Η κατάκτηση των αιθέρων υπήρξε ένα από τα πιο μεγαλεπήβολα σχέδια της ανθρωπότητας. Ωστόσο, το κατόρθωμα τούτο έχει και σοβαρές συνέπειες για το περιβάλλον. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της ΕΕ οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα από τα επιβατηγά αεροσκάφη έχουν αυξηθεί κατά 4,9% μέσα σε έναν χρόνο, σε αντίθεση με την τάση των υπόλοιπων ρυπογόνων τομέων (βιομηχανία, επίγειες μεταφορές κλπ), που μείωσαν τις εκπομπές τους κατά 3,8% τον τελευταίο χρόνο.
Το ποσοστό τούτο της αύξησης έρχεται να προστεθεί στην τάση των τελευταίων πέντε χρόνων που έχει καταγράψει μία αύξηση των ρύπων διοξειδίου του άνθρακα άνω του 26% για τα αεροσκάφη, σύμφωνα με τα στοιχεία της Transport & Environment. Εάν αυτή η αυξητική τάση συνεχισθεί, το 2050 οι εκπομπές διοξειδίου ενδέχεται να αυξηθούν έως και 300%, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του Διεθνούς Οργανισμού Πολιτικής Αεροπορίας (ICAO).
Για να γίνει κατανοητή η έκταση των εκπομπών αυτών, αρκεί να σημειωθεί πως μια πτήση από το Λονδίνο στη Νέα Υόρκη παράγει την ίδια ρύπανση που δημιουργεί ο μέσος Ευρωπαίος πολίτης σε έναν χρόνο για τη θέρμανση του σπιτιού του.
Η αύξηση των αεροπορικών ρύπων συνδέεται άμεσα με τη διόγκωση του αριθμού των πτήσεων στην ευρωπαϊκή ζώνη. Η εναέρια κυκλοφορία από το 2005 αυξήθηκε κατά 8%, βάσει της αναφοράς της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Περιβάλλοντος για το 2019. Παράλληλα, έχει αυξηθεί και κατά 50% ο αριθμός των επιβατών κατά την ίδια περίοδο.
Η έκθεση της Ευρωπαϊκής Εταιρείας καταδεικνύει πόσο η μείωση του κόστος των εισιτηρίων έχει οδηγήσει στη δημιουργία εταιρειών χαμηλού κόστους. Ο αριθμός των επιβατών ανά αεροσκάφος έχει αυξηθεί από το 2005 κατά 43% κι ενώ στις αρχές του 21ου αιώνα ο μέσος όρος τους ανά αεροσκάφος ήταν 86 επιβάτες, σήμερα φθάνουν κατά μέσον όρο τους 124.
Μία από τις πρωταθλήτριες εταιρείες στην εκπομπή ρύπων είναι η ιρλανδική εταιρεία Ryanair, η κορυφαία στον τομέα των low cost αεροπορικών, που σύμφωνα με τον Άντριου Μέρφι του Transport & Environment «όσον αφορά το κλίμα, είναι ο νέος άνθρακας». Η ρύπανση σε CO2 από τη Ryanair φθάνει τα 9,9 εκατ. τόνους.
Οι οικολογικές οργανώσεις προειδοποιούν πως η αύξηση της ρύπανσης από τα αεροσκάφη είναι αποτέλεσμα της έλλειψης ευρωπαϊκής νομοθεσίας, που θα επιβάλλει τον έλεγχο και τη μείωσή της. Η ευρωπαϊκή νομοθεσία βασίζεται σε ένα σύστημα εμπορίας των εκπομπών (UE ETS), που επιτρέπει σε εταιρείες του κλάδου να πληρώνουν για να ξεπερνούν τα επιτρεπτά όρια εκπομπών ρύπων. Δεδομένου ότι οι εταιρείες μεταξύ τους μπορούν να ανταλλάσσουν επίπεδα ρύπου, ή να αγοράζουν ποσότητες από πιστώσεις για εξοικονόμηση εκπομπών σε όλον τον κόσμο, το σύστημα τούτο καταλήγει σε αποτελέσματα αντίθετα από εκείνα που επιδιώκει να καταπολεμήσει, όπως αποδεικνύουν τα στοιχεία της ίδιας της ΕΕ, τονίζουν οι οικολόγοι. Όπως καταγγέλλουν, οι αεροπορικές εταιρείες σχεδόν δεν πληρώνουν, ή καταβάλλουν μηδαμινά, περιβαλλοντικά τέλη, φόρο και ΦΠΑ για τα καύσιμα και φυσικά αυτά τα τέλη δεν αποτυπώνονται και στην τιμή του εισιτηρίου.
Οι περιβαλλοντικές οργανώσεις προειδοποιούν πως η τάση τούτη συνεχίζεται σε όλες τις εταιρείες. Για τούτο απαιτούν άμεσα μέτρα φορολογικού χαρακτήρα, που θα ποινικοποιούν τη χρήση του πιο ρυπογόνου τύπου κηροζίνης, ενώ θα επιτάσσει την ανάπτυξη νέων προωθητικών υλών, που θα είναι λιγότερο βλαπτικές για τη βιόσφαιρα.