Προετοιμάζεται για τη μία και μοναδική συναυλία του γι’ αυτό το
καλοκαίρι, τη Δευτέρα στο Θέατρο Βράχων. Λίγο πριν ανέβει στη σκηνή μιλά
στην Ελευθεροτυπία για την κρίση της πολιτικής, την αριστερά που δεν
δίνει πια «ούτε όνειρο» αλλά και…
Οι τυχεροί που θα βρεθούν στο Βύρωνα τη Δευτέρα, θ’ ακούσουν ό,τι περίπου συμπεριέλαβε στις χειμωνιάτικες συναυλίες του, στο «Παλλάς», με κύριο άξονα τα τραγούδια από «Το φορτηγό» και «Το περιβόλι του τρελλού», αλλά και μερικά ακόμα της ίδιας περιόδου, τα οποία, λόγω λογοκρισίας, δεν ηχογραφήθηκαν τότε.
Τα εισιτήρια κοστίζουν 15 ευρώ και 10 το φοιτητικό, και πωλούνται στο Δημαρχείο
Βύρωνα και στα δισκοπωλεία «Metropolis» και «Salina». Επίσης στην Ticket
Services (Πανεπιστημίου 39, στοά Πεσμαζόγλου) ή στα
www.ticketservices.gr και www. i-ticket.gr, ή στο τηλέφωνο 801-11-60000.
Στο Φεστιβάλ Βύρωνα, όπου το εισιτήριο συγκλίνει γενικώς στα 20 ευρώ, ζητήσατε να έχει το δικό σας 15 ευρώ. Τι σημαίνει αυτή η κίνηση;
«Και 10 το φοιτητικό. Δεν έχω την ψευδαίσθηση ότι λύνω κανένα πρόβλημα, αλλά δεν είμαστε και παχύδερμα. Πάρτε το σαν συμπαράσταση, σαν κάτι για να νιώσω λίγο καλύτερα».
Η προσωπική δράση και η ανάληψη όσων ευθυνών αναλογούν στον καθένα, είναι αναμφίβολα υγιής αντίδραση. Μήπως όμως αυτό το «όλοι φταίμε» είναι εξαιρετικά βολικό για όσους προσπαθούν να αποσείσουν τις δικές τους, μεγαλύτερες ευθύνες;
«Αν θέλουμε να αλλάξουμε, ας αρχίσουμε από τον εαυτό μας. Είδατε κανένα συνδικαλιστή να απεργεί επειδή δεν χωρούσε άλλους το Δημόσιο και βουλιάζαμε; Αλλά είναι επίσης γεγονός ότι πέσαμε στο κλαψούρισμα του “όλοι φταίμε”. Ναι, αλλά όχι το ίδιο. Η κατηγορία πρέπει να είναι συγκεκριμένη, να ‘χει τεκμηρίωση και να ακολουθεί η παραδειγματική τιμωρία. Με πέντε πορίσματα για το Βατοπέδι δεν είμαι και πολύ αισιόδοξος. Τι είδους εξεταστικές επιτροπές είναι αυτές; Το πρωί ανακρίνουν και το βράδυ βολτάρουν στα παράθυρα των ειδήσεων. Αναρωτιέμαι αν σιωπούσαν τόσα χρόνια ή δεν ξέραν’ τι τους γίνεται ή καταγγέλλουν τώρα τους συνενόχους τους για να βγουν οι ίδιοι “περιστεράκια”».
«Πολιτική πρόταση δεν υπάρχει. Ψαχνόμαστε…», λέγατε πέρυσι. Τι μεσολάβησε ώστε να στηρίξετε δημοσίως την πολιτική πρόταση του Γιώργου Παπανδρέου και της κυβέρνησης;
«Το εκλογικό αποτέλεσμα πέρυσι έδειξε ότι ο Γιώργος Παπανδρέου είναι η μόνη λύση. Νομίζω ότι όλους μάς άγγιξε το “Αλλάζουμε ή βουλιάζουμε”. Από κει και πέρα, όμως, είπα ότι δεν φαίνεται να υπάρχει δυστυχώς κανένα πρόγραμμα εξόδου από την κρίση. Τρέχουν να προλάβουν την καταστροφή. Είπα, επίσης, ότι ο πρωθυπουργός πρέπει πια να μείνει εδώ στην Ελλάδα, γιατί αντιμετωπίζουμε χάος».
Τα τελευταία χρόνια χαρίσατε τη δημόσια στήριξή σας σε πολιτικά πρόσωπα ή ιδέες που δεν εξέφραζαν κατ’ ανάγκην τον Σαββόπουλο των νεανικών σας χρόνων. Άλλοτε φανήκατε αμήχανος (όπως με τη «Μοναξιά της Αμερικής»). Κατά καιρούς το πληρώσατε, γιατί ένα μέρος του κοινού απαιτεί μια «ακίνητη» συνέπεια από τον δημιουργό. Είστε, ωστόσο, ο ίδιος Σαββόπουλος του «Πονηρού Πολιτευτή»;
Ο συνθέτης την εποχή που το «Κούρεμα» (1989) ενοχλούσε, γιατί μας αποκαλούσε «Κωλοέλληνες». Τώρα, όπως λέει, οι δημοσιογράφοι χρησιμοποιούν στίχους του για τα πολιτικά τους σχόλια, π.χ. «ένα όραμα κονόμας» Ο συνθέτης την εποχή που το «Κούρεμα» (1989) ενοχλούσε, γιατί μας αποκαλούσε «Κωλοέλληνες». Τώρα, όπως λέει, οι δημοσιογράφοι χρησιμοποιούν στίχους του για τα πολιτικά τους σχόλια, π.χ. «ένα όραμα κονόμας» «Ναι, εδώ ο ίδιος. Αλλά γενικώς παρατηρώ ότι αλλάζω κάθε τέσσερα-πέντε χρόνια περίπου και κάθε φορά έχω δίκιο. Ακούω τώρα -και τους ευχαριστώ- να χρησιμοποιούν σε εκπομπές για να κοσμήσουν τα πολιτικά τους σχόλια στίχους μου απ’ το “Κούρεμα”: “Ενα όραμα κονόμας”. Ή το άλλο: “Ενας βίος φιλοτομάρης”. Ή “Κωλοέλληνες”. Καλώς ή κακώς τραγουδώ μόνο όπως νιώθω. Η χαρά και η αμηχανία μου έχουν να κάνουν μόνο με τις δικές σας αντιδράσεις».
Μετά το «Κούρεμα» και την τολμηρή πολιτική σας «έκθεση», αποφύγατε αναλόγως ριψοκίνδυνα διακυβεύματα. Σας στοίχισε εκείνη η ιστορία;
«Μου στοίχισε βέβαια αλλά δεν κάθησα να το σκεφτώ. Δεν “μαζεύτηκα” -και αν κρίνω από τις ερωτήσεις σας, συνέχισα να εκτίθεμαι».
Συμμερίζεστε όσους προβλέπουν έναν πολύ δυσοίωνο και ταραγμένο Σεπτέμβριο;
«Ναι. Πολλά νεύρα τριγύρω. Στα ταξί, στα φανάρια. Στέγνωσε η αγορά. Στέγνωσε η καθημερινότητα. Ακούστε. Το σύστημα δεν τα βγάζει πέρα. Δεν φαίνεται ικανό να αυτοκαθαρθεί και να ανανεωθεί. Πώς είναι δυνατόν άνθρωποι που μας φέραν’ ώς εδώ να μας σώσουν τώρα; Συμμερίζομαι την άποψη που λέει ότι οι εκλογές της Τοπικής Αυτοδιοίκησης το φθινόπωρο είναι ξάφνου μια ευκαιρία στο σκοτάδι. Το είπε πολύ ωραία ο Ράμφος στην τηλεόραση. “Να προχωρήσουμε στην Τέταρτη Δημοκρατία”, είπε. Θα μπορούσε, δηλαδή, δίπλα στις λίστες των κομμάτων να εμφανιστούν λίστες ανεξαρτήτων. Παραδείγματος χάριν, ανεξάρτητη κίνηση Καβάλας, Λάρισας, Ρεθύμνου. Αλλά να μην έχουν σχέση με το σύστημα, να ‘ναι τα καλά παιδιά του τόπου και να ‘ναι νέοι, για να πάρουν την ευθύνη του μέλλοντός τους. Μπορεί να πάρουν σημαντικό ποσοστό, μπορεί να πάρουν περισσότερο από τα κόμματα, μπορεί κάποιοι να πάρουν την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Να δείξει, επιτέλους, ο κόσμος ότι θέλει πραγματικά την αλλαγή. Να αλλάξουμε το Σύνταγμα, διότι φτιάχτηκε για να εξυπηρετεί πάνω από όλα αυτούς, ενώ εμείς χρειαζόμαστε επειγόντως ένα Σύνταγμα που να βάζει πάνω από όλα τα δικαιώματα του πολίτη».
Μήπως είναι κάπως ρομαντικά όλα αυτά;
«Κι αν είναι τι πειράζει; Ή θα βρούμε ένα θεσμικό τρόπο να αλλάξουμε, να το πάμε μαλακά, ή οι φωτιές. Δεν έχει άλλο. Εγώ είχα άλλη επιφύλαξη. Πήρα τηλέφωνο τον Ράμφο. “Μήπως είναι πολύ γρήγορα μέχρι το φθινόπωρο;”, τον ρωτάω. “Ναι”, μου απαντάει, “αλλά είναι εφηβικό το θέμα, οι έφηβοι εκσπερματώνουν γρήγορα”. Σκάσαμε στα γέλια. Ωραίος».
Πολλοί Αλβανοί φαίνεται ότι φεύγουν απ’ την Ελλάδα και επιστρέφουν στη χώρα τους. Πώς σας φαίνεται αυτό;
«Σαν χθες ήταν που γελούσαμε με το “Αλβανός τουρίστας”. Εβγαλε ταξιδιωτική οδηγία και η Βουλγαρία. Πάει, δεν είμαστε πια το Μανχάταν των Βαλκανίων. Είμαστε παράδειγμα προς αποφυγήν για κάθε λαό, που θέλει να προοδεύσει».
«Η τέχνη σε περιόδους κρίσεως ανθεί». Είναι ένα παρηγορητικό εφεύρημα ή μια ελπιδοφόρα πραγματικότητα;
«Η τέχνη προϋποθέτει ένα κοινωνικό ρεύμα. Αυτό θα εμφανιστεί, μην αμφιβάλλετε. Αλλά θέλει λίγο καιρό ακόμα. Ως τότε, ατομικές φωνές καλλιτεχνών δεν θα λείψουν. Και προς Θεού, όχι πια κομματικών και κρατικοδίαιτων».
Και τώρα χωρίς «μπλοκ επιταγών» και χωρίς «της μεταπολίτευσης φωνές», τι μένει;
«Μένει μια παρέα από κακομαθημένα στελέχη τραπεζών, που εκμεταλλεύτηκαν την απουσία πολιτικής αλλά και πραγματικής οικονομίας. Οσο για μας, “τι να καταλάβουμε οι φτωχοί;”. Μερικές φορές νιώθω ότι τελειώσαμε, ότι πεθαίνουμε. Αλλες, πάλι, σκέπτομαι πώς να ένιωθε άραγε ένας εικοσιπεντάχρονος το 1948. Βγαίναμε ματωμένοι από τον Εμφύλιο, όμως σιγά σιγά κάτι άρχισε να ανασυγκροτείται. Σ’ αυτό ήρθε να προστεθεί και η κουλτούρα: ο Μόραλης, ο Κουν, ο Χατζιδάκις, ο Θεοδωράκης, ο Τσαρούχης. Μια καινούργια Ελλάδα άρχισε να παίρνει μορφή, αλλά η παλιά Ελλάδα τρόμαξε και το σταμάτησε με την αποστασία και τη χούντα. Εκτοτε αυτές οι δύο Ελλάδες αντιμάχονται η μία την άλλη, πολλές φορές μέσα στην ίδια παράταξη, ακόμη και μες στον ίδιο άνθρωπο. Οταν ο Ανδρέας Παπανδρέου έφερνε στην επιφάνεια τους απόκληρους, μας έδειχνε μια καινούργια Ελλάδα. Οταν όμως τους εξαχρείωνε επιτρέποντάς τους να είναι αντιπαραγωγικοί, ανοικονόμητοι και κρατικοδίαιτοι, ξανάφερνε την παλιά Ελλάδα. Ζήσαμε, πάντως, μεγάλες στιγμές αλήθειας στο παρελθόν. Αυτό ίσως μας δίνει μια ελπίδα αναστάσεως. Για να ξανάρθω σε κάτι προσωπικό: μετά το “Κούρεμα” είπα, “πάει, τελείωσα”. Επαιζα σε άδεια καθίσματα. Δεν φανταζόμουν ότι έπειτα από τρία χρόνια τα καθίσματα θα ξαναγέμιζαν τόσο ωραία. Κι άλλες φορές, είτε σε προσωπικό είτε σε συλλογικό επίπεδο, ρίξαμε τίτλους τέλους, αλλά φάνηκε ότι βιαστήκαμε». *
– Η Αριστερά μπορεί να ανταποκριθεί σε ό,τι συμβαίνει;
«Βρήκε κι αυτή την ώρα να διασπαστεί. Λιγότερη ομφαλοσκόπηση χρειάζεται. Η Αριστερά μάς έμαθε να ονειρευόμαστε χωρίς να κάνουμε τίποτα. Τώρα, ούτε όνειρο δίνει».