Πριν από μερικές εβδομάδες, μια ομάδα αστρονόμων από το Κέντρο Αστροφυσικής Harvard-Smithsonian έκανε ένα μεγάλο βήμα προς την επιβεβαίωση μιας σημαντικής υπόθεσης.
Το 1979 ο φυσικός Alan Guth συνέλαβε μια δύναμη, η οποία ουσιαστικά διευκόλυνε τη Μεγάλη Έκρηξη (Big Bang), επιτρέποντας στο Σύμπαν να διαστέλλεται και να εξαπλώνεται επ’ αόριστον σαν ένα τεράστιο μπαλόνι.
Αυτό είναι σημαντικό για έναν κύριο, επιστημονικό λόγο: εξηγεί πώς συνέβη κατά πάσα πιθανότητα η Μεγάλη Έκρηξη, μια εξήγηση που οι επιστήμονες, παρά την πίστη τους στη θεωρία του Big Bang, δεν είχαν στη διάθεσή τους μέχρι τότε.
Ονομάστηκε ιδέα του «πληθωρισμού», και περιγράφει την εκθετική διαστολής του σύμπαντος στις πρώτες στιγμές της ύπαρξής του.
Οι επιστήμονες από το Κέντρο Harvard-Smithsonian ανακάλυψαν κυματισμούς στον ιστό του χωρο-χρόνου, οι οποίοι θα μπορούσαν να αποτελούν ενδείξεις αυτού που είχε υποψιαστεί ο Alan Guth: ότι δηλαδή τις πρώτες στιγμές ύπαρξης του Σύμπαντος, αυτό διεστάλη πολύ γρηγορότερα από την ταχύτητα του φωτός, αναφέρει ο Kevin Lincoln στην ιστοσελίδα psmag.com.
Πρόσφατα ο Michael White έγγραψε για τη βιολογική προέλευση της γοητείας των ανθρώπων με την ανακάλυψη.
Γιατί ενδιαφέρονται τόσοι πολλοί άνθρωποι για την επιστήμη αυτή, που δεν προσφέρει για παράδειγμα «λύσεις» όπως μια θεραπεία για τον καρκίνο ή για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Η επιθυμία μας να μάθουμε όσο το δυνατόν περισσότερα για το Σύμπαν και τη Φύση που μας περιβάλλει, σύμφωνα με τον White, «ικανοποιεί κυρίως την περιέργειά μας».
Και φυσικά, ένα από τα ερωτήματα που εγείρει αυτή η τοποθέτηση είναι, πού τελειώνει η περιέργεια και πού αρχίζει η χρησιμότητα για τα ανθρώπινα όντα.
Η θεωρία της χρησιμότητας είναι πολύπλοκη, όταν αναφέρεται κανείς σε θνητούς οργανισμούς.
Ακόμη κι αν βρούμε τη θεραπεία για τον καρκίνο, θα εξακολουθούμε να πεθαίνουμε… κάποια στιγμή στη ζωή μας θα μας συμβεί αυτό.
Ακόμη κι αν αντιμετωπίσουμε ή αναστρέψουμε την πορεία της κλιματικής αλλαγής… και πάλι κάποια στιγμή θα πεθάνουμε.
Ο θεωρητικός φυσικός David Bohm χρησιμοποίησε κβαντική φυσική, για να συμβιβάσει το υποτιθέμενο χάος του νου και της ψυχικής πραγματικότητας από τη φυσική πραγματικότητα.
Ο Bohm προτείνει ότι τόσο η φυσική ύλη, όσο και η σκέψη μοιράζονται μια δυαδικότητα κύματος-σωματιδίου, κεντρικό δόγμα της κβαντικής φυσικής.
Με αυτόν τον τρόπο, ο τρόπος δράσης του μυαλού και ο τρόπος με τον οποίο σταδιακά και ευφυώς επηρεάζει το σώμα, δεν είναι απλά παρόμοια με την κβαντική δραστηριότητα στο επίπεδο των σωματιδίων, αλλά πρόκειται στην ουσία για την ίδια διαδικασία και τις ίδιες αλληλεπιδράσεις.
Αυτή είναι περισσότερο μια πιο περίπλοκη επιστημονικά εκδοχή της θεωρίας του χάους: Κάθε σωματίδιο μπορεί να επηρεάσει οποιοδήποτε άλλο.
Αν υποθέσει κανείς ότι η θεωρία του Bohm είναι σωστή, αυτό θα σήμαινε ότι όταν κανείς εξετάζει το σύμπαν και φαινόμενα όπως αυτά του «πληθωρισμού» δε μελετά απλά κάτι ξένο, παλιό και άσχετο, αλλά τον ίδιο τον εαυτό του.
Μαθαίνουμε για τους εαυτούς μας.
Και σε έναν κόσμο του οποίου η βιωσιμότητα δεν είναι καθόλου εγγυημένη, η σημασία των ανακαλύψεων αυτών, παίρνουν μια πιο «ουσιαστική απόχρωση».
Ικανοποιούμε μεν την περιέργειά μας, αλλά ταυτόχρονα ανακαλύπτουμε κι εξερευνούμε τον τρόπο με τον οποίο έχουμε βρεθεί μέσα σε αυτό το σύμπαν και ενδεχομένως… πού μπορεί να μας βγάλει αυτό στο μέλλον… ακόμη κι αν αυτό τοποθετείται μερικά εκατομμύρια ή δισεκατομμύρια χρόνια μπροστά.