Ποιος θα περίμενε ότι ένας καλομελετημένος φόνος μιας ανυπεράσπιστης γυναίκας θα μπορούσε να προκαλέσει γέλια μέχρι δακρύων;
Ή ακατάσχετο γέλιο το γεγονός ότι δυο φαινομενικά καλοσυνάτες κυριούλες δολοφονούν με τη σέσουλα μοναχικούς ανθρώπους;
Είναι μάλλον γιατί η πραγματικότητα είναι απείρως πιο περίεργη και διασκεδαστική από τη μυθοπλασία, κάτι που αναγνώρισε εγκαίρως η έβδομη τέχνη και είπε να μεταφέρει στο σελιλόιντ πραγματικές καταστάσεις… ελαφρώς παραλλαγμένες. Εξάγοντας το αστείο από το τραγικό, το γέλιο από το κλάμα.
Μόνο που αν ήξερες πως βασίζονται σε πραγματικά γεγονότα, ίσως να μη γελούσες. Ίσως…
Ο Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ μαγεύτηκε από την υπόθεση του Bernie Tiede, ενός ιδιοκτήτη γραφείου κηδειών στο ανατολικό Τέξας που διπλάρωσε μια βαθύπλουτη χήρα το 1996 και τη σκότωσε μετά, διαβάζοντας την ιστορία σε ένα άρθρο στο περιοδικό «Texas Monthly» το 1998. Ο σκηνοθέτης πίστεψε από τότε πως όλα τα υλικά του καλού φιλμ υπήρχαν εδώ, παρακολουθώντας μάλιστα και όλη τη δίκη του νεκροθάφτη το 1999.
Αφού προσέλαβε και τον πραγματικό συντάκτη του άρθρου, Skip Hollandsworth, να του φτιάξει το σενάριο, περίμενε να μεγαλώσει λίγο ο Τζακ Μπλακ, καθώς στο πρόσωπό του είχε βρει ήδη από την εποχή του «School of Rock» (2003) τον άνθρωπο που θα ενσάρκωνε τον Bernie.
Ακόμα και τους κατοίκους της κωμόπολης βρήκε ενδιαφέροντες ο Λινκλέιτερ, κάνοντας την ταινία του να μοιάζει με ψευδο-ντοκιμαντέρ. Το αποτέλεσμα ήταν μια εξαίσια μαύρη κωμωδία, γνήσια αστεία και διασκεδαστική, με τον Τζακ Μπλακ να δίνει ρέστα στην ερμηνεία του. Μια ανατριχιαστική υπόθεση ανθρωποκτονίας μεταμορφώθηκε σε μια ανάλαφρη κωμωδία που τη χάρηκαν όλοι.
Όσο για τον πραγματικό Bernie Tiede, έφαγε πρωτόδικα 50 χρόνια, βγήκε ωστόσο το 2014, με τον όρο πως θα παραμείνει έγκλειστος στο… γκαράζ του Λινκλέιτερ. Το 2016 τον ξαναδίκασαν όμως και πλέον βρίσκεται σε φυλακές του Τέξας…
Ένα τροχαίο θα μεταμορφώσει τον Στίβεν Ράσελ από φιλήσυχο οικογενειάρχη σε επιδέξιο απατεώνα, μόνο που οι καταχρήσεις του θα αποκαλυφθούν και θα μπει φυλακή, όπου θα γνωρίσει τον έρωτα της ζωής του, τον κατάξανθο γαλανομάτη Φίλιπ Μόρις. Η ανορθόδοξη κωμωδία με το γκέι ζευγάρι και τους φρενήρεις ρυθμούς βασίζεται κατά γράμμα σε μια απίστευτη και εξόχως αληθινή ιστορία. Ναι, μέχρι κεραίας!
Οι Γκλεν Φικάρα και Τζον Ρέκουα θαμπώθηκαν από τον πραγματικό Στίβεν Τζέι Ράσελ, έναν πολυμήχανο απατεώνα του Τέξας που είχε πάντα τον τρόπο του να γλιτώνει τα χειρότερα και να αποδρά από τη φυλακή περισσότερες φορές απ’ όσες μπορούσε να θυμηθεί. Ο τύπος εξαπάτησε τράπεζες, έπεισε τους δεσμοφύλακες πως πέθαινε, προσποιήθηκε έμφραγμα για να γλιτώσει τις συνέπειες μιας κατάχρησης, και τα έκανε όλα αυτά για χάρη της αγάπης, της αγάπης του Φίλιπ Μόρις, του συγκρατούμενού του που ερωτεύτηκε παράφορα.
Η ιστορία του Ράσελ έμοιαζε τόσο εξωφρενική και ψεύτικη που οι σκηνοθέτες πίστεψαν πως θα γινόταν υπέροχη κωμωδία μην αλλάζοντας ουσιαστικά τίποτα. Ακόμα και οι δύο δημιουργοί διατηρούν τη δυσπιστία τους στην πραγματική ιστορία, κάτι που δίνει το κατιτίς παραπάνω στην απίστευτη κωμική ενέργεια του φιλμ. Αγνή κωμωδία και ανόθευτη ψυχαγωγία πίσω από μια αβανταδόρικη ιστορία που οι Τζιμ Κάρεϊ και Γιούαν ΜακΓκρέγκορ φέρνουν στο προσκήνιο. Όσο για τον πραγματικό Στίβεν Τζέι Ράσελ, αναμένεται να βγει από τη φυλακή στις 12 Ιουλίου του… 2140!
Άλλοτε ως «Η πλεκτάνη» και άλλοτε ως «Πιάσε με αν μπορείς», το ανάλαφρο φιλμ του Στίβεν Σπίλμπεργκ παρακολουθεί τις προσπάθειες ενός πράκτορα του FBI να συλλάβει τον Frank Abagnale, έναν σπεσιαλίστα στις πλαστογραφήσεις που όταν δεν παραχαράζει επιταγές, παριστάνει τον πιλότο, τον γιατρό και τον δικηγόρο! Και πάνω που πας να αναρωτηθείς πού τα σκέφτονται όλα αυτά οι σατανάδες, μαθαίνεις πως ο Frank Abagnale ο Νεότερος όχι μόνο υπάρχει, αλλά και ότι έκανε όλα αυτά τα εξωφρενικά μεταξύ 15-21 ετών.
Ο οποίος έμεινε στη φυλακή μόλις 5 χρόνια, πριν τον τσιμπήσει το FBI να εργαστεί για λογαριασμό του, καθώς τέτοιον μαέστρο στην πλαστογράφηση δεν είχε ξαναδεί κανείς. Σήμερα παραμένει σύμβουλος και εκπαιδευτής του FBI και είναι ιδιοκτήτης μιας εταιρίας που παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες σε επιχειρηματικούς κολοσσούς πώς να αποφεύγουν τις απάτες.
Η ταινία παρουσίασε αυτό το ανεκδιήγητο παιχνίδι γάτας και ποντικού με χιούμορ και σχεδόν καρτουνίστικους χαρακτήρες, καθώς όλα ήταν ήδη εκεί -σεναριακά και πειστικότατα- από την αυτοβιογραφία του Abagnale του 1980. Η μόνη διαφορά; Πως στο φιλμ βλέπουμε μια εξιδανικευμένη εκδοχή του απατεώνα, καθώς αυτός ό,τι έκανε, το έκανε «για το χρήμα, την εξουσία και τις γυναίκες», όπως ομολογεί στο βιβλίο του…
Στο ανεπανάληπτο φιλμ του Μπάρι Λέβινσον, παρακολουθούμε τις κωμικές περιπέτειες ενός επίσης ανεπανάληπτου ραδιοφωνικού εκφωνητή στον στρατιωτικό σταθμό της Σαιγκόν το 1965. Ο deejay φέρνει σε τουλάχιστον αμηχανία το στρατιωτικό κατεστημένο της εποχής με τα τολμηρά και αθυρόστομα προγράμματά του και ο Ρόμπιν Γουίλιαμς είναι πραγματικά απολαυστικός στον ρόλο του.
Και αληθινά αντικομφορμιστής, όχι σαν τον πραγματικό υποσμηνία Adrian Cronauer δηλαδή, τον ραδιοφωνικό παραγωγό στον οποίο βασίζεται ο ρόλος. Ο Cronauer ήταν συνειδητοποιημένος στρατιωτικός εξάλλου, παθιασμένος Ρεπουμπλικανός και ποτέ δεν ξεπέρασε τα όρια της ευπρέπειας.
Ούτε στους ανωτέρους του εναντιώθηκε ποτέ ούτε και ισχυρίστηκε πως διέθετε το πνευματώδες χιούμορ της κινηματογραφικής ενσάρκωσής του. Μουσική έπαιζε απλώς στον Πόλεμο του Βιετνάμ, κι αυτό ήταν όλο. Οι παραγωγοί «πείραξαν» τις εξομολογήσεις του υποσμηνία και επιστράτευσαν τον Ρόμπιν Γουίλιαμς για ένα one-man show που το θυμάσαι μια ζωή. Αν έλεγε κι ο πραγματικός Cronauer κρυάδες για την Κρήτη και τις Κρητικοπούλες, ποιος να πει;
Σε μια από τις καλύτερες θεατρικές κωμωδίες όλων των εποχών, ήταν το 1944 όταν ο φοβερός Φρανκ Κάπρα θα προσλαμβανόταν να την κάνει αξεπέραστη ταινία, παίρνοντας τον εξαίσια αδέξιο Κάρι Γκραντ για πρωταγωνιστή. Η λατρεμένη screwball κωμωδία με τους ξεκαρδιστικούς χαρακτήρες είχε ωστόσο στον πυρήνα της μια ιστορία που ήταν για κλάματα. Ή ανατριχίλες.
Αυτές οι δύο καλοσυνάτες θείες του πρώην ορκισμένου εργένη που δηλητηριάζουν κόσμο αντί αγαθοεργίας, σκοτώνουν μόνους και ηλικιωμένους πιστεύοντας πως επιτελούν φιλανθρωπικό έργο δηλαδή, βασίζονται στην πραγματική ιστορία της serial killer Amy Archer-Gilligan, που είχε την κακιά συνήθεια να ξεπαστρεύει τους τροφίμους του αναρρωτηρίου της. Για το καλό τους. Και το καλό της.
Στο σπίτι της κακίας στο Κονέκτικατ των αρχών του 20ού αιώνα, η Gilligan προσέφερε στους ενοίκους τη δυνατότητα να μείνουν εσαεί εκεί με μια εφάπαξ αμοιβή 1.000 δολαρίων. Μόνο που αυτό το «εσαεί» παραήταν σύντομο, υπόπτως σύντομο. Δεν είναι γνωστό πόσοι άνθρωποι πέθαναν στα χέρια της, οι εκτιμήσεις της αστυνομίας μιλούσαν πάντως για 50-100 ανθρώπους. Ο Τζόζεφ Κέσερλινγκ έκανε την ιστορία της θεατρικό, απαλείφοντας φυσικά όλες τις μακάβριες λεπτομέρειες. Και βάζοντας το χιούμορ από το παράθυρο. Ή, σωστότερα, από το κελάρι που έθαβε ο ανιψιός τα πτώματα των δυο εκκεντρικών γυναικών στο φιλμ…