Ελεύθερα αφέθηκαν στη φύση 47 σπάνια Ελάφια του Δαυίδ (milu deer), συγκεκριμένα στον υγροβιότοπο γύρω από τη λίμνη Πονγιάνγκ, με στόχο τη βελτίωση της βιοποικιλότητας και την προστασία του οικοσυστήματος της μεγαλύτερης λίμνης γλυκού νερού της χώρας.
Είναι η πρώτη φορά που αφήνονται ελεύθερα τα σπάνια ελάφια στον δρυμό αυτό της ανατολικής επαρχίας Τσιανγκσί, όπου το είδος εξαφανίστηκε πριν από περίπου 1.000 χρόνια.
Το Ελάφι του Δαυίδ είναι το πιο σημαντικό είδος του υγροβιότοπου. Αυτά που απελευθερώθηκαν ζυγίζουν έως 200 κιλά, η ηλικία τους μπορεί να φθάσει έως 10 έτη, τους έχουν εμφυτεύσει ένα μικροτσίπ ταυτότητας ενώ φέρουν και κολάρο GPS, ώστε οι ερευνητές να παρακολουθούν τις συνήθειες και τις διαδρομές τους. Σε περίπτωση που δυσκολευτούν να προσαρμοστούν στο περιβάλλον, οι ειδικοί μπορούν έγκαιρα να τους παράσχουν βοήθεια.
Το 2013 οι ερευνητές μετέφεραν δέκα Ελάφια του Δαυίδ στο Εθνικό Υγροβιότοπο της Λίμνης Πονγιάνγκ στο πλαίσιο ενός πενταετούς προγράμματος, κατά τη διάρκεια του οποίου θα παρακολουθούσαν εάν τα σπάνια αυτά ζώα μπορούσαν να προσαρμοστούν και να αναπαραχθούν στο περιβάλλον αυτό. Μέσα στην πενταετία τα ελάφια αναπαράχθηκαν και έφθασαν τα 21, ενώ τα επόμενα δέκα χρόνια θα αφεθούν και άλλα ελεύθερα γύρω από το Πάρκο της Λίμνης.
Το Ελάφι του Δαυίδ, γνωστό και ως Ελάφι του Pere David, είναι ενδημικό είδος στην Κίνα, όμως το υπερβολικό κυνήγι και η απώλεια οικότοπων οδήγησε σχεδόν στην εξαφάνισή του ήδη από τις αρχές του 20ου αιώνα. Το είδος αυτό, το οποίο εξακολουθεί να βρίσκεται υπό αυστηρή προστασία στην Κίνα, πήρε το όνομά του από τον Armand David, τον Γάλλο ιεραπόστολο και φυσιολάτρη που κατέγραψε για πρώτη φορά την ύπαρξή τους στην Κίνα το 1865.
Το 1986, η βρετανική κυβέρνηση δώρισε 39 Ελάφια του Δαυίδ στο Εθνικό Καταφύγιο του Νταφένγκ, στην ανατολική επαρχία Τσιανγκσού και έκτοτε άρχισε η αναβίωση του πληθυσμού τους στην πατρίδα τους.
Το Ελάφι του Δαυίδ αναφέρεται για πρώτη φορά στα κινεζικά βιβλία πριν από 2.000 και πλέον χρόνια. Οι Κινέζοι το αποκαλούν και «sibuxiang» δηλαδή «κανένα από τα τέσσερα» εξαιτίας των μοναδικών χαρακτηριστικών του, πρόσωπο αλόγου, ουρά γαϊδάρου, οπλές αγελάδας και κέρατα ελαφιού.