Αμετάβλητη στο ΒΒΒ- διατήρησε την αξιολόγησή της για την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας η Scope Ratings.
Η Scope ολοκλήρωσε τον έλεγχο παρακολούθησης για την Ελληνική Δημοκρατία στις 22 Ιανουαρίου 2024.
Στο σημείωμά της, το οποίο «δεν συνιστά ενέργεια αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας», η Scope αναφέρει πως οι μακροπρόθεσμες αξιολογήσεις της Ελλάδας για BBB υποστηρίζονται από πολλαπλές πιστωτικές δυνάμεις. Πρώτον, ενίσχυση της ευρωπαϊκής θεσμικής στήριξης μετά την κρίση της νόσου COVID-19, με τη μορφή έκτακτων παρεμβάσεων νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής, συμπεριλαμβανομένων καινοτομιών των τελευταίων ετών που καταδεικνύουν έναν πιο διαρκή νομισματικό μηχανισμό ασφαλείας για την Ελλάδα.
Η επίτευξη από την Ελλάδα πιστοληπτικής αξιολόγησης επενδυτικής βαθμίδας αποδεκτής από την ΕΚΤ έχει ενισχύσει τη σταθερότητα της στήριξης του Ευρωσυστήματος προς τα ελληνικά χρεόγραφα. Επιπλέον, ο δείκτης χρέους της γενικής κυβέρνησης της χώρας και το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης βρίσκονται σε τροχιά βελτίωσης τα τελευταία χρόνια, υποστηριζόμενος από την οικονομική ανάκαμψη, τον αυξημένο πληθωρισμό παράλληλα με την εκ νέου επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος.
Τέλος, οι πολιτικές διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων περιόρισαν τους υψηλούς δείκτες μη εξυπηρετούμενων δανείων, ενίσχυσαν τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος και κινητοποίησαν επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα, αμβλύνοντας τα σημεία συμφόρησης που συνδέονται με αδυναμίες του ελληνικού τραπεζικού συστήματος και εξουδετερώνοντας τις ιστορικά χαμηλές ιδιωτικές επενδύσεις.
Η Scope αναμένει ότι η ελληνική οικονομία θα παρουσιάσει συγκριτικά ισχυρή ανάπτυξη 2,2% το 2024 και 2,3% το 2025, συγκρίσιμη με εκτιμώμενη ανάπτυξη 2,1% από πέρυσι. Η κατανάλωση των νοικοκυριών αναμένεται να παραμείνει ισχυρή, εν μέσω επιβράδυνσης των πληθωριστικών πιέσεων και ενίσχυσης των αποτελεσμάτων στην αγορά εργασίας, ενώ η πρόσφατη χαλάρωση των συνθηκών χρηματοδότησης αναμένεται να στηρίξει την ανάκαμψη των επενδύσεων.
Ένα ευνοϊκότερο εξωτερικό περιβάλλον, συμπεριλαμβανομένης της ανάκαμψης της ζήτησης από τους ευρωπαίους εμπορικούς εταίρους, θα πρέπει επίσης να σταθεροποιήσει τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές οικονομικής ανάπτυξης. Ο δείκτης χρέους προς το ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί σε περίπου 140 % έως το 2028 (από εκτιμώμενο 160 % στο τέλος του 2023), υποστηριζόμενος από σταθερά πρωτογενή πλεονάσματα τα επόμενα έτη, αντισταθμίζοντας σε μεγάλο βαθμό την παράλληλη αύξηση του βάρους των πληρωμών τόκων.