Σχεδόν όλοι οι πολίτες στην Ευρώπη – το 98%, παραπάνω δηλαδή από 9 στους 10 – αναπνέει αέρα που ξεπερνά το όριο που έχει επιβάλει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας σε ό,τι αφορά τα αιωρούμενα σωματίδια, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ΕΕ που παραθέτει ο Guardian, ο οποίος παρουσιάζει και σχετικό διαδραστικό χάρτη.
Περίπου τα 2/3 του πληθυσμού ζουν εισπνέοντας σωματίδια επιπέδου PM 2,5 που είναι υπερδιπλάσια από το όριο του ΠΟΥ, δείχνει η ανάλυση, την οποία συνέταξαν ερευνητές από την Ολλανδία και την Ελβετία.
Η χώρα που είναι το μεγαλύτερο θύμα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης είναι η Βόρεια Μακεδονία, όπου τα δύο τρίτα του πληθυσμού εισπνέουν αέρα που υπερβαίνει το όριο κατά τέσσερις φορές. Η πρωτεύουσα είναι μια από τις τέσσερις περιοχές της χώρας όπου τα επίπεδα είναι εξαπλάσια του ορίου – ανάμεσά τους και τα Σκόπια.
Διευκρινίζεται, ότι ολόκληρη η ανατολική Ευρώπη είναι σε σημαντικά χειρότερο επίπεδο από τη Δυτική Ευρώπη.
Η Ρόεμ Φερμόιλεν του Πανεπιστημίου της Ουτρέχτης στην Ολλανδία, επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας ανέφερε στη βρετανική εφημερίδα: «πρόκειται για σοβαρή κρίση δημόσιας υγείας».
«Αυτό που βλέπουμε ξεκάθαρα είναι ότι σχεδόν όλοι στην Ευρώπη αναπνέουν ανθυγιεινό αέρα».
Λόγω του μικρού μεγέθους τους, τα σωματίδια PM 2.5 περνούν από τους πνεύμονες στην κυκλοφορία του αίματος και δυνητικά επηρεάζουν όλα τα όργανα.
Σύμφωνα με εκτίμηση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος, περισσότεροι από 300.000 άνθρωποι πέθαναν λόγω της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην Ευρώπη το 2019.
Η μελέτη, η οποία εξέτασε μετρήσεις από δορυφόρους και 1.400 επίγειους σταθμούς για το έτος 2019, βρίσκεται σε συμφωνία με τα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος για το 2020.
«Το 96% του αστικού πληθυσμού [στην ΕΕ το 2020] ήταν εκτεθειμένο σε μικροσωματίδια (PM2,5) σε ποσοστό μεγαλύτερο του ετήσιου μέσου όρου των 5 μικρογραμμαρίων ανά κυβικό μέτρο που συνιστά ο ΠΟΥ» είχε αναφέρει τότε ο οργανισμός.
Οι ευρωπαϊκοί κανόνες είναι ωστόσο λιγότερο αυστηροί και έχουν οριστεί στα 25 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο, κάτι που σημαίνει ότι λίγο πάνω από το 1% των αστικών περιοχών στην ΕΕ ξεπερνά αυτό το όριο.
Την περασμένη εβδομάδα, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ψήφισε υπέρ της υιοθέτησης των κατευθυντήριων γραμμών του ΠΟΥ, ωστόσο το μέτρο δεν έχει ακόμα εγκριθεί από τις χώρες-μέλη.
Η έρευνα για λογαριασμό του Guardian έδειξε επίσης ότι οι φτωχότεροι πολίτες είναι πιθανότερο να ζουν σε περιοχές με υψηλά επίπεδα ρύπανσης, ένα εύρημα που βρίσκεται σε συμφωνία με ανάλογες μελέτες στις ΗΠΑ.
Ορισμένα από τα στοιχεία που δημοσίευσε ο Guardian για την έρευνά του σχετικά με την ατμοσφαιρική ρύπανση στην Ευρώπη είναι τα ακόλουθα:
– Σχεδόν όλοι οι κάτοικοι σε επτά χώρες της ανατολικής Ευρώπης – Σερβία, Ρουμανία, Αλβανία, Βόρεια Μακεδονία, Πολωνία, Σλοβακία και Ουγγαρία – συγκεντρώνουν διπλάσια επίπεδα μικροσωματιδίων από τις οδηγίες του ΠΟΥ.
– Περισσότεροι από τους μισούς κατοίκους της Βόρειας Μακεδονίας και της Σερβίας ζουν σε περιοχές με τετραπλάσια τιμή από την τιμή του ΠΟΥ.
– Στη Γερμανία, τα τρία τέταρτα του πληθυσμού ζουν σε περιοχές με περισσότερο από το διπλάσιο ποσοστό της καθοδήγησης του ΠΟΥ. Στην Ισπανία το ποσοστό αυτό είναι 49% και στη Γαλλία 37%.
– Στο Ηνωμένο Βασίλειο, τα τρία τέταρτα του πληθυσμού ζουν σε περιοχές όπου η έκθεση είναι μεταξύ ενός και δύο φορές μεγαλύτερη από την καθοδήγηση του ΠΟΥ, ενώ σχεδόν το ένα τέταρτο υπερβαίνει την τιμή αυτή.
– Σχεδόν 30 εκατομμύρια Ευρωπαίοι ζουν σε περιοχές με συγκεντρώσεις σωματιδίων που είναι τουλάχιστον τετραπλάσιες από τις κατευθυντήριες του ΠΟΥ.
– Στη Σουηδία, αντίθετα, δεν υπάρχει καμία περιοχή όπου τα PM2,5 να φτάνουν πάνω από το διπλάσιο της τιμής του ΠΟΥ, και ορισμένες περιοχές στη βόρεια Σκωτία είναι από τις λίγες σε όλη την Ευρώπη που πέφτουν κάτω από αυτήν.
Η κίνηση στους δρόμους, η βιομηχανία, η οικιακή θέρμανση και η γεωργία είναι οι κύριες πηγές μικροσωματιδίων PM2,5 και ο αντίκτυπος συχνά γίνεται δυσανάλογα αισθητός από τις φτωχότερες κοινότητες.
Ορισμένες πόλεις σε όλη την Ευρώπη, όπως το Λονδίνο και το Μιλάνο, καταβάλλουν προσπάθειες για την αντιμετώπιση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, από την καθιέρωση ζωνών εξαιρετικά χαμηλών εκπομπών μέχρι προγράμματα μείωσης της κυκλοφορίας και πρωτοβουλίες για το περπάτημα και την ποδηλασία. Όμως, οι ειδικοί λένε ότι οι πολιτικοί πρέπει να δράσουν επειγόντως υπό το πρίσμα των αποδεικτικών στοιχείων για τα προβλήματα που προκαλεί.