Οι 27 χώρες μέλη της ΕΕ ενέκριναν κατά τη διάρκεια της νύχτας πέντε σημαντικά κείμενα του κλιματικού προγράμματος της ΕΕ, συμφωνώντας κυρίως για το ύψος ενός ταμείου που θα έχει στόχο να αμβλύνει τις επιπτώσεις στους καταναλωτές μιας αγοράς άνθρακα που θα έχει επεκταθεί στα αυτοκίνητα και στις κατοικίες.
Στη σύνοδό τους στο Λουξεμβούργο, οι υπουργοί Περιβάλλοντος της Ευρωπαϊκής Ένωσης υιοθέτησαν την κοινή τους θέση όσον αφορά τον στόχο για αυτοκίνητα με μηδενικές εκπομπές άνθρακα το 2035, για την κατανομή των κλιματικών προσπαθειών ανάμεσα στα κράτη μέλη και την επιβολή στόχων για φυσικές «καταβόθρες άνθρακα» (πχ δάση κλπ), πριν από τις συνομιλίες με τους Ευρωβουλευτές για την οριστικοποίηση των κειμένων αυτών.
Ωστόσο, η πρόταση για ένα «κλιματικό κοινωνικό ταμείο», μια άλλη σημαντική πτυχή του σχεδίου που παρουσίασε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Ιούλιο του 2021, αποτέλεσε αντικείμενο σκληρών διαπραγματεύσεων ως αργά μέσα στη νύχτα, απειλώντας να μπλοκάρει τη συμφωνία επί των άλλων κειμένων του πακέτου.
Το ευρωπαϊκό σχέδιο προβλέπει να υποχρεωθούν οι προμηθευτές καυσίμων και πετρελαίου θέρμανσης να αγοράζουν σε μια νέα αγορά άνθρακα ποσοστώσεις που θα καλύπτουν τις εκπομπές τους CO2, όπως ισχύει ήδη σήμερα για τους προμηθευτές ηλεκτρικού ρεύματος και ορισμένες βιομηχανίες.
Ανησυχώντας για το πρόσθετο κόστος για τις μικρές επιχειρήσεις και τα πιο ευάλωτα νοικοκυριά, οι Βρυξέλλες προτείνουν ένα «κοινωνικό ταμείο», που θα τροφοδοτείται από τα έσοδα της νέας αγοράς άνθρακα «κατοικιών και οδικών μεταφορών», προκειμένου να αντισταθμιστούν οι επιπτώσεις των αυξήσεων των τιμών, μέσω «προσωρινών» άμεσων ενισχύσεων και της χρηματοδότησης εργασιών που μειώνουν την ενεργειακή τους κατανάλωση.
Συμφωνώντας επί της αρχής, οι 27 αντιτάχθηκαν όσον αφορά το ύψος των πόρων του ταμείου. Οι Βρυξέλλες είχαν στόχο τα 72,2 δισεκατομμύρια ευρώ για την περίοδο 2025-2032: ποσό το οποίο ήταν υπερβολικά υψηλό για μια ομάδα κρατών, των λεγόμενων «φειδωλών» (Γερμανία, Δανία, Ολλανδία, Φινλανδία κλπ).
Το Βερολίνο είχε προτείνει να μειωθεί στο ελάχιστο το μερίδιο των εσόδων της νέας αγοράς άνθρακα που θα διατίθεται στο ταμείο, μειώνοντάς το στα 20 δισεκατομμύρια ευρώ, προκειμένου πιο σημαντικό μέρος αυτών των εσόδων να επιστρέφει στους εθνικούς προϋπολογισμούς. Η Γερμανία εντέλει ανέβασε χθες, Τρίτη, το ποσό που πρότεινε στα 48 δισεκατομμύρια.
Στον αντίποδα, πολλές χώρες της ανατολικής ή της νότιας Ευρώπης θεωρούσαν τον κοινωνικό μηχανισμό σε μεγάλο βαθμό ανεπαρκή.
Η Γαλλία, η οποία ασκεί την εναλλασσόμενη προεδρία της ΕΕ, συσπείρωσε την πλειονότητα των χωρών σε μια συμβιβαστική πρόταση για 59 δισεκατομμύρια ευρώ για μια πιο περιορισμένη περίοδο (2027-2032), ανακατευθύνοντας προς το κοινωνικό ταμείο 11,5 δισεκατομμύρια ευρώ που θα αντληθούν από έσοδα της αγοράς άνθρακα, τα οποία αρχικά προορίζονταν για το ευρωπαϊκό «ταμείο καινοτομίας».
Η στρατηγική αυτή επέτρεψε την αύξηση του επιπέδου των κοινωνικών κονδυλίων χωρίς να περικοπούν περαιτέρω τα έσοδα από τις εκπομπές άνθρακα που επιστρέφουν στα κράτη, κάτι το οποίο ήταν η κόκκινη γραμμή των «φειδωλών».
Το Παρίσι χαιρέτισε «έναν αρκετά ισορροπημένο συμβιβασμό».
Η συμφωνία δεν έπεισε ωστόσο την Πολωνία, η οποία κατήγγειλε «αποφάσεις που ενέχουν τον κίνδυνο να μη συγκεντρώσουν τη λαϊκή υποστήριξη στο κλιματικό σχέδιο». Η Λετονία εξέφρασε επίσης ανησυχία για ένα «υπερβολικά μικρό ταμείο, που δεν θα μπορεί να ανταποκριθεί στις προκλήσεις» και εξέφρασε την ελπίδα για αύξηση των πόρων του στις επερχόμενες διαπραγματεύσεις με το κοινοβούλιο.
Τα κράτη μέλη της ΕΕ συμφώνησαν επίσης σήμερα για τη σταδιακή κατάργηση των ποσοστώσεων δωρεάν εκπομπών που χορηγούνται σε ορισμένους βιομηχανικούς τομείς, καθώς θα αυξάνεται στα σύνορα της ΕΕ ένας φόρος άνθρακα στις εισαγωγές από τρίτες χώρες, ανάμεσα στο 2026 και το 2035.
Το Συμβούλιο προτείνει έναν πολύ πιο σταδιακό ρυθμό μείωσης από αυτόν που εισηγούνται οι Βρυξέλλες και οι Ευρωβουλευτές.
Οι δωρεάν ποσοστώσεις που έχουν χορηγηθεί στις αεροπορικές εταιρείες θα καταργηθούν επίσης ως το 2027.
Τέλος, οι 27 επικύρωσαν τη συμπερίληψη των θαλάσσιων μεταφορών στην αγορά άνθρακα, αλλά με «μεταβατικές» διευθετήσεις για τη χειμερινή ναυσιπλοΐα, τα ταξίδια «δημόσιας υπηρεσίας» και την εξυπηρέτηση των μικρών νησιών.