Το παράξενο αυτό κροκοδείλιο πλάσμα με το στενόμακρο ρύγχος θα το συναντήσεις με πολλά ονόματα.
Στην Ινδία το λένε απλώς «ψαροφάγο κροκόδειλο», ενώ οι επιστήμονες το έχουν ονομάσει Gavialis gangeticus, γαβιάλης στη γλώσσα μας.
Και ο καταπληκτικός αυτός θηρευτής ήταν άλλοτε είδος με τεράστια εξάπλωση, αν και πλέον απειλείται με εξαφάνιση και μάλιστα σοβαρά. Σήμερα τον συναντάς σε μερικά ποταμάκια της βόρειας Ινδίας και του Νεπάλ κι αυτό είναι όλο.
Το είδος έχει εξειδικευτεί μάλιστα στο να τρώει ψάρια, γι’ αυτό και το χαρακτηριστικό σχήμα του ρύγχους του, αυτή η «οδοντωτή σκούπα» για την οποία μιλάνε συνεχώς οι ερευνητές. Και μπορεί τα αστεία του σαγόνια να προκαλούν γέλιο, δεν είναι ωστόσο εκεί για πλάκα, αλλά για να πιάνουν ψάρια όπως κανένας άλλος κροκόδειλος δεν μπορεί.
Από 106-110 δόντια κοσμούν το στενόμακρο ρύγχος που κινείται στο νερό με τη μικρότερη δυνατή αντίσταση, συλλαμβάνοντας πανεύκολα όποιο ψάρι κάνει το λάθος να περάσει από μπροστά του. Ο γαβιάλης τρέφεται σχεδόν αποκλειστικά με ψάρια και τα πάει καλά μάλιστα με τον άνθρωπο, καθώς δεν είναι φτιαγμένος για να κυνηγά ζώα της στεριάς. Οι επιθέσεις σε ντόπιους παραμένουν εξαιρετικά σπάνιες και όταν συμβούν, είναι αποκλειστικά για να προστατεύσουν οι μητέρες τα μικρά τους.
Είναι όμως και το άλλο: πως τα πόδια τους είναι τόσο αδύναμα που δεν μπορούν καν να σηκώσουν τις κοιλιές τους από το έδαφος! Δεν είναι καθόλου καλοί στις γυροβολιές της στεριάς, καθώς όλο τους το σώμα είναι φτιαγμένο για νερό. Αυτό τους μετατρέπει αναγκαστικά στους καλύτερους του είδους των κροκοδείλων μέσα στο υγρό στοιχείο.
Όσο για τα σεξουαλικά ήθη του αρσενικού, όταν φτάσει δηλαδή σε ηλικία 10 ετών, έχει την τάση να δημιουργεί χαρέμια 4-6 θηλυκών, τα οποία προστατεύει θανάσιμα, μιας και είναι αρκούντως ζηλιάρης. Κατά την περίοδο της αναπαραγωγής μάλιστα (Δεκέμβριος-Ιανουάριος), ζευγαρώνει με όλες τους και φυλά το χαρέμι σαν τα μάτια του από τις ερωτικές διαθέσεις των ανταγωνιστών του.
Όσο για τα αυγά του, είναι μεγαλύτερα από κάθε άλλου κροκοδείλου: αφήνει 30-50 σε τρύπες στις όχθες, τα οποία φυλά η ομάδα με τη ζωή της. Δυστυχώς, οι επιστήμονες θεωρούν πως έχουν απομείνει λιγότεροι από 400 στον κόσμο, παρά το γεγονός ότι έχουν επιβιώσει στον πλανήτη κάπου… 170 εκατ. χρόνια.