Είκοσι πέντε χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από τον θάνατο του Ντομένικο Μοντούνιο, του ανθρώπου που κατάφερε να συνδέσει όσο κανένας άλλος το όνομά του με ένα τραγούδι: το διάσημο Volare.
Ο κανονικός τίτλος του κομματιού, που έγραψε το 1958 ο συνθέτης και τραγουδιστής, ο οποίος γεννήθηκε στις 9 Ιανουαρίου 1928 στο Πολινιάνο α Μάρε και πέθανε στις 6 Αυγούστου 1994 στη Λαμπεντούζα, ήταν διαφορετικός.
Nel blu dipinto di bluν ήταν ο τίτλος, όμως η επιβλητικότητα του ρεφρέν έχει υποσκελίσει τον πραγματικό τίτλο.
Ο Μοντούνιο έγραψε πάνω από 230 τραγούδια, έχει πρωταγωνιστήσει σε 38 ταινίες και σε 7 τηλεοπτικά φιλμ, έχει εμφανιστεί σε 13 θεατρικές παραστάσεις, χρημάτισε παρουσιαστής σε πολλές τηλεοπτικές παραγωγές, κέρδισε τέσσερις φορές το διάσημο Φεστιβάλ τραγουδιού του Σαν Ρέμο, συμμετείχε στον διαγωνισμό της Eurovision, το 1958 του απονεμήθηκαν τρία βραβεία Grammy και προς το τέλος της ζωής του έγινε και βουλευτής.
Το όνειρό του για την τέχνη το κυνήγησε από την πρώτη στιγμή. Αμέσως μετά την ολοκλήρωση της στρατιωτικής θητείας του αποφάσισε να μετακομίσει στη Ρώμη και έδωσε εξετάσεις για ηθοποιός στο Πειραματικό Κέντρο Κινηματογράφου, όπου έγινε δεκτός και πήρε υποτροφία ως καλύτερος στην ερμηνεία. Το 1951, μεταξύ των πρώτων θεατρικών βημάτων του, έπαιξε και στο «Φιλουμένα Μαρτουράνο» του Εντουάρντο Ντε Φιλίππο.
Τα πρώτα τραγούδια του είναι γραμμένα σε διάλεκτο της Σικελίας και της Απουλήιας, και αφορούν ιστορίες καθημερινών ανθρώπων, απέλπιδες ερωτικές καταστάσεις, δακρύβρεκτα θέματα για άλογα που τυφλώνονται, ψαράδες, ανθρακωρύχους που δεν βλέπουν τον ήλιο. Λίγα χρόνια αργότερα, όμως, έρχεται το τραγούδι που έμελλε να αλλάξει για πάντα τη ζωή του.
Με το Volare κερδίζει το Φεστιβάλ του Σαν Ρέμο και φέρνει μία επανάσταση στο ιταλικό τραγούδι, με μία δισκογραφική έκρηξη, που έφερε αυτό το κομμάτι στην κορυφή των πωλήσεων σε όλον τον κόσμο, ακόμη και στις ΗΠΑ, όπου πούλησε πολλά εκατομμύρια δίσκους σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ, που αντλεί πληροφορίες από την Corriere della Sera, newsmondo.it, soundblog.it, rockol.it.
Οι στίχοι του μεταφράστηκαν σε όλες τις γλώσσες του κόσμου, αλλά εκεί όπου είχε πραγματικά τη μεγαλύτερη επιτυχία ήταν η Αμερική. Το 1958 του απένειμαν το Όσκαρ τραγουδιού, τον τίμησαν με Grammy, η πόλη της Ουάσινγκτον του έδωσε το χρυσό κλειδί και το Τέξας το χρυσό αστέρι του σερίφη. Για πολλούς μήνες το Μπρόντγουεϊ και οι ραδιοφωνικοί σταθμοί έπαιζαν το Nel Blu και για τους Αμερικανούς ο Μοντούνιο έμεινε διά βίου ο Mr Volare.
Αλλά και μετά την επιτυχία του, ο Μοντούνιο δεν απαρνήθηκε το Σαν Ρέμο. Επέστρεψε και κέρδισε το 1959 με το επίσης πασίγνωστο Piove (Ciao Ciao Bambina), ενώ το 1960 κατατάσσεται δεύτερος με το Libero. To 1962 θα ξανακερδίσει το Σαν Ρέμο με το Addio, Addio… και θα ακολουθήσουν το Giovane Amore και Stasera Pago Io. Το 1964 κερδίζει το Φεστιβάλ της Νάπολης με το διάσημο Tu si ‘na cosa grande (pe’ me) και το 1966 έρχεται άλλη μία πρωτιά στο Σαν Ρέμο με το Dio, come ti amo.
Στα επόμενα χρόνια ο Μοντούνιο θα αφιερωθεί στον κινηματογράφο και στο θέατρο, σημειώνοντας επιτυχία και στα δύο. Αλλά δεν απομακρύνεται και από την πολιτική και κοινωνική στράτευση: Εγγράφεται στο εναλλακτικό Ριζοσπαστικό Κόμμα και εκλέγεται βουλευτής με το ψηφοδέλτιό του στις 15 Ιουνίου 1987 στην περιφέρεια του Τορίνο Νοβάρα Βερτσέλι.
Ο Μοντούνιο ανέπτυξε μεγάλη κοινοβουλευτική δράση, ιδίως σε θέματα που αφορούν τους κοινωνικούς αγώνες και την προστασία των αδυνάτων. Το 1989 έδωσε μεγάλο αγώνα για τη βελτίωση της απάνθρωπης κατάστασης στο ψυχιατρικό νοσοκομείο του Ακράγαντα, διοργανώνοντας και τη συναυλία «Συναυλία για να μην ξεχνούμε».
Το 1991 χτυπήθηκε από βαριά ασθένεια, όμως δεν το έβαλε κάτω. Ετοίμασε δίσκο με τον γιό του, Μάσιμο, και τον κυκλοφόρησαν το 1993, με τον τίτλο Δελφίνια (Delfini).
Τον επόμενο χρόνο, στις 6 Αυγούστου 1994, ο Mr Volare, εκείνος που έδειξε σε όλον τον κόσμο πώς να πετά μέσα από τη φαντασία που η μουσική εμπνέει, κατέβασε τα φτερά του κι έκλεισε τα μάτια του για πάντα, στο σπίτι του στη Λαμπεντούζα. Μπροστά του η θάλασσα και πάνω της ουρανός. Το γαλανό στοιχείο που πάντοτε θυμίζει εκείνον.