Παροδική επιβράδυνση της υπερθέρμανσης του πλανήτη διαπιστώνουν οι επιστήμονες, εξηγώντας ότι κατά την τελευταία δεκαετία, ο βαθμός υπερθέρμανσης του πλανήτη έχει μειωθεί.
Ο Έντ Χόκινς από το βρετανικό Πανεπιστήμιο του Ρέντιγκ σε συνέντευξη του στην Deutsche Welle, αναφέρει ότι η εξέλιξη αυτή δεν αποτελεί έκπληξη. Σύμφωνα με τον βρετανό επιστήμονα, «αν και τα τελευταία 150 χρόνια αυξήθηκε η θερμοκρασία στον πλανήτη εξαιτίας των ανθρώπινων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, δεν αναμένουμε ότι κάθε χρονιά θα είναι πιο ζεστή από την προηγούμενη».
«Η επιβράδυνση του ρυθμού μείωσης της θερμοκρασίας μπορεί να οφείλεται και σε φυσικές διακυμάνσεις» εξηγεί ο Χόκινς. Για τον ίδιο, μία άλλη πιθανή αιτία είναι η αυξανόμενη καύση άνθρακα σε χώρες όπως η Κίνα και η Ινδία. Τα αιωρούμενα σωματίδια που απελευθερώνονται από τις καύσεις αυτές, θα μπορούσαν να προκαλέσουν μείωση της θερμοκρασίας στην γη, αντανακλώντας την ηλιακή ακτινοβολία πίσω στο διάστημα.
«Όταν θέλει κανείς να εξετάσει τις κλιματικές διεργασίες, χρειάζεται πάντα να μελετά περιόδους 30 ετών» αναφέρει εξηγεί στη Deutsche Welle ο Πίτερ Λέμκε, επικεφαλής του Τμήματος Περιβαλλοντικών Επιστημών στο Γερμανικό Ινστιτούτο Αlfred-Wegener (AWI). Όπως επισημαίνει ο γερμανός ειδικός, «τα τελευταία 30 χρόνια υπάρχει μία ξεκάθαρα αυξητική τάση της θερμοκρασίας παγκοσμίως».
Διαφορετικά μοντέλα έρευνας προβλέπουν άνοδο της θερμοκρασίας παγκοσμίως τα επόμενα 100 χρόνια από 1,5 έως και 6 βαθμούς. Η τρέχουσα επιβράδυνση της υπερθέρμανσης του πλανήτη δεν αποτελεί λόγο εφησυχασμού. Σύμφωνα με τον Χόκινς, «αναμένεται μεγάλη αύξηση της θερμοκρασίας κατά τις επόμενες δεκαετίες».
Το κύμα ψύχους που συνεχίζει να πλήττει φέτος τη Δυτική Ευρώπη, οφείλεται σε ένα υψηλό βαρομετρικό πάνω από τη Σκανδιναβία. Σύμφωνα με τον Λέμκε, «πρόκειται για ένα μετεωρολογικό και όχι κλιματικό φαινόμενο. Σε παγκόσμια κλίμακα ο χειμώνας ήταν πιο ζεστός σε σχέση με τα συνηθισμένα για την εποχή επίπεδα. «Οι παρατεταμένοι χειμώνες δεν έρχονται σε αντίθεση με την υπερθέρμανση του πλανήτη αλλά μάλλον την ολοκληρώνουν» καταλήγει ο Λέμκε.