Νέα επιστημονική έρευνα από το Πανεπιστήμιο του Μόντρεαλ και της Ουτρέχτης αναδεικνύει το θέμα της ανισορροπίας ζήτησης-προσφοράς του νερού, εξαιτίας της αλόγιστης χρήσης που γίνεται στα αποθέματα νερού, κυρίως εξαιτίας της γεωργίας.
Σχεδόν ένας στους τέσσερις ανθρώπους του πλανήτη ζει σε περιοχή όπου το νερό χρησιμοποιείται, για άρδευση στις αγροτικές περιοχές, με ρυθμό πολύ ταχύτερο από ό,τι μπορεί να ανανεωθεί με φυσικό τρόπο. Το γεγονός αυτό, καθιστά μη βιώσιμη τη χρήση του νερού.
Οι επιστήμονες, με επικεφαλής τον υδρογεωλόγο Τομ Γκλίσον του Πανεπιστημίου ΜακΓκιλ του Μόντρεαλ, που δημοσίευσαν τη σχετική μελέτη στο περιοδικό «Nature», έκαναν τους απαραίτητους παγκόσμιους υδρολογικούς υπολογισμούς με τη βοήθεια ηλεκτρονικών υπολογιστών και συμπέραναν ότι το «αποτύπωμα του νερού» (η περιοχή πάνω από το έδαφος που εξαρτάται από το νερό κάτω από το έδαφος) είναι έως 3,5 φορές μεγαλύτερο από το μέγεθος των υπόγειων αποθεμάτων νερού. Με άλλα λόγια, η ζήτηση νερού από τους ανθρώπους είναι κατά τόπους υπερτριπλάσια από τη προσφορά νερού που καθιστά διαθέσιμη η Φύση.
Παράλληλα, όπως αναφέρει το Reuters, οι ερευνητές πιστεύουν ότι περίπου 1,7 δισεκατομμύρια άνθρωποι, κυρίως στην Ασία, ζουν σε περιοχές όπου τόσο τα υπόγεια αποθέματα νερού, όσο και τα επιφανειακά οικοσυστήματα που εξαρτώνται από το νερό, βρίσκονται υπό απειλή.
Πάνω από το 99% του γλυκού και μη παγωμένου νερού βρίσκεται κάτω από τη γη. Η μελέτη εκτιμά ότι ευτυχώς το 80% αυτών των υπόγειων αποθεμάτων αξιοποιείται ακόμα με βιώσιμο τρόπο, όμως αυτή η λελογισμένη ζήτηση υπεραντισταθμίζεται από την αλόγιστη χρήση που γίνεται στο υπόλοιπο 20%.
Μεταξύ των περιοχών που γίνεται υπερεκμετάλλευση των πηγών νερού, κυρίως στον αγροτικό τομέα, είναι τμήματα των ΗΠΑ, το δυτικό Μεξικό, η Σαουδική Αραβία, το δέλτα του Νείλου στην Αίγυπτο, η βόρεια Κίνα και η βόρεια Ινδία.
Ο επικεφαλής της έρευνας κρούει τον κώδωνα του κινδύνου καθώς εκτιμά ότι χρειάζεται να ληφθούν περιοριστικά μέτρα, όπως όρια στη χρήση του νερού, πιο αποδοτικά συστήματα άρδευσης και αλλαγή στις διατροφικές συνήθειες, ώστε να υπάρξει καλύτερη ισορροπία ανάμεσα στη ζήτηση και την προσφορά νερού παγκοσμίως.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η εν λόγω μελέτη αναδεικνύει ένα ακόμα βασικό ζήτημα. Οι επιστήμονες δεν ξέρουν με ακρίβεια πόσο νερό υπάρχει τελικά κάτω από την επιφάνεια του εδάφους και πόσο από αυτό είναι αξιοποιήσιμο από τους ανθρώπους. Η άγνοια αυτή δυσκολεύει και τους υπολογισμούς για τη βιωσιμότητα της κατανάλωσης νερού.