Το δημόσιο χρέος της Ελλάδας, αν και μειώνεται ως ποσοστό του ΑΕΠ τα τελευταία χρόνια, συνεχίζει να αυξάνεται ως απόλυτο μέγεθος. Αυτή η αναντιστοιχία ανησυχεί το υπουργείο Οικονομικών, το οποίο επιδιώκει να επαναφέρει την κατάσταση σε ισορροπία πριν από το 2030, μια κομβική χρονιά για το δημόσιο χρέος, καθώς αναμένεται σημαντική αύξηση των πληρωμών. Για να διαχειριστεί πιο ομαλά τις μελλοντικές πιέσεις, το υπουργείο σχεδιάζει να φέρει νωρίτερα κάποιες πληρωμές, με στόχο τη μεσοπρόθεσμη ανακούφιση και τη μείωση των χρηματοοικονομικών δαπανών.
Σύμφωνα με το Reuters, που επικαλείται κυβερνητικούς αξιωματούχους, η Ελλάδα σχεδιάζει να δανειστεί μεταξύ 8 και 10 δισεκατομμυρίων ευρώ το 2025. Τα κεφάλαια αυτά θα αντληθούν μέσω νέων εκδόσεων ομολόγων, τόσο βραχυχρόνιας όσο και μακροχρόνιας διάρκειας, και σημαντικό μέρος τους θα χρησιμοποιηθεί για την πρόωρη αποπληρωμή δανείων από τα πακέτα διάσωσης της εποχής των μνημονίων. Η κυβέρνηση στοχεύει να διατηρήσει μια σταθερή παρουσία στις αγορές ομολόγων, χωρίς να αυξήσει το συνολικό χρέος της χώρας.
Τα τελευταία χρόνια, η ελληνική οικονομία έχει σημειώσει σημαντική ανάκαμψη, βελτιώνοντας τα δημοσιονομικά της δεδομένα και μειώνοντας το κόστος δανεισμού. Η χώρα ανέκτησε το καθεστώς επενδυτικής βαθμίδας το 2023, σηματοδοτώντας την επιστροφή της στις διεθνείς αγορές κεφαλαίων μετά από μία δεκαετία οικονομικής κρίσης, που την είχε αποκλείσει από αυτές. Κατά τη διάρκεια της κρίσης, η Ελλάδα υπέγραψε τρία προγράμματα διάσωσης, συνολικού ύψους περίπου 280 δισεκατομμυρίων ευρώ, προκειμένου να αποφύγει την έξοδο από την ευρωζώνη.
Το δημόσιο χρέος της Ελλάδας, το οποίο ήταν το υψηλότερο στην ευρωζώνη, έχει μειωθεί κατά 40 ποσοστιαίες μονάδες από το 2020, φτάνοντας στο 160% του ΑΕΠ το 2023. Η μείωση αυτή οφείλεται στην οικονομική ανάκαμψη, στα πρωτογενή πλεονάσματα και στη συνετή διαχείριση του δημόσιου χρέους, συμπεριλαμβανομένης της πρόωρης αποπληρωμής των δανείων διάσωσης. Η τάση αναμένεται να συνεχιστεί, με προβλέψεις να το τοποθετούν στο 152% του ΑΕΠ μέχρι το τέλος του 2024.
Από το 2022, η Ελλάδα έχει ξεκινήσει την πρόωρη αποπληρωμή των δανείων που είχε λάβει από τις χώρες της ευρωζώνης κατά την πρώτη φάση της κρίσης το 2010-2012. Η κίνηση αυτή ήταν δυνατή χάρη στη βελτίωση της οικονομικής κατάστασης και των δημόσιων οικονομικών, που χαρακτηρίζονται πλέον από πρωτογενή πλεονάσματα. Μέχρι τον Δεκέμβριο του 2024, η Ελλάδα θα έχει αποπληρώσει περίπου 20 δισεκατομμύρια ευρώ από το αρχικό δάνειο διάσωσης ύψους 53 δισεκατομμυρίων ευρώ και έχει ήδη εξοφλήσει το δάνειο προς το ΔΝΤ δύο χρόνια νωρίτερα από το χρονοδιάγραμμα.
Η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας προβλέπεται θετική και για τα επόμενα χρόνια, με το ΑΕΠ να αναμένεται να αυξηθεί κατά 2,5% το 2024 και με παρόμοιο ρυθμό το 2025, ξεπερνώντας τον μέσο όρο των υπολοίπων χωρών της ευρωζώνης. Αυτή η αναπτυξιακή πορεία ενισχύεται από τις επενδύσεις και την αυξημένη εμπιστοσύνη των αγορών προς τη χώρα. Παράλληλα, η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί να επιτυγχάνει πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 2% του ΑΕΠ τα επόμενα χρόνια, εξαιρουμένων των πληρωμών τόκων, ώστε να διατηρήσει το δημόσιο χρέος σε βιώσιμα επίπεδα.
Η επιστροφή της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα πιστοληπτικής ικανότητας το 2023 επισφραγίζει την επιτυχή ολοκλήρωση της δημοσιονομικής προσαρμογής και την επιστροφή της χώρας σε τροχιά ανάπτυξης και οικονομικής σταθερότητας. Με την πρόωρη αποπληρωμή των δανείων διάσωσης και τη στρατηγική δανεισμού από τις αγορές, η Ελλάδα στοχεύει στη διασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους και στην περαιτέρω ενίσχυση της εμπιστοσύνης των διεθνών επενδυτών προς τη χώρα.