής.
Η Κεντρική Τράπεζα μειώνει το επιτόκιο για τις πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης στο 3,65% και της οριακής αναχρηματοδότησης στο 3,9%, ενώ παράλληλα ανακοίνωσε ότι σταματάει πλέον να επανεπενδύει τα ομόλογα που έχει αποκτήσει στο πλαίσιο του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης, μετά τη λήξη τους.
Δεν δεσμευόμαστε εκ των προτέρων σε μια συγκεκριμένη πορεία επιτοκίων
Σχολιάζοντας τη σημερινή απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ η επικεφαλής της, Κριστίν Λαγκάρντ, υπογράμμισε ότι η ΕΚΤ είναι αποφασισμένη να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα επιστρέψει εγκαίρως στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%. Στο πλαίσιο αυτό η ΕΚΤ θα διατηρήσει τα επιτόκια νομισματικής πολιτικής επαρκώς περιοριστικά για όσο χρονικό διάστημα είναι απαραίτητο για την επίτευξη αυτού του στόχου.
«Θα συνεχίσουμε να ακολουθούμε μια προσέγγιση που εξαρτάται από τα δεδομένα και από συνεδρίαση σε συνεδρίαση για τον καθορισμό του κατάλληλου επιπέδου και της διάρκειας του περιορισμού. Ειδικότερα, οι αποφάσεις μας για τα επιτόκια θα βασίζονται στην εκτίμησή μας για τις προοπτικές του πληθωρισμού υπό το πρίσμα των εισερχόμενων οικονομικών και χρηματοπιστωτικών δεδομένων, της δυναμικής του υποκείμενου πληθωρισμού και της ισχύος της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής. Δεν δεσμευόμαστε εκ των προτέρων σε μια συγκεκριμένη πορεία επιτοκίων.
Σε κάθε περίπτωση, είμαστε έτοιμοι να προσαρμόσουμε όλα τα μέσα που διαθέτουμε στο πλαίσιο της εντολής μας, για να διασφαλίσουμε ότι ο πληθωρισμός θα επιστρέψει στον μεσοπρόθεσμο στόχο μας και να διατηρήσουμε την ομαλή λειτουργία της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Η επικεφαλής της ΕΚΤ κράτησε κλειστά τα χαρτιά της για τις επόμενες κινήσεις στο μέτωπο των επιτοκίων στην επομένη συνεδρίαση του Δ.Σ τον Οκτώβριο, κατά την οποία θα κληθεί να λάβει τη σχετική απόφαση. Ανέφερε χαρακτηριστικά ότι δεν υπάρχει καμία δέσμευση εκ των πρότερων για μείωση των επιτοκίων, ούτε και συγκεκριμένος οδικός χάρτης για την αποκλιμάκωσή τους.
Ερωτηθείσα για την Έκθεση του προκατόχου της, Μάριο Ντράγκι, ανέφερε ότι η ευθύνη για τις διαρθρωτικές αλλαγές που προτείνονται σε αυτήν ανήκει στις εθνικές κυβερνήσεις, προσθέτοντας ωστόσο ότι θα πρέπει να ληφθούν μέτρα, προκειμένου να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα και η παραγωγικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Απαντώντας σε ερώτηση για την εξαγορά από την ιταλική UniCredit του 4,5% της γερμανικής Commerzbank, με αποτέλεσμα να γίνει ο δεύτερος μεγαλύτερος μέτοχος της τράπεζας μετά το γερμανικό κράτος, η Kριστίν Λαγκάρντ παρέπεμψε στον εποπτικό βραχίονα της ΕΚΤ, τον SSM, επισημαίνοντας ότι είναι αρμόδιος, προκειμένου να εξετάσει κατά πόσο η εξέλιξη αυτή επηρεάζει τους βασικούς εποπτικούς δείκτες των δύο τραπεζών, και υπενθύμισε ότι η ΕΚΤ κατά πάγια τακτική δεν σχολιάζει επιχειρηματικές κινήσεις μεταξύ ιδιωτικών πιστωτικών ιδρυμάτων.