Μηχανήματα και πρώτες ύλες είναι οι πρωταγωνιστές της αύξησης των εξαγωγών σύμφωνα με την επεξεργασία των στοιχείων από τον Πανελλήνιο Σύνδεσμο Εξαγωγέων. Σε ανακοίνωσή του ο ΠΣΕ σημειώνει ότι από τα στοιχεία εμφανίζεται τάση αναπροσαρμογής του εξαγωγικού μοντέλου της χώρας στα νέα δεδομένα της παγκόσμιας οικονομίας, αλλά και εξέλιξής του προς ένα πιο βιομηχανοποιημένο πυρήνα.
Διότι , μπορεί οι εκτιμήσεις της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής να χαμηλώνουν οριακά τον πήχη της αύξησης του περασμένου Νοεμβρίου από το 39% στο 37,9%, αλλά εξαιρετικά θετικό κρίνεται το γεγονός της μεγάλης αύξησης εξαγωγών Μηχανημάτων (+73,7%), Πρώτων Υλών (98,7%) και Βιομηχανικών Ειδών (46,7%).
Όπως δήλωσε η Πρόεδρος του ΠΣΕ, Χριστίνα Σακελλαρίδη, «παρατηρείται τους τελευταίους μήνες, μία μετάβαση προς ένα πιο αναπτυγμένο εξαγωγικό πρότυπο της Ελλάδας, δεδομένου ότι τα βιομηχανικά προϊόντα καλύπτουν πλέον πολύ μεγαλύτερο ποσοστό, σε σχέση με τα προϊόντα του πρωτογενούς τομέα.
Αποτελεί μία ακόμη απόδειξη της αναπροσαρμογής του εξαγωγικού μοντέλου, από την Εξωστρέφεια Ανάγκης στην Εξωστρέφεια Ευκαιρίας. Οδηγούμαστε δηλαδή, χάρη στις προσπάθειες των Ελλήνων Εξαγωγέων σε εξαγωγές μεγαλύτερης προστιθέμενης αξίας, σε εξαγωγές προϊόντων που ενσωματώνουν καινοτομίες και ελληνική τεχνογνωσία. Αν μάλιστα, εκλείψουν γραφειοκρατικά αντικίνητρα, που αυξάνουν κατακόρυφα το κόστος παραγωγής των ελληνικών προϊόντων, και τονωθεί ουσιαστικά η ρευστότητα των εξωστρεφών επιχειρήσεων, οι εξαγωγές θα αυξηθούν άμεσα ακόμη περισσότερο συμβάλλοντας αποφασιστικά στην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας».
Η ανάπτυξη του ελληνικού εξαγωγικού προτύπου προκύπτει και από το γεγονός ότι η κατηγορία των Μηχανημάτων-Υλικών Μεταφορών (μηχανολογικός και ηλεκτρολογικός εξοπλισμός, βιομηχανικός εξοπλισμός κ.α.), με αξία εξαγωγών 259,2 εκατ. ευρώ «απειλεί» τη δεύτερη θέση που παραδοσιακά τα τελευταία χρόνια διατηρούν τα Τρόφιμα (262 εκατ. ευρώ). Την πρωτοκαθεδρία διατηρούν τα Βιομηχανικά Είδη (κατεργασμένα δέρματα, νήματα, είδη ξυλείας, χαρτί, μεταλλικά είδη, σίδηρος, χάλυβας κ.α.), με 342,4 εκατ. ευρώ.
Ποσοστιαία, η μεγαλύτερη αύξηση αφορά τις Πρώτες Ύλες (μεταλλεύματα, ξυλεία, ίνες, καρποί, λιπάσματα κ.α.) καθώς διπλασιάστηκε σχεδόν η αξία των εξαγωγών τους, σε σχέση με το Νοέμβριο του 2009, από 73,5 εκατ. ευρώ στα 146,1 εκατ. ευρώ.
Συνολικά, η αξία των εξαγωγών κατά το μήνα Νοέμβριο 2010 ανήλθε στο ποσό των 1.603,4 εκατ. ευρώ (2.197,0 εκατ. δολάρια) έναντι 1.162,8 εκατ. ευρώ (1.739,4 εκατ. δολάρια) κατά τον ίδιο μήνα του έτους 2009, σημειώνοντας αύξηση 37,9%. Η αντίστοιχη μεταβολή χωρίς τα πετρελαιοειδή παρουσίασε αύξηση κατά 374,2 εκατ. ευρώ ή 34,7%.
Αντίθετα, η συνολική αξία των εισαγωγών διαμορφώθηκε στο ποσό των 3.074,1 εκατ. ευρώ (4.187,1 εκατ. δολάρια) έναντι 3.797,5 εκατ. ευρώ (5.646,8 εκατ. δολάρια) κατά το Νοέμβριο του 2009, παρουσιάζοντας μείωση 19,0%. Η αντίστοιχη μεταβολή χωρίς τα πετρελαιοειδή παρουσίασε μείωση κατά 452,5 εκατ. ευρώ ή 13,8%.
Ως αποτέλεσμα αυτών των μεταβολών, το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου τον περασμένο Νοέμβριο διαμορφώθηκε σε 1.470,9 εκατ. ευρώ (1.990,1 εκατ. δολάρια) έναντι 2.634,7 εκατ. ευρώ (3.907,4 εκατ. δολάρια) κατά τον ίδιο μήνα του έτους 2009, παρουσιάζοντας μείωση 44,2%. Η αντίστοιχη μεταβολή χωρίς τα πετρελαιοειδή παρουσίασε μείωση κατά 826,6 εκατ. ευρώ ή 37,3%.
Σε επίπεδο 11μηνου 2010, η συνολική αξία των εξαγωγών ανήλθε στο ποσό των 14.359,2 εκατ. ευρώ (19.101,0 εκατ. δολάρια) έναντι 13.411,3 εκατ. ευρώ (18.663,6 εκατ. δολάρια) κατά το ίδιο διάστημα του έτους 2009, παρουσιάζοντας αύξηση 7,1%. Η αντίστοιχη μεταβολή χωρίς τα πετρελαιοειδή παρουσίασε αύξηση κατά 850,6 εκατ. ευρώ ή 6,9%.
Στο ίδιο διάστημα, οι εισαγωγές μειώθηκαν στο ποσό των 32.664,1 εκατ. ευρώ (από 41.629,6 εκατ. ευρώ το 2009), ήτοι υποχώρησαν κατά 21,5%. Η αντίστοιχη μεταβολή χωρίς τα πετρελαιοειδή παρουσίασε μείωση κατά 3.853,6 εκατ. ευρώ ή 11,1%.
Έτσι, το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου κατά το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου-Νοεμβρίου 2010 διαμορφώθηκε σε 18.304,8 εκατ. ευρώ (24.180,6 εκατ. δολάρια), έναντι 28.218,4 εκατ. ευρώ (38.923,8 εκατ. δολάρια), κατά το ίδιο διάστημα του έτους 2009, παρουσιάζοντας μείωση 35,1%. Η αντίστοιχη μεταβολή χωρίς τα πετρελαιοειδή παρουσίασε μείωση κατά 4.704,2 εκατ. ευρώ ή 20,9%.