Η ρύπανση, η παράκτια οικιστική ανάπτυξη, η προστασία της βιοποικιλότητας και των οικοσυστημάτων, η βιώσιμη παραγωγή και κατανάλωση, αλλά και η προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή πρόκειται να τεθούν στο επίκεντρο της 19ης Συνόδου των συμβαλλομένων μερών της σύμβασης της Βαρκελώνης του ΟΗΕ, η οποία φιλοξενείται φέτος στην Αθήνα.
Σύμφωνα με τον αναπληρωτή υπουργό ΠΕΝ Γιάννη Τσιρώνη, ιδιαίτερη έμφαση πρόκειται να δοθεί από ελληνικής πλευράς στην περιβαλλοντική διαχείριση της προσφυγικής κρίσης, καθώς επίσης και σε θέματα που αφορούν τον τουρισμό και την αλιεία, αλλά και τις εξορύξεις σε διεθνή χωρικά ύδατα.
Η σύνοδος της UNEP/MAP αποκτά ιδιαίτερη σημασία καθώς συμπίπτει χρονικά με τον επετειακό εορτασμό των 40 χρόνων της σύμβασης. Θα διαρκέσει από τις 9 έως τις 12 Φεβρουαρίου με 150 συμμετέχοντες από όλα τα κράτη της Μεσογείου και αναμένεται να υιοθετηθεί ομόφωνα η Διακήρυξη της Αθήνας με στόχο την περαιτέρω συνεργασία για τη διασφάλιση της υγείας και της παραγωγικότητας της Μεσογείου και των ακτών της με βάση μία συλλογική πορεία προς τη βιώσιμη ανάπτυξη.
Όπως ανέφερε ο κ. Τσιρώνης, μεταξύ άλλων, γίνονται σημαντικές προσπάθειες από την ελληνική κυβέρνηση προκειμένου να υπάρξει μία βιώσιμη διαχείριση των απορριμμάτων που παράγονται από την προσφυγική κρίση, με πρώτη προτεραιότητα την επαναχρησιμοποίηση και την ανακύκλωση. Όπως έκανε γνωστό κατά τη διάρκεια συνέντευξης τύπου, στόχος είναι να δημιουργηθούν τοπικές μονάδες διαχείρισης, προκειμένου τα απορρίμματα όπως βάρκες, σωσίβια, σπασμένα πλαστικά κτλπ, να μην καταλήγουν σε ΧΑΔΑ, αλλά να επαναχρησιμοποιούνται, να ανακυκλώνονται και να μεταποιούνται. Μάλιστα, στόχος είναι η δημιουργία ενός εργοστασίου διαχείρισης στη Λέσβο, ενώ στα σχέδια βρίσκεται και η δημιουργία ενός brand με προϊόντα που προέρχονται από τέτοιου είδους απορρίμματα. Όπως επεσήμανε ο κ. Τσιρώνης, κονδύλια πρόκειται να αναζητήθούν για το συγκεκριμένο εγχείρημα από την ΕΕ, από εθνικούς πόρους, αλλά και από ιδιωτικά κεφάλαια, ενώ αναμένεται να δημιουργηθεί και σημαντικός αριθμός θέσεων εργασίας στις τοπικές κοινωνίες.
Επιπλέον, έκανε λόγο για δυνατότητα κοινών δράσεων με χώρες που πλήττονται από την κρίση όπως η Ιταλία, παραδεχόμενος ωστόσο, ότι μονομερώς η σύμβαση της Βαρκελώνης δεν μπορεί να αντιμετωπίσει σε καμία περίπτωση τις προσφυγικές ροές.
«Θέλουμε να ξαναγίνει η Μεσόγειος από ένας χώρος υγρού ενταφιασμού ψυχών, μία γέφυρα ανάμεσα σε τρεις ηπείρους, ανταλλαγής ανθρώπων, ιδεών, οικονομικών πόρων», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Τσιρώνης.
«Αυτή τη βούληση προσπαθούμε να περάσουμε και στη διακήρυξη», είπε, προσθέτοντας ότι η προστασία του περιβάλλοντος μπορεί να καταστεί αναπτυξιακός πόλος. Μάλιστα, ανέφερε ότι από πλευράς ΕΕ αναμένεται ετήσιος τζίρος περί τα 200 δις ετησίως για δραστηριότητες προστασίας της βιοποικιλότητας και βιώσιμης ανάπτυξης. Ενώ, όπως είπε, μεγάλο ποσοστό των κονδυλίων μπορεί εν΄ δυνάμει να αφορά τα παράλια της Μεσογείου, αλλά και την Ελλάδα, καθώς η χώρα μας καλύπτεται κατά 28% από περιοχές ΝΑΤURA.
Απ΄ την πλευρά της η γενική γραμματέας του ΥΠΕΝ κ. Μπαριτάκη Χριστίνα, η οποία πρόκειται μάλιστα να προταθεί από ελληνικής πλευράς ως επικεφαλής του εκτελεστικού γραφείου της σύμβασης της Βαρκελώνης της UNEP/MAP για τα επόμενα δύο χρόνια, επικεντρώθηκε σε θέματα ρύπανσης και προστασίας της Μεσογείου και αναφέρθηκε στα στρατηγικά κείμενα και τις διαδικασίες σύνταξής τους. Όπως έκανε γνωστό, μέσω της 19ης συνδιάσκεψης πρόκειται να καθοριστεί το σχέδιο δράσης της UNEP/MAP για την επόμενη δεκαετία τόσο σε επίπεδο θεματολογίας όσο και σε επίπεδο πολιτικής, αλλά και σε οικονομικό επίπεδο, με βάση τις διεθνείς δεσμεύσεις και συμφωνίες που απορρέουν τόσο από την ΕΕ, όσο και από τη σύνοδο του Παρισιού για το Κλίμα, αλλά και την ατζέντα των στόχων για τη βιώσιμη ανάπτυξη που συμφωνήθηκε στο πλαίσιο του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη.
Όπως σημείωσε κι αυτή με τη σειρά της, γίνονται προσπάθειες για να υπάρξουν όσο το δυνατόν περισσότερες αναφορές σε θέματα που αφορούν την Ελλάδα, προσθέτοντας παράλληλα, ότι πρέπει να διατηρηθεί μία ισορροπία σε σχέση με τις δυνατότητες της κάθε χώρας. Σημειώνεται τέλος, ότι η διοργάνωση της συνδιάσκεψης χρηματοδοτήθηκε από την ευρωπαϊκή επιτροπή και το Ίδρυμα Σταύρου Νιάρχου, έτσι ώστε να μην επιβαρυνθεί ο κρατικός προϋπολογισμός.