Ήταν το 2015, πριν από 10 χρόνια, όταν ο Τάκης Χρυσικάκος ανέβασε για πρώτη φορά στη σκηνή το τελευταίο έργο του Νίκου Καζαντζάκη «Αναφορά στον Γκρέκο». Το μαγικό αυτό θεατρικό ταξίδι ξεκίνησε από την Κρήτη, τη γενέτειρα του οικουμένικου συγγραφέα, προκαλώντας μεγάλο ενθουσιασμό και συγκίνηση.

Στις 4 Ιουνίου του ίδιου έτους, μετά από πρόσκληση του τομέα πολιτισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η παράσταση παρουσιάστηκε στις Βρυξέλλες, ενώ η καλοκαιρινή πρεμιέρα της πραγματοποιήθηκε στο Ηράκλειο, στον τάφο του Καζαντζάκη με την υποστήριξη του Δήμου Ηρακλείου.

Και σήμερα, 10 χρόνια μετά, ο Τάκης Χρυσικάκος ανεβάζει την «Αναφορά στον Γκρέκο» στο Θέατρο Τόπος Αλλού, σε μια περίοδο που ο κόσμος έχει και πάλι «ανάγκη από μια θαραλλέα φωνή σαν του Καζαντζάκη», όπως επισημαίνει ο σημαντικός ηθοποιός, μιλώντας στο Newsbeast με αφορμή την παράσταση.

Η «Αναφορά στον Γκρέκο» είναι το τελευταίο έργο του μεγάλου έλληνα συγγραφέα. Ένα είδος πνευματικής αυτοβιογραφίας ή, όπως τη χαρακτηρίζει ο ίδιος ο Καζαντζάκης, μια «αναφορά» στον Δομήνικο Θεοτοκόπουλο με τη στρατιωτική έννοια του όρου, σχετικά με τους στόχους του και τις προσπάθειές του.

Ακολουθεί η συνέντευξη του Τάκη Χρυσικάκου στο Newsbeast.

– Πώς έγινε η επιλογή του συγκεκριμένου έργου, το οποίο ανεβάσατε για πρώτη φορά πριν από 10 χρόνια;

Όπως οι περισσότεροι νέοι, έτσι κι εγώ στην εφηβεία μου ήμουν λάτρης του Καζαντζάκη. Κάποια στιγμή, από αυτές τις παραστάσεις που κάνω τα τελευταία χρόνια, τη θεατροποιημένη αφήγηση, ένιωσα ότι έπρεπε να ακουστεί μια θαρραλέα φωνή, όπως είναι εκείνη του Νίκου Καζαντζάκη. Γιατί αυτό είναι το κριτήριό μου: κοιτάζω τι ανάγκη έχει η εποχή. Και πριν 10 χρόνια -όπως και σήμερα- είχε ανάγκη από μια θαρραλέα φωνή. Αυτή, λοιπόν, είναι η αιτία που αποφάσισα να κάνω την παράσταση. Έπεσα και πάνω στην προτροπή των εκδόσεων Καζαντζάκη, με τη Νίκη Σταύρου να μου λέει: «Μην ψάχνεσαι, αυτό είναι το μεγάλο του έργο». Αυτή η ιστορία μού πήρε περίπου έξι μήνες πρόβες και άλλους τρεις μήνες για να μπορέσω να διαχειριστώ αυτό το μεγάλο κείμενο και να μπορέσω να κάνω τη θεατρική προσαρμογή. Είχα τη χαρά και την τύχη -σε συνεργασία με το ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης- να μας καλέσει ο τομέας πολιτισμού του Ευρωκοινοβουλίου να παίξουμε στις Βρυξέλλες. Αυτή ήταν μια μεγάλη τιμή, όμως η μεγαλύτερη ήταν όταν για πρώτη φορά δόθηκε άδεια από το ΚΑΣ και παίξαμε στον τάφο του Καζαντζάκη.

– Πώς νιώσατε;

Τι να σας πω. Μου κόπηκαν τα πόδια. Το να παίζεις Καζαντζάκη στον τάφο του, αντιλαμβάνεστε πώς ένιωσα. Το πιο συγκινητικό ήταν τα λόγια που άκουσα μετά την παράσταση. Όταν στο τέλος του έργου απομακρύνομαι και περπατούσα έτσι σιγά σιγά προς τα δέντρα και το φως μίκραινε, μου είπαν ότι η φιγούρα έμοιαζε με εκείνη του Καζαντζάκη, πως ήταν σαν να βγήκε από τον τάφο του και περπατούσε. Τι να πω, πραγματικά.

– Υπάρχει, πάντως, μια ομοιότητα. Η κορμοστασιά σας, οι κινήσεις σας.

Η αλήθεια είναι ότι το λένε πολλοί αυτό μετά από το τέλος της παράστασης

– Έχετε μπει και μέσα στον ρόλο. Για να το πετύχετε, χρειάζεται και αυτή η κατάδυση στον ψυχισμό του Καζαντζάκη. Έτσι, δεν είναι;

Είναι κάτι που σπάνια συμβαίνει. Έχω πενήντα χρόνια πάνω στη σκηνή. Ο Καζαντζάκης είναι σαν να μου ξεκλείδωσε πράγματα, μου έβγαλε πράγματα που είχα στο υποσυνείδητο και δεν μπορούσα να τα εκφράσω με λόγια. Και όταν πια άρχισα να δουλεύω το κείμενο, αυτή η κατάθεση ψυχής του Καζαντζάκη στον Ελ Γκρέκο -γιατί περί αυτού πρόκειται, αφηγείται τη ζωή του στον Θεοτοκόπουλο- έγινε και δική μου κατάθεση. Οι στοχασμοί που υπήρχαν βαθιά στο υποσυνείδητό μου βρήκαν έκφραση και λόγια. Αυτό, το να υπάρξει τέτοια ταύτιση με αυτό που παίζεις, μπορώ να πω πως στα 50 χρόνια που είμαι στη σκηνή, σπάνια συμβαίνει. Συνήθως, ερμηνεύουμε έναν ρόλο. Εγώ εδώ δεν παίζω κανέναν ρόλο στη σκηνή. Βγαίνω και λέω αυτά που πιστεύω, γιατί ο Καζαντζάκης μού τα έβαλε στο στόμα. Είναι κάτι σπάνιο.

– Είναι σαν να κάνετε κι εσείς μια αναφορά.

Πράγματι. Γιατί σκεφτόμουν ότι ο Καζαντζάκης κάνει έναν απολογισμό της ζωής του κι εγώ με αυτή την παράσταση κάνω μια κατάθεση της δουλειάς μου. Αν με ρωτήσετε στα 50 χρόνια που είμαι στο θέατρο, ποια είναι η πιο σημαντική στιγμή για εμένα, θα σας απαντούσα η «Αναφορά στον Γκρέκο».

– Για να ανεβάσεις ένα έργο του Καζαντζάκη στη σκηνή -έχετε αναλάβει και τη σκηνοθεσία- θέλει μια καλλιτεχνική ωριμότητα. Οπότε, θα λέγατε ότι ήρθε και στο σωστό timing για εσάς;

Κοιτάξτε, γενικά ως άνθρωπος του θεάτρου -είτε ως σκηνοθέτης είτε ως ηθοποιός-, θα έλεγα πως ένα θέαμα ξεχωρίζει από ένα άλλο με την αισθητική του. Η αισθητική καθορίζεται από δύο παράγοντες: από την τεχνική ερμηνευτική και από τη γνώση που έχει συσσωρευτεί με τα χρόνια αυτά και πια τα λόγια που βγαίνουν είναι καταστάλαγμα μιας πορείας μεγάλης και μιας γνώσης και είναι φιλτραρισμένα από αυτή την τεχνική και γνώση. Όταν ήμουν νεότερος, έκανα πολύ ωραία πράγματα, αλλά δεν υπήρχε αυτή η γνώση που αποκτούν -αν μου επιτρέπετε- άλλη ποιότητα πια τα πράγματα.

– Και την εισπράττει και το κοινό αυτή την ποιότητα. Υπάρχει κάτι που να σας έχει συγκινήσει από τις αντιδράσεις του κοινού;

Είναι τόσο συγκινητικά όσα μου λένε, που ντρέπομαι να το πω. Με συγκίνησε πάρα πολύ όταν μου έγραψε κάποιος στην Κρήτη: «Ήρθα και είδα την παράσταση. Αύριο θα έρθω και με τον γιο μου και, αν δεν του αρέσει, σημαίνει ότι δεν είμαι καλός πατέρας και δεν τον έχω μεγαλώσει σωστά».

– Ξέρετε τι, η δική μας γενιά διάβαζε Καζαντζάκη από νωρίς. Οι νεότερες γενιές δεν έχουν την ίδια επαφή και νομίζω πως καλό είναι να ανεβαίνουν τέτοιες παραστάσεις, για να μπορούν να ανακαλύπτουν τους μεγάλους συγγραφείς και να τους μαθαίνουν καλύτερα, πέρα από την επιδερμική επαφή στο σχολείο, μιας και πλέον δεν διαβάζουν βιβλία.

Ναι, σωστό είναι αυτό, γιατί τώρα με τη διάδοση του διαδικτύου τα παιδιά δεν διαβάζουν λογοτεχνικά βιβλία. Και αυτό είναι ένα τεράστιο πρόβλημα, γιατί χάνουν την ουσία. Η λογοτεχνία είναι τεράστια γνώση, να γνωρίζεις δηλαδή διάφορες εποχές, φιλοσοφίες, πολιτισμούς.

– Έρχονται νέοι στο θέατρο;

Έρχονται, όμως, επί το πλείστον είναι μεγαλύτερης ηλικίας θεατές. Γενικά, στο θέατρο είναι πιο μεγάλοι, εκτός από κάποια θεάματα που είναι μεταξύ κωμικής παράστασης και stand up comedy κι απευθύνονται στη γλώσσα των παιδιών. Έχει μια ευκολία, δεν έχει αυτή την αναζήτηση, αυτή τη λεξη που ταιριάζει στο θέατρο, την ψυχαγωγία, δηλαδή άγεται η ψυχή μου.

– Ή είναι πιο ινσταγκραμικοί οι πρωταγωνιστές και γνωστοί στα social media με πολλούς followers.

Κοιτάξτε, δεν τους κατακρίνω. Είναι η εποχή μας τέτοια. Ούτε κατακρίνω κι εκείνος που πηγαίνουν σε «φτηνά» θεάματα, έχουν ανάγκη να πάνε.

– Είχα διαβάσει πριν από 10 χρόνια όταν ανεβάσατε την παράσταση για πρώτη φορά πως «σήμερα είναι η κατάλληλη στιγμή για να ακουστεί η φωνή του μεγάλου αυτού Κρητικού». Θα λέγατε πως αυτό ισχύει και σήμερα, 10 χρόνια μετά;

Βεβαίως. Όλη αυτή η ανακατωσούρα που συμβαίνει αυτή η στιγμή, χρειάζεται μια τέτοια δυνατή φωνή. Ο Καζαντζάκης δεν είναι ένας συγγραφέας που στο τέλος έχεις μια ωραία μυθοπλασία. Ο Καζαντζάκης σού δείχνει τον τρόπο της ζωής, σου προτείνει πράγματα τα οποία μετά δεν φεύγουν, μένουν. Για παράδειγμα, μια φράση του λέει: «Φτάσε όπου δεν μπορείς». Μη μένεις στις ευκολίες. Αυτές δεν οδηγούν πουθενά. Θυμάμαι όταν δίδασκα στη Σχολή του Διαμαντόπουλου, μου είχε πει κάποτε ο Βασίλης: «Τάκη, ο μεγαλύτερος εχθρός του ταλέντου είναι το ταλέντο». Ό,τι κατακτάς με μόχθο, μένει και σε πηγαίνει μπροστά. Η ευκολία ανακυκλώνεται και φέρνει τη φθορά, την κούραση, τη μη εξέλιξη.

– Πάντως, σήμερα λείπουν πολύ φωνές σαν του Καζαντζάκη. Όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στον κόσμο.

Μα είναι παγκόσμιο φαινόμενο αυτό. Το βλέπω και στο θέατρο. Πού είναι σήμερα συγγραφείς όπως ο Μπέκετ, ο Πίντερ και άλλοι; Βγαίνουν κάποια έργα συμπαθητικά, αλλά όχι έργα που θα μείνουν στην ιστορία. Εκτός από τους πνευματικούς ηγέτες, πείτε μου πού είναι οι πολιτικοί ηγέτες; Πουθενά, δεν υπάρχουν. Εμείς πείτε πώς κουβαλάμε αυτούς τους ανθρώπους, κάποιους τους συναντήσαμε κιόλας. Τα παιδιά σήμερα, τα νέα -είτε είναι στο θέατρο, είτε σε άλλους επαγγελματικούς χώρους- ποια είναι τα πρότυπα που έχουν; Δεν φταίνε αυτοί. Φταίει η εποχή μας. Από τη φύση μου, όμως, είμαι αισιόδοξος.

– Με την παράσταση πηγαίνετε και στην περιφέρεια και, ως άνθρωπος της περιφέρειας, θέλω να τονίσω εδώ πόσο σημαντικό είναι αυτό που κάνετε. Δεν είναι σε όλους δίπλα η Αθήνα, για να έρχονται στο θέατρο.

Μένω στο Πόρτο Ράφτη και στον απολογισμό που κάνω, ρωτάω τον εαυτό μου αν είναι χρήσιμο αυτό που κάνει. Τον χειμώνα πιστέψτε με, που είναι ελάχιστες οι παραστάσεις οι οποίες πηγαίνουν στην περιφέρεια, ναι, είναι χρήσιμο. Ξέρετε, είναι σημαντικό αυτό, να δούνε μια παράσταση και όχι μόνο τον χειμώνα.

– Και όπως και να το κάνουμε, το θέατρο είναι οι ρίζες μας. Έτσι, δεν είναι;

Φυσικά. Και ειδικά όταν είναι κάτι σημαντικό, όπως η «Αναφορά στον Γκρέκο», το τελευταίο έργο του Νίκου Καζαντζάκη, μια προσωπική κατάθεση της ζωής του. Η «Αναφορά» είναι με τη στρατιωτική έννοια… «Και αν πολέμησα κι εγώ μαζί σου, κι αν λαβώθηκα χωρίς να μάθει κανένας πως πόνεσα, κι αν δεν γύρισα ποτέ την πλάτη μου στον εχθρό μου, δώσε μου την ευχή σου», λέει στον Ελ Γκρέκο.

– Γίνεται αναφορά και στον Θεό;

Βέβαια. Μαζί με τον Σικελιανό πήγαν για σαράντα μέρες στο Άγιο Όρος και μετά ταξίδεψε στα Ιεροσόλυμα, Νεκρά Θάλασσα και Γαλιλαία και λέει ο Καζαντζάκης: «Ποτέ δεν είχα νιώσει με τόσο πόνο και με τόση γλύκα να πέφτει στάλα στάλα το αίμα του Χριστού στην καρδιά μου». Μιλάει με λατρεία στο τέλος πια της διαδρομής του κι έχοντας διαβάσει όλες τις φιλοσοφίες και θρησκείες του κόσμου, για να καταλήξει. Στο τέλος, λοιπόν, είναι απόλυτα πιστός. Αυτό που είπε και στην εκκλησία, όταν ήθελαν να τον αφορήσουν: «Άγιοι Πατέρες, εσείς μου δώσατε μία κατάρα, εγώ σας δίνω μια ευχή: να είστε τόσο πιστοί, όσο είμαι κι εγώ». Και μόνο ο Πατριάρχης είπε όχι στον αφορισμό του, λέγοντας πως η βιβλιοθήκη του Πατριαρχείου κοσμείται από τα βιβλία του Καζαντζάκη.

– Και καλώς το επισημαίνετε γιατί υπάρχει μέχρι και σήμερα αυτή η παρεξήγηση πως ο Καζαντζάκης αφορίστηκε από την εκκλησία.

Ναι, γιατί για τον «Τελευταίο Πειρασμό» τον αφόρισε το Βατικανό. Η, δε, «Αναφορά στον Γκρέκο» γίνεται καταρχήν γιατί είναι και αυτός Κρητικός, αλλά κι επειδή όπως λέει, απ’ όλους τους αγωνιστές, είναι ο μόνος που μπορεί να τον νιώσει. Ο Θεοτοκόπουλος διώχτηκε περισσότερο από τον Καζαντζάκη ως αιρετικός. Έκαιγαν τους πίνακές του στις πλατείες. Καταδικάστηκε δύο φορές σε θάνατο και τον έσωσε ο πεθερός του. Γι’ αυτό, λοιπόν, κάνει τον απολογισμό της ζωής του σε αυτόν, επειδή τον αισθάνεται σαν να είναι συγγενικό του πρόσωπο.

– Εσάς τι είναι αυτό που σας γοητεύει περισσότερο στην «Αναφορά στον Γκρέκο»;

Κοιτάξτε, είναι πολλά εκείνα που με γοητεύουν. Για εμένα γοητεία είναι να διαβάζω κάτι και να ανατριχιάσω, να βουρκώσω, να νιώσω αυτή την πνευματική ανάταση. Όταν λέει ο Καζαντζάκης «να λυτρωθώ από το μέσα μου σκοτάδι και να το κάνω φως», είναι μια παραδοχή του που είναι και δική μου. Αποδέχομαι αυτή την πάλη καλού και κακού και σκοπός μου είναι να νικήσει το φως. Είναι πολλά τα σημεία του Καζαντζάκη που με κάνουν να νιώθω συγκίνηση και ανάταση.

– Πιστεύετε πως θα νικήσει το φως;

Πάντα, κερδίζει το φως. Σε όποιο σημείο και αν φτάσει η ανθρωπότητα, στο τέλος το φως κερδίζει. Όλα αυτά που ζούμε είναι δοκιμασίες, για να δούμε αν μπορούμε να πάμε παρακάτω. Δείτε όλη την πορεία της ανθρωπότητας. Πάντα, κάποια στιγμή κερδίζει το καλό. Αυτή είναι η αιώνια μάχη και στις θρησκείες και στην πολιτική και στην καθημερινότητα των ανθρώπων.

Λίγα λόγια για το έργο

Η «Αναφορά στον Γκρέκο» ξεκινά από τα παιδικά του χρόνια και σταματά στην ημέρα της «κρητικής ματιάς» και στη σύλληψη της Οδύσσειας. Δεν αφηγείται το σύνολο της ζωής του, αλλά παρουσιάζει τους σταθμούς της πνευματικής του πορείας, χωρίς να ακολουθεί την αυστηρή χρονολογική σειρά της πραγματικής του βιογραφίας.

Στην παράσταση πρωταγωνιστεί ο Τάκης Χρυσικάκος, που ερμηνεύει τον Νίκο Καζαντζάκη και πρόσωπα του έργου του και συνομιλεί με τους πρωταγωνιστές του, τον Καπετάν Μιχάλη, τον Αλέξη Ζορμπά, τον Δομήνικο Θεοτοκόπουλο και την ωραία Ελένη του Ομήρου!

Μια παράσταση, που μέσα από τους ήρωες των έργων του Νίκου Καζαντζάκη και τις εξομολογήσεις του (στον παππού του, όπως αποκαλεί τον Ελ Γκρέκο), συναντάμε το μεγαλείο της Ελλάδας και το ανυπόταχτο πνεύμα του ίδιου του συγγραφέα.

Ταυτότητα παράστασης

Θεατρική προσαρμογή – σκηνοθεσία-εικαστικά: Τάκης Χρυσικάκος
Συνεργάτιδα – σκηνοθέτις: Εμμανουέλα Αλεξίου
Επιλογές τραγουδιών: Χαΐνης Δημήτρης Αποστολάκης

Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Σάββατο 20:30, Κυριακή 20:30
Διάρκεια: 85 λεπτά
Προπώληση: more.com

Θέατρο ΤΟΠΟΣ ΑΛΛΟύ
Κεφαλληνίας 17 & Κυκλάδων, Κυψέλη