Ο αποκλεισμός των δεδομένων από ρωσικούς σταθμούς που καταγράφουν τις συνθήκες στην Αρκτική θα μειώσει την πληρότητα των δεδομένων που συλλέγονται για τη χαρτογράφηση της κλιματικής αλλαγής στην περιοχή, προειδοποιούν επιστήμονες σε δημοσίευσή τους στο περιοδικό «Nature Climate Change».
Η Αρκτική θερμαίνεται με ρυθμό περίπου δύο έως τέσσερις φορές μεγαλύτερο από τον παγκόσμιο μέσο όρο και αυτό έχει πιθανές παγκόσμιες συνέπειες. Η κατανόηση των αλλαγών στην Αρκτική βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε δεδομένα που μετρώνται σε ερευνητικούς σταθμούς στο έδαφος. Ωστόσο, μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η διεθνής έρευνα στην περιοχή συνεχίστηκε χωρίς τη Ρωσία, που όμως είναι το μεγαλύτερο γεωγραφικά έθνος της Αρκτικής.
Οι συγγραφείς της μελέτης, από πανεπιστήμια και ερευνητικά ιδρύματα της Δανίας, της Γροιλανδίας, της Φινλανδίας, της Αλάσκας, της Βρετανίας και της Ρωσίας, ποσοτικοποίησαν τον πιθανό αντίκτυπο του αποκλεισμού των ρωσικών τοποθεσιών στην αντίληψη για τις αλλαγές στην Αρκτική. Αξιολόγησαν, όπως αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, πόσο καλά αντιπροσωπεύονται οι περιβαλλοντικές συνθήκες της Αρκτικής (όπως μέση ετήσια θερμοκρασία αέρα, συνολική βροχόπτωση, βάθος χιονιού, υγρασία του εδάφους, κα) με και χωρίς τις πληροφορίες από αυτούς τους ρωσικούς σταθμούς.
Όπως διαπίστωσαν, τα δεδομένα του μοντέλου στο δίκτυο σταθμών δεν είναι πλήρως αντιπροσωπευτικά των συνθηκών του οικοσυστήματος σε ολόκληρη την Αρκτική, ακόμη και όταν όλοι οι ρωσικοί σταθμοί περιλαμβάνονται στο σύνολο δεδομένων. Όπως αναφέρουν, αυτό μπορεί να οφείλεται στις τοποθεσίες των σταθμών, οι οποίες συνήθως βρίσκονται σε περιοχές της Αρκτικής που είναι υγρότερες, θερμότερες και έχουν βαθύτερα στρώματα χιονιού και χαμηλότερη βιομάζα.
Τα ελλιπή δεδομένα αυξάνονται, ωστόσο, περαιτέρω όταν οι ρωσικές τοποθεσίες αποκλείονται από το δίκτυο των ερευνητικών σταθμών της Αρκτικής. Για παράδειγμα, μετά την εξαίρεση της Ρωσίας, το εκτεταμένο δάσος τάιγκα της Σιβηρίας δεν αντιπροσωπεύεται πλέον.