Το έργο βασίζεται στο διήγημα «Η διήγηση της υπηρέτριας Τσερλίνε» από το βιβλίο «Οι Αθώοι» του Χέρμαν Μπροχ. Ο Μπροχ στη συλλογή διηγημάτων «Οι Αθώοι» που έχουν συνεκτική μορφή, αναδημιουργεί το πνεύμα της εποχής στη Γερμανία μετά την ήττα στον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο. Ο Εβραϊκής καταγωγής συγγραφέας εκδίδει το βιβλίο το 1950 στην Αμερική όπου διέφυγε, ως «βιωματική γνώση του ναζισμού».

Γράφει η Χαρά Κιούση

Απεικονίζει την ανάδυση του φασισμού στην καθημερινή ζωή των ηττημένων και ταπεινωμένων φτωχών Γερμανών, πριν από την πολιτική του επικράτηση, όταν η προσβεβλημένη τιμή του ‘Εθνους επανέκτησε υπερηφάνεια στο πρόσωπο του Χίτλερ και στα φρικιαστικά του «ιδεώδη, στο Μεσαίωνα του 1932». Όλοι αυτοί οι Αθώοι, που θα γίνουν Αθωότεροι στον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, ισχυρίζονται στρατολογημένοι «στην απόλαυση μιας μαζικής πίστης,» πως δήθεν δεν ήξεραν τι συνέβαινε.

Η διασκευή του Σ. Πασχάλη μας μεταφέρει στη Γερμανία, λίγο πριν τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο και με την Δημοκρατία της Βαϊμάρηςνα πνέει τα λοίσθια. Η μεσόκοπη Τσερνίλε πέρασε την ζωή της υπηρετώντας το αρχοντικό της βαρόνης Ελβίρα. Μην μπορώντας εκ των πραγμάτων να την υποσκελίσει ζει στη σκιά της, ερωτεύεται τους άντρες που εκείνη γνωρίζει και μεγαλώνει το νόθο της παιδί. Καρπό του έρωτά της  με τον οικογενειακό φίλο  φον Γιούνα, με τον οποίο συνδέεται ερωτικά και η Τσερλίνε. Γνωρίζοντας από πρώτο χέρι «πως η ζωή δεν είναι γενναιόδωρη με τους υπηρέτες», εξυφαίνει την εκδικητική της νίκη, αρπάζοντας σαν σαρκοφάγο αρπακτικό την ζωή ενός σπιτιού, κατατρώγοντας τους ανθρώπους που το κατοικούν.

Η γενναιόδωρη σκηνοθεσία του Γ. Καλαβριανού δίχως διάθεση κριτικής διαθέτει αισθαντικότητα και αφουγκράζεται την ανάσα των ηρώων, ενισχύοντας το «εγώ» τους.

Η Μπέττυ Αρβανίτη σε μια πρόκληση με τον αντιπαθητικό ρόλο της Τσερλίνε, καθηλώνει τον θεατή με την ερμηνεία της. Κυρίαρχος του χρόνου -»έξω από αυτόν φυλά η μνήμη κάθε τι το παρελθόν»- διαπλέκει με κείνο το παρόν, μέσω της ιδιότυπης τακτικής της.  Γνωρίζοντας τα πάντα χειρίζεται μαεστρικά τον καθένα προξενώντας ένα εφιαλτικό περιβάλλον. Θράσος, δολιότης, υποκρισία, πανουργία, κίνητρα ταπεινά, φθόνος, επινοούν μεθόδους καταναγκασμού με τις οποίες εξουδετερώνει τους ανθρώπους του περιβάλλοντος.

Η ανυπόληπτη κι’ υποτιμημένη υπηρέτρια θα λυτρωθεί από τα αισθήματα ντροπής εξοντώνοντας και υποσκάμπτοντας κάθε οικογενειακή ενότητα. Το πρόσωπό της με μάτι γερακίσιο, αδίστακτο ύφος, μοχθηρό κι’ αυταρχικό, διαπλάθει και διαβρώνει συνειδήσεις.

Η πρωταγωνίστρια που βρίσκεται σχεδόν διαρκώς στη σκηνή, χτίζει το ρόλο της με υποκριτική δύναμη, προσδίδοντας θαρρείς στους θεατές προσωπικές της ιδιότητες, που έχει αποποιηθεί. Θύμα και θύτης ενός άκαμπτου θρησκευτικού, ιδεολογικού και συναισθηματικού κόσμου που ομολογεί ό,τι «το αλησμόνητο είναι το δώρο του θανάτου στον άνθρωπο».

Ως βαρόνη η Μ. Κατσιαδάκη υποδύεται την ψυχρή, καλοβολεμένη, αδιάφορη κυρία της ανώτερης τάξης που αναρωτιέται τελικά τι να την κάνει την ελευθερία, αφού τόσα χρόνια πριν τα πέρασε σε μια φυλακή προσωπική.

Η Σύρμω Κεκέ – Χίλντεργκαρντ σκιαγραφεί με την τυφλή της και παράλογη πειθαρχία την άρνηση της ζωής της. Πέτρινη, αλύγιστη, ανέκφραστη σε αντίθεση με την Εύα Σιμάτου, που στο ρόλο της Μελίττας ενσαρκώνει την νεανική αθωότητα.

Πολύ καλός στο ρόλο του Ανδρέα ο Κ. Βασαρδάνης, συμπληρώνει τα «θεωρητικά «αθώα πρόσωπα που διαμένουν πολύ κοντά «στα σπίτια των δημίων» -κυνηγών, που εκφράζουν «το πνεύμα του σεμνότυφου αρπακτικού ζώου, που αποδέχεται αδίστακτα  οποιαδήποτε θηριωδία». Το μυστηριώδες της παράστασης διαποτίζει η μεταφυσική χροιά της μουσικής και ο ατμοσφαιρικός φωτισμός, άλλοτε παρηγορητικός κι’ άλλοτε ανελέητος.

Τα λιτά κοστούμια και το σκηνικό της Ελένης Μανωλοπούλου με τα ανάκατα μικροέπιπλα, συνδηλώνουν την αναρχία και την αβεβαιότητα της εποχής. Εξαιρετικής σύλληψης είναι το εικαστικό σύστημα των μυϊκών ινών, από πλαστικές διάφανες ταινίες, που καλύπτουν την οροφή της σκηνής. Ένα πλέγμα που θυμίζει επίκαιρες καταστάσεις με θύτες σύγχρονους «Αθώους» σαρκοβόρους κυνηγούς, σ’ ένα οικονομικό πόλεμο. Κι’ ας ευελπιστούσε ο Μπροχ πως ο άνθρωπος θα απελευθερωθεί από το χρήμα. Η παράσταση είναι αξιόλογη.

Συντελεστές

Μετάφραση: Βασίλης Πουλαντζάς – Ελένη Βαροπούλου

Διασκευή: Στρατής Πασχάλης

Δραματουργική επεξεργασία-Σκηνοθεσία: Γιάννης Καλαβριανός

Σκηνικά-κοστούμια: Ελένη Μανωλοπούλου

Μουσική επιμέλεια: Άγγελος Τριανταφύλλου

Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου

Βοηθός σκηνοθέτη: Μαριέττα Σπηλιοπούλου

Διδασκαλία κίνησης: Αλεξία Μπεζίκη

Παίζουν:  Μπέττυ Αρβανίτη, Μαρία Κατσιαδάκη, Κώστας Βασαρδάνης, Σύρμω Κεκέ, Εύα Σιμάτου

Τραγούδι: Γιώργος Γλάστρας

Πληροφορίες

Θέατρο Οδού Κεφαλληνίας. Ημέρες κι ώρες παραστάσεων: Τετάρτη στις 7.00μμ Πέμπτη, Παρασκευή και Σάββατο στις 9.00μμ και Κυριακή στις 8.00μμ.

Θέατρο Οδού Κεφαλληνίας, τηλ. 210.8838727. Προπώληση – ηλεκτρονική πώληση: Viva.gr.

Τιμές εισιτηρίων: κάθε Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή γενική είσοδος 13 ευρώ, Σάββατο και Κυριακή 19, ειδικές κατηγορίες 16 ευρώ