Αγαπητό Newsbeast,
Θα ήθελα να καταγγείλω κάτι που θεωρώ εξωφρενικό και το οποίο, αν και προφανές, από όσο ξέρω δεν έχει απασχολήσει καθόλου τα ΜΜΕ. Χρησιμοποιώ τρόλεϊ και λεωφορείο σχεδόν καθημερινά. Το 90 % όσων επιβιβάζονται σε αυτά είναι λαθρομετανάστες, οι οποίοι κουβαλούν συνήθως τεράστιους σάκους και γενικώς την πραμάτεια τους, με αποτέλεσμα να καταλαμβάνουν ασφυκτικά όλο το χώρο.
Με ελάχιστη παρατηρητικότητα αντιλαμβάνεται κάποιος ότι το 100% αυτών δεν «χτυπάει» εισιτήριο. Περιττό να σημειώσω ότι δεν μπαίνει ΠΟΤΕ ελεγκτής, και φυσικά όταν μπει δεν τολμάει να τους πλησιάσει, προφανώς επειδή φοβάται ή επειδή ξέρει ότι όχι μόνο δεν έχουν λεφτά να πληρώσουν το πρόστιμο, αλλά ούτε καν χαρτιά (αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι δεν οφείλει να τους κατεβάσει, διότι αλλιώς όσοι έχουν πληρώσει εισιτήριο καθίστανται αυτομάτως ανόητοι).
Χωρίς καμία ρατσιστική διάθεση, θα ήθελα να μου πει κάποιος αν ξέρει κάποια άλλη χώρα στο Δυτικό Κόσμο, αλλά και γενικώς, όπου τα μέσα μαζικής μεταφοράς έχουν καταληφθεί από ανθρώπους που δεν πληρώνουν για αυτά ούτε ένα ευρώ, ενώ παράλληλα εκείνοι που φορολογούνται και πληρώνουν εισιτήριο δεν χωράνε ούτε να μπουν. Μπορεί να μας πει ο κος Ρέππας, πριν ανεβάσει το εισιτήριο στο 1, 20 ή 1,50 ευρώ, γιατί δεν εφαρμόζει πχ. το αγγλικό σύστημα; Για όσους δεν το γνωρίζουν, στη Βρετανία οι άνθρωποι ανεβαίνουν υποχρεωτικά από την πόρτα του οδηγού και εκεί πληρώνουν με κέρματα για να επιβιβαστούν. Πιο χρονοβόρο μεν, αλλά έτσι ζητιάνοι, ναρκομανείς, εγκληματικά στοιχεία και απλοί τσαμπατζήδες μένουν έξω.
Επιπλέον έτσι, σε περίοδο κρίσης, ο κος Υπουργός Μεταφορών δεν χρειάζεται να προσλάβει καν επιπλέον ελεγκτές ή να πληρώσει υπερωρίες όσους κάθονται και δεν κάνουν τη δουλειά τους, όπως θα έπρεπε. Μου κάνει τέλος τρομερή εντύπωση πώς οι ίδιοι οι εργαζόμενοι στα μέσα μαζικής μεταφοράς (οδηγοί, κ.λπ.) δεν διαμαρτύρονται για την παρούσα άθλια κατάσταση. Δεν καταλαβαίνουν ότι είναι σαν ταξιτζήδες που μεταφέρουν διαρκώς πελάτες τσάμπα; Όπως μας λέει και ο πρωθυπουργός, «η επανάσταση του αυτονόητου». Σας ευχαριστώ πολύ.
Με εκτίμηση
Μαρία Πολυζωΐδου