Η Χριστίνα Μαξούρη και τέσσερις εξαιρετικοί λαϊκοί μουσικοί, στήνουν και πάλι το πάλκο τους στην Κεντρική Σκηνή του Θεάτρου του Νέου Κόσμου, προσκαλώντας το κοινό σε ένα συγκινητικό μουσικό ταξίδι στη ζωή και τα τραγούδια της Σωτηρίας Μπέλλου.

Τα «Τραγούδια της Σωτηρίας», η εξαιρετικά επιτυχημένη μουσική παράσταση αφιερωμένη στην «αρχόντισσα του ρεμπέτικου», συνεχίζει να συγκινεί για τέταρτη χρονιά το κοινό, με συνεχόμενα sold out.

Με αφορμή την παράσταση, η Χριστίνα Μαξούρη μίλησε στο Newsbeast για τα «Τραγούδια της Σωτηρίας», για τη Μπέλλου, μας αποκάλυψε άγνωστες ιστορίες της σπουδαίας ερμηνεύτριας, ενώ μιλήσαμε και για τα τηλεοπτικά, αφού φέτος, τη βλέπουμε στην πετυχημένη σειρά του Alpha, «Άγιος έρωτας».

– Τέταρτη χρονιά που ανεβάζετε την παράσταση «Τα τραγούδια της Σωτηρίας», ένα ταξίδι που ξεκίνησε από το Φεστιβάλ Αθηνών. Σωστά;

Ναι, το καλοκαίρι του 2021, το πρώτο που έγιναν όλες οι εκδηλώσεις, μετά την πανδημία.

– Όταν την ανεβάζατε τότε, περιμένατε όλη αυτή την επιτυχία και τη θερμή ανταπόκριση από το κοινό;

Όχι, σε καμία περίπτωση. Το ευχόμασταν βέβαια. Ξέρεις τι γίνεται; Όταν ανεβαίνει κάτι στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, επειδή ξέρεις ότι θα είναι για δύο, πέντε παραστάσεις το πολύ, δουλεύεις πάντα για αυτόν τον αριθμό παραστάσεων. Τα «Τραγούδια της Σωτηρίας» ήταν από τις καλότυχες παραστάσεις και κάπως πήγε μόνο του όλο αυτό, οπότε δεν μπορούσαμε να μην το επαναλάβουμε. Ακούσαμε και τόσο ωραία λόγια και παρότι το ευχαριστηθήκαμε, δεν μας έφτασε, οπότε το ξανά προσπαθήσαμε.

– Κι έχει ξανά και ξανά επιτυχία. Και το κοινό είναι όλων των ηλικιών. Πού πιστεύεις ότι οφείλεται αυτό;

Όποιος έρχεται στην παράσταση, σίγουρα του αρέσει αυτό το ρεπερτόριο, θα συνδεθεί με τα περισσότερα τραγούδια. Νομίζω, αυτό που αρέσει στους θεατές/ακροατές όλων των ηλικιών στην παράσταση, είναι ότι ακούνε αυτά τα τραγούδια, χωρίς να είναι σε ένα κουτούκι και βλέπει μία παράσταση χωρίς να είναι ένας μονόλογος, αυστηρά θεατρική. Είναι η συνθήκη, αυτός ο συνδυασμός των τραγουδιών και των ιστοριών και η απλότητα που έχει – τώρα δανείζομαι λόγια θεατών – που αυτό φαίνεται ότι κερδίζει τον κόσμο, του είναι πολύ οικείο.

Και εστιάζει στον ψυχισμό της Σωτηρίας Μπέλλου.

Ναι κι επίσης όσοι αγαπούσαν τη Μπέλλου και ξέρανε κάποια πράγματα για εκείνη – τα περισσότερα από αυτά που ακούνε στην παράσταση είναι ιστορίες που πάνω κάτω όλοι ξέρουμε για το κεφάλαιο Μπέλλου. Παρόλα αυτά καταλαβαίνουμε πως έτσι όπως είναι δομημένο, τους ενδιαφέρει πάρα πολύ ο τρόπος που είχε ζήσει, όλα αυτά που είχε περάσει, το περιθώριο που βρέθηκε και πώς κατάφερε να βγει από αυτό, η συνεργασία που είχε με τους νεότερους συνθέτες από το ’65 και μετά, είναι μια συναρπαστική ιστορία.

– Και για την οποία το κοινό δείχνει ενδιαφέρον όχι με τη μορφή της κλειδαρότρυπας ή του κουτσομπολιού. Νοιάζεται πραγματικά να μάθει για εκείνη περισσότερα πράγματα. Έτσι, δεν είναι;

Ναι, πράγματι. Δεν είναι έτσι και η δική μας πρόταση. Η πρόθεση ήταν να ειπωθούν κάποιες ιστορίες με μια προφορικότητα σαν να ήμασταν σε μια παρέα και να διηγηθεί κάποιος κάτι που ξέρει για τη Μπέλλου, είτε την είχε γνωρίσει, είτε είχε ακούσει για εκείνη. Αυτός ήταν ο στόχος μας από την αρχή, καμία σχέση με κλειδαρότρυπα.

– Και πώς είναι να υποδύεσαι/ερμηνεύεις τη Σωτηρία Μπέλλου; Είχες από μικρή αυτά τα ακούσματα;

Όχι, δεν είχα τέτοια ακούσματα καθόλου. Στην πραγματικότητα άρχισα να έχω μετά το σχολείο, όταν ξεκίνησα να τραγουδάω σε παρέες και κατόπιν έγινε πιο «επαγγελματικό», οπότε άκουγα πολύ και αυτό το ρεπερτόριο. Στην παράσταση αυτή δεν υποδύομαι τη Μπέλλου, που σημαίνει ότι η δουλειά που έχουμε κάνει, δεν είχε τη διαδικασία του χτισίματος ενός ρόλου. Όπως και τα τραγούδια που είναι σε ένα πλαίσιο που τους φερόμαστε όσο πιο προσωπικά γίνεται και οι μουσικοί και εγώ. Για παράδειγμα, αν ακούσει κάποιος ένα τραγούδι πώς το λέει η Μπέλλου και πώς ακούγεται στην παράσταση δεν είναι ακριβώς ίδιες ανάσες, το κόψιμο των φράσεων, το μοίρασμα των συλλαβών, γιατί αυτό θα χρειαζόταν να συμβεί σε μια δουλειά θεατρική, κινηματογραφική ή τηλεοπτική, όπου θα την υποδυόμουνα. Εδώ, επειδή δεν την υποδύομαι, πηγαίνω με λίγο πιο προσωπικό στίγμα, είμαι δηλαδή πιο ελεύθερη και μας κινεί η αγάπη που έχουμε για εκείνη και τα τραγούδια της. Δεν υπάρχει πρόθεση μίμησης, ειδικά σε αυτή τη συνθήκη που είναι κυρίως μουσική και λιγότερο θεατρική. Είναι ένα σταθερό πάλκο και πέντε ερμηνευτές στη σκηνή.

– Εσένα τι είναι αυτό που σε γοητεύει στη Μπέλλου;

Η φωνή της είναι αυτό που με συγκλονίζει πάντα από την αρχή. Είναι σαν να μη μπορώ να ξεπεράσω ότι έχει τέτοια χροιά και μεγαλοψυχισμό στη φωνή της. Η Μπέλλου είχε μία τεράστια δωρικότητα, μια τεράστια ευθύτητα και αλήθεια.

– Παίζουν ρόλο και τα βιώματα που είχαν οι παλαιότεροι τραγουδιστές στο πώς ερμήνευαν;

Ναι, είναι σαν το τραγούδι να ήταν η σωτηρία τους, σαν αυτό να τους έδινε δύναμη να προχωρήσουν παραπέρα.

– Το κοινό πώς αντιδρά από κάτω;

Το κοινό τραγουδάει από πολύ νωρίς στην παράσταση, αφήνονται ελεύθεροι και από τη μέση και μετά της παράστασης καταλήγουμε να τραγουδάμε σχεδόν όλα τα τραγούδια ολόκληρα μαζί. Συνήθως αυτό που λαμβάνουμε από κάτω, είναι πολύ καθαρά βλέμματα, πολύ χαμογελαστά πρόσωπα. Πολλοί έρχονται και δεύτερη και τρίτη φορά. Επίσης, η παράσταση έχει πάει πολύ «στόμα με στόμα» και όσοι έρχονται για πρώτη φορά, γνωρίζουν τι θα παρακολουθήσουν, οπότε εμείς με το που μπαίνουμε, συνήθως λαμβάνουμε μια θετική ανταπόκριση. Κατά κάποιο τρόπο συμπορευόμαστε στην παράσταση με το κοινό.

– Και αυτή είναι μια άλλη ωραία συνθήκη του θεάτρου.

Πάρα πολύ. Ειδικά όταν πρόκειται για μια παράσταση που δεν είναι για παράδειγμα κωμωδία, περιμένεις μέχρι να έρθει το χειροκρότημα για να δεις την ανταπόκριση του κόσμου. Εδώ, από το πρώτο τραγούδι έχεις το χειροκρότημα του κόσμου.

– Πάντως, παρατηρώ πως ο, τι έχει να κάνει με παλαιότερους τραγουδιστές, ο κόσμος δείχνει ενδιαφέρον. Έχουν θερμή ανταπόκριση αυτού του είδους τα έργα.

Πιστεύω πως έχει να κάνει και με τις μνήμες που έχει ο καθένας μας από αυτά τα ακούσματα και που έχουμε συνδέσει με προσωπικές μας στιγμές, οπότε πάντα κάτι υπάρχει που μας ζεσταίνει την ψυχή σε αυτές τις περιπτώσεις. Είναι και σαν «καταφύγιο» για τον καθένα όταν πηγαίνει και παρακολουθεί ένα έργο που ξαναζωντανεύει τη ζωή κάποιου παλαιότερου καλλιτέχνη.

– Η Σωτηρία Μπέλλου, όπως την έχεις μελετήσει, τι χαρακτήρας ήταν;

Ήταν σαν ένα μεγάλο παιδί. Καταλαβαίνω, ότι ήταν πολύ γενναιόδωρη, μεγαλόψυχη, φιλεύσπλαχνη, φιλάνθρωπη. Την ένοιαζε ο διπλανός της πάρα πολύ και ειδικά οι αδικημένοι και οι κατατρεγμένοι και βασανισμένοι. Ταυτοχρόνως, φαίνεται να είχε και μια άχαρη πλευρά, όπως ότι μούτρωνε εύκολα, παρεξηγιόταν εύκολα, χωρίς όμως να κρατάει μούτρα. Ξέρω ένα περιστατικό που δεν το έχουμε μέσα στην παράσταση: ήταν στα γραφεία της Lyra, όπου έκαναν παρουσίαση των συναυλιών του Ηλία Ανδρεόπουλου και ήταν και η Μπέλλου ανάμεσα στα τιμώμενα πρόσωπα και είπε ο κ. Ανδρεόπουλος «ε καλά η Σωτηρία όλο λέει ότι θα σταματήσει και δεν σταματάει». Και παρεξηγήθηκε. Σηκώθηκε κι έφυγε και πήγε στη γραμματεία κι έκλαιγε λέγοντας «μα καλά να μου πει ότι δεν κρατάω το λόγο μου;». Ήταν δηλαδή τόσο «σπαθί» και καθαρή που μπορούσε να μουτρώσει σαν παιδί. Επίσης, αυτό που μου έχει κάνει εντύπωση στο βιβλίο της Σοφίας Αδαμίδου «Πότε ντόρτια, πότε εξάρες», σε όλες τις φωτογραφίες γελάει και είναι σαν παιδάκι. Είχε μια αθωότητα.

– Ήταν και μία γυναίκα δυναμική.

Δεν το συζητάμε. Ήταν «αντράκι». Και ήταν ένα παιδί πολύτεκνης οικογένειας στην επαρχία που είχε και άλλη ευθύνη και ως πρωτότοκη που ήταν αν δεν παντρευόταν πρώτη, δεν μπορούσε κανένα άλλο παιδί. Κι, όμως, η Σωτηρία τα έκανε «ανάστα ο Κύριος». Συν ότι η οικογένειά της ήταν ευκατάστατη και εκείνη γύρισε την πλάτη της και ήρθε στην Αθήνα μόλις είχε ξεκινήσει ο πόλεμος, απένταρη, κοιμόταν στον ηλεκτρικό, έκανε οποιαδήποτε δουλειά και σιγά-σιγά άρχισε να πατάει στα πόδια της και να τραγουδάει.

– Και ασχολήθηκε με το ρεμπέτικο που ήταν «απαγορευμένο». Ακόμη, δηλαδή και στο τραγούδι πήγε από τη δύσκολη οδό.

Ακριβώς, βέβαια αυτό της έτυχε γιατί όταν πρωτοέπαιξε σε μαγαζί στα Εξάρχεια, στην ταβέρνα του Καλλέργη τραγουδούσε ελαφρύ ρεπερτόριο, η Βέμπο ήταν το ίνδαλμά της, σε αυτήν ήθελε στην πραγματικότητα να μοιάσει. Και εκεί την άκουσε ο Βασίλης Tσιτσάνης και μετά επειδή ήταν όλοι μία γενιά – με τον Παπαϊωάννου, τον Καλδάρα, τον Χιώτη – συνέχισε μαζί τους κι έκανε τις μεγάλες επιτυχίες. Με τον Μάρκο Βαμβακάρη, αν και δεν συνεργάστηκαν δισκογραφικά, είχαν μεγάλη επιτυχία στο πάλκο. Το ρεμπέτικο τη στιγμάτισε και εκείνη το ίδιο.

– Φέτος, εκτός από τα «Τραγούδια της Σωτηρίας» σε είδαμε και στην εξαιρετική παράσταση του Γιάννη Καλαβριανού «Η πύλη της κόλασης» και τηλεοπτικά στον «Άγιο έρωτα». Αυτή η εμπειρία, η τηλεοπτική, πώς σου φαίνεται;

Η τηλεοπτική επαφή ξεκίνησε πέρυσι με το «Προξενιό της Ιουλίας» που το ευχαριστήθηκα πολύ. Είναι πολύ ωραία η εμπειρία. Και φέτος, ο «Άγιος έρωτας» είναι μια πολύ ωραία εμπειρία. Όταν ήρθε η πρόταση, ήταν δεδομένο ότι θα το κάνω, ήξερα και τη σειρά, η οποία είναι προσεγμένη και καλογυρισμένη. Μου άρεσε που η Καλλιόπη ήταν εκ διαμέτρου αντίθετη ως χαρακτήρας από εκείνον της Στεφανίας στο «Προξενιό της Ιουλίας». Αυτό που με εξέπληξε πέρυσι και συνέβη και φέτος και δεν το περίμενα, ήταν ότι θα δενόμουν τόσο με τους ανθρώπους, τους συντελεστές. Δεν είχα εμπειρία τηλεοπτική και δεν περίμενα πως θα συνέβαινε αυτό, όπως στο θέατρο που μετά από μήνες προβών, γίνεσαι μια οικογένεια με τους συνεργάτες σου. Το ίδιο συνέβη και τώρα με τις δύο σειρές και είναι λογικό, είναι πολλές οι ώρες, τα γυρίσματα, αλλά ήμουν και τυχερή γιατί συνεργάστηκα με εξαιρετικούς ανθρώπους.

– Η Καλλιόπη πώς σου φαίνεται ως ρόλος;

Δεν συμφωνώ μαζί της, αλλά την καταλαβαίνω, την έχω δικαιολογήσει μέσα μου. Είναι μιας γενιάς άνθρωπος που μεγάλωσε σε μια δύσκολη συνθήκη, σε ένα καταπιεστικό περιβάλλον και αντί να πάει αντίθετα από αυτό, το υιοθέτησε ολοκληρωτικά για να μπορέσει να επιβιώσει. Και σε μια κοινωνία που η γυναίκα δεν λογαριάζεται ως ισχυρό φύλο.

– Εσύ εκτός από ηθοποιός, είσαι κι ερμηνεύτρια.

Ας το πούμε (γέλια). Είναι ένα κομμάτι το οποίο καλλιεργώ όσο μπορώ, πέρα από τα μαθήματα. Πολλές φορές θα συνεργαστώ με κάποιους που εκτιμώ ή με καλούν να κάνω κάποιες συνεργασίες. Και τώρα με τη Σωτηρία Μπέλλου επί τέσσερα χρόνια ασχολούμαι με το τραγουδιστικό κομμάτι.

– Μικρή έλεγες ότι θα ήθελες να γίνεις ηθοποιός;

Δεν έλεγα όχι, αν και οι δικοί μου λένε ότι το έλεγα. Δεν είχα τέτοια επιθυμία, ούτε ήμουν παιδί που έβλεπε θέατρο. Απλώς, καταλαβαίνω ότι είχα μια καλή σύνδεση με αυτό και όταν γεννήθηκε η επιθυμία, μπορούσα να την εκφράσω και να πάω προς τα εκεί. Μια έλξη που ένιωσα όταν είδα μια παράσταση όσο ήμουν στο σχολείο, κατάλαβα ότι ήθελα αυτό, να είμαι πάνω στη σκηνή, δεν χρειάστηκα δηλαδή κάτι παραπάνω για να το ομολογήσω.

– Έχεις διαγράψει μια ωραία πορεία, έχεις συνεργαστεί με σημαντικούς σκηνοθέτες.

Ναι, ήμουν τυχερή.

– Εκτός από το ταλέντο χρειάζεται και τύχη;

Τύχη και πολλή δουλειά. Και πολλή πίστη στον εαυτό σου, αλλά και στην ίδια την τέχνη. Είναι μια διαρκής και αόρατη επαφή. Συνήθως όσο δουλεύεις περισσότερο και βρίσκεσαι με φωτισμένους συνεργάτες, θέλεις όλο και περισσότερο να το κάνεις.

Εσύ επιλέγεις και βάσει ενστίκτου;

Εξαρτάται από την πρόταση, είναι πολλές οι παράμετροι που ζυγίζεις κάθε φορά, αλλά ναι το ένστικτο είναι ισχυρό. Το μέσα σου ξέρει, από την πρώτη στιγμή που θα ακούσεις μία πρόταση.

Λίγα λόγια για την παράσταση

Η Χριστίνα Μαξούρη, ηθοποιός και τραγουδίστρια, μία από τις πιο χαρακτηριστικές και αξιοσημείωτες φωνές της γενιάς της, δίνει νέα πνοή στα τραγούδια της Σωτηρίας στο σήμερα. Οι σκοποί του Τσιτσάνη, του Παπαϊωάννου, του Μητσάκη, του Καλδάρα, του Σαββόπουλου, του Μούτση, του Ανδριόπουλου, του Λάγιου και άλλων, μπλέκονται με μαρτυρίες για τη ζωή της Μπέλλου, μέσα από λόγια της ίδιας αλλά και ανθρώπων που τη γνώρισαν.

Κι όμως η παράσταση δεν έχει τον χαρακτήρα ή τον σκοπό της βιογραφίας, αλλά τη διάθεση να δημιουργήσει μία ατμόσφαιρα γιορτής. Μία κοινή εμπειρία όπου όλοι μοιραζόμαστε τις ιστορίες και τα τραγούδια και ερχόμαστε πιο κοντά.

Τα τραγούδια της Σωτηρίας: με τη Χριστίνα Μαξούρη
Ιδέα: Δημήτρης Χαλιώτης
Καλλιτεχνική επιμέλεια: Δημήτρης Χαλιώτης, Χριστίνα Μαξούρη
Σκηνογραφική επιμέλεια: Σωτήρης Μελανός
Φωτογραφίες: Πάτροκλος Σκαφίδας

Τραγούδι Χριστίνα Μαξούρη
Μουσικοί επί σκηνής Δημήτρης Κουφογιώργος μπουζούκι, Βασίλης Προδρόμου κιθάρα−τραγούδι, Δημήτρης Κούστας ακορντεόν, Ζαχαρίας Γερασκλής μπουζούκι−τραγούδι

Παραστάσεις: Κάθε Δευτέρα & Τρίτη 21.00
Εισιτήρια: more.com & nkt.gr

Θέατρο του Νέου Κόσμου – Κεντρική Σκηνή
Αντισθένους 7 & Θαρύπου, Νέος Κόσμος