«Ασχέτως πώς νιώθεις, όταν πατήσεις τα 50, έχεις διαγραφεί από τα κιτάπια των νέων. Γιατί τα 40 έχουν έναν απόηχο νεότητας», υποστηρίζει ο Ρένος Χαραλαμπίδης. «Είναι κάτι πρωτόγνωρο να αρχίσεις να ζεις ως μη νέος, ενώ νιώθεις νέος. Μια πραγματεία γύρω από το πέρασμα στην ωριμότητα θα είχε πολύ ενδιαφέρον». Αυτό διαπραγματεύεται ο «Νυχτερινός Εκφωνητής», η καινούργια ταινία που σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί και κάνει πρεμιέρα την Πέμπτη 20/6.

Συνάντησα τον Ρένο στο θερινό κινηματογράφο Άνεσις. Είχαμε συμφωνήσει από πριν να μην μιλήσουμε για τα «Φτηνά Τσιγάρα» – και καταφέραμε να τηρήσουμε τον λόγο που δώσαμε. Με τον «Νυχτερινό Εκφωνητή» επιστρέφει μετά από καιρό στα κινηματογραφικά δρώμενα, γιατί είχε την ανάγκη κάτι να πει. Αυτή είναι, συγχρόνως, και μία από τις μεγαλύτερες φοβίες του. «Με φοβίζει να φτάσω στο τέλος χωρίς να έχω αδειάσει από τους ποταμούς των ιδεών μου. Να τους κάνω πράξη, δηλαδή, στο σινεμά, στο θέατρο», λέει.

Θεωρεί ξεπερασμένο το μότο «Ζήσε γρήγορα, πέθανε νέος» και είναι θιασώτης του «Ζήσε δυνατά, ζήσε για πολύ». «Είναι μεγάλη υπόθεση να μπορείς στο τέλος να θυμηθείς μια προσωπική Ιλιάδα αλλά και μια προσωπική Οδύσσεια. Αξίζει να πεθάνεις το πρώτο κεφάλαιο της Ιλιάδας, στην πρώτη μάχη, ή αξίζει να τη ζήσεις ολόκληρη; Μην κάνεις τη χάρη στους εχθρούς σου να πεθάνεις», τονίζει.

Ακολουθεί ολόκληρη η συνέντευξη με τον Ρένο Χαλαμπίδη

Ο «Νυχτερινός Εκφωνητής» του Ρένου Χαραλαμπίδη κάνει πρεμιέρα την Πέμπτη 20/6

– Ποια ανάγκη σε ώθησε να γράψεις και να σκηνοθετήσεις τον «Νυχτερινό Εκφωνητή»;

Πολλά χρόνια σιώπησα από τον κινηματογράφο, μην έχοντας κάτι να πω που να πιστεύω ότι ενδιαφέρει τον κόσμο. Όταν όμως πέρναγα τα 50, έκανα το πέρασμα σε αυτή την πολύ ενδιαφέρουσα ηλικία, κατάλαβα πως θα είχε πολύ ενδιαφέρον μια πραγματεία γύρω από το πέρασμα στην ωριμότητα. Αυτό διαπραγματεύεται η ταινία. Πως πια δεν συγκαταλέγεσαι στους νέους. Γιατί τα 40 έχουν έναν απόηχο νεότητας. Όταν μπεις όμως στα 50, οριστικά είσαι διαγραμμένος από τα κιτάπια των νέων – άσχετα πώς νιώθεις, πώς είσαι. Είναι κάτι πρωτόγνωρο να αρχίσεις να ζεις ως μη νέος, ενώ νιώθεις νέος. Από εκεί, από την προσωπική μου ανησυχία, ξεκίνησα να γράφω και μετά διανθίστηκε με μοιραίες ματιές στο παρελθόν, μοιραίους απολογισμούς, μοιραία λάθη, μοιραία σωστά και τι κάνουμε αποδώ και πέρα. Πώς βλέπουμε τη ζωή. Υπάρχει μια ατάκα στην ταινία που με εκπροσωπεί πάρα πολύ: «Δεν πέρασε ο καιρός, ήρθε ο καιρός». Δεν είμαι από αυτούς που λένε «πέρασαν τα χρόνια», είμαι από αυτούς που λένε «ήρθαν τα χρόνια».

– Μετά τα 50 μετράμε αντίστροφα;

Δεν το πιστεύω αυτό για έναν και μοναδικό λόγο. Κανείς δεν ξέρει το τέλος. Για να μετρήσεις αντίστροφα, σημαίνει ότι έχεις έναν συγκεκριμένο προορισμό. Σημασία έχει να ζήσεις με βάθος.

– Τι είναι προτιμότερο: Να ζήσεις μια έντονη ζωή μικρότερης διάρκειας ή να κλείσεις τα μάτια σου γέρος αλλά συμβατικά, καθήμενος στην πολυθρόνα βλέποντας τηλεόραση;

Νομίζω κανείς δεν θα διαφωνήσει με την, εν κατακλείδι, σοφή ατάκα «Live long, live strong». «Live fast, die young», είναι πολύ ξεπερασμένο. Ζήσε δυνατά, ζήσε για πολύ, μην κάνεις τη χάρη στους εχθρούς σου να πεθάνεις. Και να σου πω και κάτι. Είναι μεγάλη υπόθεση να μπορείς στο τέλος να κάθεσαι δίπλα σε ένα τζάκι ή έστω και σε ένα καλοριφέρ και να έχεις να θυμηθείς μια προσωπική Ιλιάδα αλλά και μια προσωπική Οδύσσεια. Αξίζει να πεθάνεις στο πρώτο κεφάλαιο της Ιλιάδας, στην πρώτη μάχη, ή αξίζει να τη ζήσεις ολόκληρη;

– Αν ήμασταν αθάνατοι, θα ήμασταν καλύτεροι ή χειρότεροι άνθρωποι;

Αν ήμασταν αθάνατοι, δεν θα ήμασταν άνθρωποι. Κι εγώ ξέρω μόνο τους ανθρώπους. Δεν έχω συναντήσει θεότητες. Και όπως θα ’λεγε και ο Γκάτσος στο τραγούδι «Αθανασία», με τις μελωδίες του Μάνου, «τι ζητάς αθανασία στο μπαλκόνι μου μπροστά, δε μου δίνεις σημασία κι η καρδιά μου πώς βαστά». Η αθανασία, είτε είναι γυναίκα, είτε αυτή καθαυτή, δεν μας δίνει σημασία. Είμαστε θνητοί. Εδώ πεθάνανε Καίσαρες και αυτοκράτορες. Θα σκεφτώ εγώ για τη δικιά μου αθανασία; Δεν υπάρχει η Βαβυλώνα, η πόλη των πόλεων. Ποια αθανασία…

– Το ραδιόφωνο, το οποίο παίζει σημαντικό ρόλο στην ταινία «Νυχτερινός Εκφωνητής», έχει ζωή;

Θα σοκάρω με την τοποθέτησή μου, γιατί πιστεύω ότι τώρα ξεκινάει το μεγάλο στοίχημα για το ραδιόφωνο για έναν και μοναδικό λόγο. Γίνεται παγκόσμιο. Έχω μια εκπομπή στον Εν Λευκώ και με ακούνε από τον Ινδικό ωκεανό, μέσω του διαδικτύου, μέχρι την Αλάσκα. Να θυμηθούν οι παλαιότεροι, όταν λέγαμε ραδιόφωνο στην Αθήνα, μας άκουγε η Αθήνα. Όταν λέγαμε κρατικό ραδιόφωνο, μας άκουγε η Ελλάδα. Τώρα μας ακούει ο πλανήτης Γη. Πιστεύω ότι ο άνθρωπος σήμερα κουράστηκε από την εικόνα. Προτιμάει σαν παρέα να έχει τον ήχο – και το ραδιόφωνο.

– Γιατί τις περισσότερες φορές απογοητευόμαστε, όταν αποκαλύπτεται το πρόσωπο που κρύβεται πίσω από μια ραδιοφωνική φωνή που έχουμε αγαπήσει;

Γιατί σου περιορίζει τη φαντασία. Ακούγοντας μια φωνή είσαι πολύ ελεύθερος. Μια φωνή με ένα πρόσωπο και ένα ειδικό ντύσιμο σε περιορίζει ακόμα περισσότερο. Δεν είναι ένας «γυμνός» άνθρωπος. Μπορεί ένα σακάκι ροδακινί, σε μια εκπομπή κλασικής μουσικής που εσύ περίμενες να φοράει σμόκιν, να σου καταστρέψει ολόκληρη την ακρόαση.

«Η νύχτα έχει προδιαγραφές ρομαντισμού. Ο έξυπνος άνθρωπος, όμως, που δεν θέλει να πάει χαμένη η ζωή του, θα πρέπει να αξιοποιεί όλες τις στιγμές της ημέρας», λέει ο Ρένος Χαραλαμπίδης

– Τι μπορεί να σκέφτεται ένας εύζωνας ακίνητος στη μεταμεσονύχτια νυχτερινή Αθήνα;

Ρώτησα. Μίλησα μαζί τους και έμαθα. Για να πετύχουν την ακινησία και να μην καταρρεύσουν, κάνουν ένα είδους ζεν. Αδειάζουν το μυαλό τους. Αν σκέφτεσαι, καταρρέεις. Είναι μεγάλη τέχνη, ευζωνική, να μπορείς να είσαι με κενό μυαλό. Πρέπει να είσαι συγκεντρωμένος και στην ιεροτελεστία, αλλά και να μπορέσεις να αντέξεις την ακινησία και το ουδέτερο βλέμμα. Πιστεύω και στη ζωή η πιο βαθιά ξεκούραση είναι να μην σκέφτεσαι τίποτα.

– Στην ταινία σου εμφανίζονται επιβλητικά τοπόσημα της Αθήνας.

Έχεις πάει στη Ρωμαϊκή Αγορά βαθιά τη νύχτα; Να δεις το Καλλιμάρμαρο την ώρα που ανάβουν τα φώτα ή την ώρα που σβήνουν; Αυτά είναι momentum της πόλης που αγαπάω πάρα πολύ. Κι όπως αγαπάω πολύ το Σύνταγμα, τους Εύζωνες, βαθιά νύχτα, 2 η ώρα. Δεν είναι κανείς. Μόνο οι δύο εύζωνες και ο επόπτης. Είναι στιγμές αθηναϊκής μαγείας που τις συνιστώ σε όλους.

– Δυσκολεύτηκες να πάρεις άδεια, για να κάνεις γυρίσματα στις συγκεκριμένες τοποθεσίες;

Η Προεδρική Φρουρά είναι ένα σύμβολο σημαντικό για τον Έλληνα. Πολύ σωστά, ελέγχουν πολύ καλά πού θα δώσουν την άδεια λήψεων. Έτσι πρέπει. Το υπουργείο Πολιτισμού σχετικά εύκολα, διαβάζοντας το σενάριό μου, μου έδωσε άδεια λήψης σκηνών και για την Πύλη του Αδριανού και για όλα τα άλλα σημεία. Έχει βελτιωθεί πάρα πολύ το σύστημα και βοηθάει και η Athens Film Office. Ευχαριστώ το υπουργείο Πολιτισμού για τις άδειες που δόθηκαν και την Προεδρική Φρουρά.

– Υπάρχει κάποιος να εποπτεύει πως τηρείται το σενάριο που τους έστειλες κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων;

Ασφαλώς. Πάντα υπήρχε ένας επόπτης. Πάντα τους το δείχναμε. Η ταινία γυρίστηκε σε λίγες ημέρες και ήμουν αδιανόητα προετοιμασμένος.

– Έχουμε την αίσθηση πως η νύχτα μάς προσφέρει περισσότερο ρομαντισμό απ’ ό,τι η ημέρα. Είναι αλήθεια αυτό;

Ωραία ερώτηση. Η νύχτα έχει προδιαγραφές ρομαντισμού. Ο έξυπνος άνθρωπος, όμως, που δεν θέλει να πάει χαμένη η ζωή του, θα πρέπει να αξιοποιεί όλες τις στιγμές της ημέρας. Θα σου πω τι είδα σήμερα το πρωί εδώ, Αλεξάνδρας και Κηφισίας, στη διασταύρωση με τον τροχονόμο. Είναι μια ηλικιωμένη, έδειχνε πάνω από 75 χρονών, η οποία περνάει τον δρόμο. Ο τροχονόμος τη βλέπει. Η ηλικιωμένη κυρία, ίσως, βρίσκεται στην αρχή μιας άνοιας, πάει να διασχίσει τον δρόμο, ενώ κινούνται τα αυτοκίνητα. Ο τροχονόμος σταματάει αμέσως τα οχήματα και της κάνει μια ιπποτική κίνηση «περάστε». Η κυρία σταματάει και του δίνει μια καραμέλα. Τι ωραία στιγμή.

– Ποια λάθη της νεότητας πρέπει να μας ακολουθούν για πάντα;

Να πούμε και ποια δεν πρέπει, όμως. Λάθη της νεότητας που μας ακολουθούν για πάντα είναι όταν χάνεις κάποια momentum. Συνήθως το πιο συνηθισμένο λάθος είναι ότι δεν ακολουθήσαμε την καρδιά μας και τα όνειρά μας. Αυτά είναι λάθη με ερωτηματικά. Μου λένε διάφοροι «ήθελα να γίνω σκηνοθέτης», «ήθελα να γίνω ηθοποιός». «Υποθέτεις πως ήθελες να γίνεις», τους λέω, «δεν ξέρεις αν σου πήγαινε». Λάθη που εικάζουμε ότι ήταν λάθη. Αυτά είναι λάθη του timing και του momentum. Λάθη που δεν πρέπει να μετανιώνουμε είναι αυτά που μας έφεραν γνώση. Έχω πει στο παρελθόν πως μετανιώνω για τον τζάμπα ερωτικό κάματο. Ανακαλώ στη συνέντευξη αυτή. Δεν μετανιώνω πολύ γιατί, προκειμένου να τον αντιμετωπίσω, άνοιξα βιβλία, ζήτησα βοήθεια σε φιλοσόφους, ιστορικούς. Καλλιεργήθηκα. Έκανα τον εαυτό μου πολεμιστή του έρωτα. Αλλά ιππότη, όχι βάρβαρο.

– Γιατί κινεί ο έρωτας αυτόν τον κόσμο τη στιγμή που η αγάπη έχει πιο στέρεα θεμέλια;

Ο έρωτας κινεί τον κόσμο, δεν χτίζει τον κόσμο. Τον χτίζει η αγάπη. Νομίζω ότι ο έρωτας είναι η φάρσα του Θεού στον άνθρωπο. Όταν ο Θεός ήθελε να γελάσει με τον άνθρωπο, του έδωσε τον έρωτα. Στην πραγματικότητα είναι η φύση που θα κάνει τα πάντα για να αναπαραχθούμε πιο σύντομα και πιο πολλαπλά. Η αγάπη καλείται να υπερασπιστεί αυτά που έχει γεννήσει ο έρωτας. Η αγάπη είναι ένας κήπος που πρέπει να ανθίσουν τα λουλούδια. Ο έρωτας είναι ο άνεμος που φυσάει και φέρνει τη γύρη και τους σπόρους.

– Σε ποιες περιπτώσεις μια συγγνώμη δεν είναι αποδεκτή – καθώς μια τέτοια κατάσταση υπάρχει στην πλοκή της ταινίας.

Μια συγγνώμη δεν είναι αποδεκτή όταν έρθει σε λάθος timing. Πολύ αργά ή πολύ νωρίς. Αν έρθει πολύ νωρίς σημαίνει υποκρισία. Σημαίνει δόλος. Είναι μεγάλη τέχνη η συγγνώμη να ζητιέται την κατάλληλη ώρα. Αλλά δεν πρέπει να γίνεται αποδεκτή αν λέγεται συγγνώμη για το ίδιο πράγμα.

– Πρέπει να κλείνουμε τους ανοιχτούς λογαριασμούς που έχουμε;

Οι μόνοι λογαριασμοί που πρέπει να κλείσουν είναι της Εφορίας. Οι άλλοι δεν μπορούν να κλείσουν. Γιατί αλλάζω. Αν έχω από τη νεότητα ένα τραύμα, δεν μπορώ να το κλείσω τώρα, γιατί δεν είμαι πια νέος. Ο σημερινός μου εαυτός δεν ήταν αυτός που ήταν για να τελειώσω με τον λογαριασμό. Είναι όπως οι Σειρήνες στον Οδυσσέα, που γνώμη μου είναι πως πρέπει να τις πάρουμε στο καράβι μας και να φύγουμε. Για πάντα θα είμαι με τους ανοιχτούς λογαριασμούς μου, οι οποίοι, όμως, θα αποκτήσουν τη μορφή μυστικών συμβούλων. «Θυμάσαι τότε; Τότε που έγινε αυτό; Το κουβαλάς ακόμη». Είχε γίνει απόπειρα δολοφονίας κατά μιας βασίλισσας της Αγγλίας και ένας από τους επίδοξους δολοφόνους ήταν ο εραστής της. Και αντί να τον σκοτώσει, τον έβαλε σύμβουλό της, ώστε κάθε μέρα να τον βλέπει και να θυμάται το κίνδυνο που διέτρεξε. Κάπως έτσι είναι και οι ανοιχτοί λογαριασμοί. Κάνε αυτό που έκανε η βασίλισσα.

Ο Βίκτωρας Μοντζέλλι συνάντησε τον Ρένο Χαραλαμπίδη και ο σκηνοθέτης μίλησε στο Newsbeast με αφορμή τη νέα του ταινία

– Από ποιον έχουμε να μάθουμε περισσότερα; Από αυτόν που δεν μετανιώνει για τίποτα ή από αυτόν που μετανιώνει για τα λάθη του;

Αυτός που δεν μετανιώνει για τίποτα δεν έχει να μας πει και πολλά. Αφού δεν μετάνιωσες, ποιο είναι το όφελος; Καταρχήν κάνεις τα ίδια λάθη. Υπάρχουν πάρα πολλά λάθη στη ζωή που μπορείς να κάνεις. Ποιος είσαι, ρε φίλε, και δεν μετανιώνεις για τίποτα; Αντίθετα, αυτός που μετανιώνει αναγκάζεται να καταφύγει στον αναστοχασμό – που είναι πολύ σκληρό πράγμα.

– Αν μπορούσες να γνωρίσεις και να συνομιλήσεις με μια σημαντική προσωπικότητα που δεν βρίσκεται στη ζωή, ποιον ή ποια θα επέλεγες;

Με τον Καβάφη θα ήθελα. Θα του ζήταγα συμβουλές προώθησης της τέχνης μου. Τον θεωρώ τον μεγαλύτερο καλλιτεχνικό διευθυντή και promoter της τέχνης που πέρασε ποτέ από την ανθρωπότητα. Έχω και αντικείμενά του, είμαι συλλέκτης. Τον Καβάφη θα ήθελα να συναντήσω. Και έναν στίχο θα κράταγα: «Σαν έτοιμος από καιρό». Αλλά θα πρόσθετα κάτι ακόμη: «Σαν έτοιμος από καιρό. Σαν». Ποτέ δεν θα είσαι έτοιμος. Σαν έτοιμος. Έτοιμος δεν θα ’σαι. Δεν υπάρχει περίπτωση ποτέ να είσαι έτοιμος μπροστά στο πεπρωμένο σου.

– Τι σε φοβίζει περισσότερο, μια και ανέφερες το πεπρωμένο;

Δύο πράγματα. Να φτάσω στο τέλος χωρίς να έχω αδειάσει από τους ποταμούς των ιδεών μου. Να τους κάνω πράξη, δηλαδή, στο σινεμά, στο θέατρο. Και με τρομάζει η φθορά του γήρατος που μπορεί να σε οδηγήσει στην ταπείνωση.

– Ποια ανάγκη γεννά την οικειοποίηση της τέχνης από πολιτικές παρατάξεις, οι οποίες νιώθουν πως είναι κτήμα τους ή τους ανήκει περισσότερο από τους υπόλοιπους;

Από εδώ που είμαστε, το θέατρο του Διονύσου είναι σχετικά κοντά. Από τότε, από τον πυρήνα της τέχνης που απευθύνεται σε μεγάλες ομάδες, η εξουσία είναι εκεί προκειμένου να κατευθύνει ψυχές, φαντασιώσεις και ιδεοληψίες, πολλές φορές. Το θέατρο, η μουσική, η αρχιτεκτονική έχει τον πλούτο και την πολιτική, Μέσα στην ιστορία της ανθρωπότητας συμβαδίζουν. Πώς θα γίνει μεγάλη αρχιτεκτονική χωρίς τον πλούτο και την πολιτική; Πολιτική θεωρώ ότι είναι η κρυφή τέχνη του πολιτισμού. Πολιτική και πολιτισμός έχουν την ίδια ρίζα: την πόλη. Άρα δεν πρέπει να μας εκπλήσσει που πάνε παρέα. Καταλαβαίνω τους πολιτικούς που μέσα από τον πολιτισμό προσπαθούν να αλιεύσουν οράματα και πολλές φορές να τα καπηλευτούν. Αυτή είναι η φύση των πραγμάτων.

– Είναι οι αριστεροί καλύτεροι καλλιτέχνες από τους δεξιούς;

Οι αριστεροί θεωρούν ότι είναι πιο δίκαιοι άνθρωποι, πιο ευαίσθητοι άνθρωποι. Γενικά αρέσουν πολύ τα μονοπώλια της Αριστεράς. Εμένα δεν μου αρέσουν τα μονοπώλια, είμαι φιλελεύθερος. Κατά ένα ανορθολογικό τρόπο θεωρούν ότι η τέχνη είναι θέμα της Αριστεράς. Αν σκεφτεί κανείς ότι οι δεξιοί καλλιτέχνες, στην Ελλάδα τουλάχιστον, είναι πολλοί περισσότεροι. Ελύτης, Σεφέρης, Χατζιδάκις, Γκάτσος, Χορν, Κακογιάννης, Τσαρούχης, Ιόλας, Ταχτσής, Κάρολος Κουν, Ξαρχάκος. Αλλά κατά έναν παράξενο τρόπο έχουν προλάβει και έχουν καπαρώσει αυτή την ιδιότητα.

– Η έννοια της κουλτούρας είναι υπερεκτιμημένη;

Η κουλτούρα χρησιμοποιείται πολλές φορές για να κάνουμε τη φιγούρα μας. Είμαι καχύποπτος απέναντι στην κουλτούρα – όχι τον πολιτισμό. Έχει διαφορά το ένα με το άλλο. Όπως έχει διαφορά η ψυχαγωγία με τη διασκέδαση. Διασκεδάζω, πάω κάπου που χωρίς να δώσω τη συγκέντρωσή μου, μπορώ να ξεκουραστώ και να διασκορπιστώ. Πολύ ωραίο. Στην ψυχαγωγία πρέπει να δώσω τη συγκέντρωσή μου, να προσέξω τι μου λένε και να δώσω τη δυνατότητα να πάρει την ψυχή μου να την άγει, να την οδηγήσει. Έτσι και ο πολιτισμός με την κουλτούρα. Ο πολιτισμός έχει να κάνει με τον χρόνο, με την παράδοση. Είναι αυτό που θα μείνει. Η κουλτούρα είναι κάτι που καταναλώνεται επιτόπου. Έχει μια πρόφαση ποιότητας και χάνεται. Δες τη μοντέρνα τέχνη. Δες ταινίες που έχουν πάρει τεράστια βραβεία σε φεστιβάλ και χάθηκαν.

Τι θα ήταν η ζωή χωρίς την τέχνη; «Ένα ταξίδι χωρίς πανδοχείο», υποστηρίζει ο δημιουργός του «Νυχτερινού Εκφωνητή»

– Τι θα ήταν η ζωή χωρίς την τέχνη;

Ένα ταξίδι χωρίς πανδοχείο. Χωρίς να μπορούν οι ταξιδιώτες να λένε γι’ αυτό που είδαν ή αυτό που θα ήθελαν να δουν. Ματαιότητα. Από τους πρωτόγονους υπήρχαν καλλιτέχνες.

– Ο εμπορικός κινηματογράφος μπορεί να είναι και ποιοτικός;

Ασφαλώς. Και το έχουμε αποδείξει αυτό. Η «Κάλπικη Λίρα» του Τζαβέλλα τα συνδυάζει απόλυτα και τα δύο. Όλα τα άλλα είναι άλλοθι. Το κοινό είναι πολύ υποψιασμένο και καλλιεργημένο πια.

– Ο παλιός ελληνικός κινηματογράφος, ο ασπρόμαυρος, είναι τόσο καλός όσο συνηθίζουμε να λέμε;

Όχι. Ο παλιός ελληνικός κινηματογράφος έχει 20 ταινίες που είναι καθοριστικές. Και όπως είναι φυσικό σε όλα τα πράγματα στη ζωή, έχει και πάρα πολλές αστοχίες. Αλλά επειδή έχει νοσταλγία και πάρα πολύ λαογραφία, τον αγαπάμε.

– Σε ποια κλασική ελληνική ταινία θα ήθελες να ήσουν στο καστ;

Θα ήθελα να παίξω στην «Κάλπικη Λίρα» και να ενσαρκώσω έναν νέο ρόλο που θα γραφόταν για μένα. Θα ήταν ο κολλητός του Χορν που θα του έλεγε «μην εγκαταλείπεις τη Λαμπέτη». Της λέει μια ανοησία, «ο καλλιτέχνης δεν πρέπει να παντρεύεται και την εγκαταλείπει». Θα του έλεγα «τρέξε πίσω της».

– Ας κλείσουμε όπως ξεκινήσαμε, με την ταινία. Έχει διάρκεια 74 λεπτά. Σίγουρα υπήρχαν σκηνές που κόπηκαν στο μοντάζ. Γιατί δεν κράτησες επιπλέον 16 λεπτά για να πιάσει τα 90, όπως συνηθίζεται;

Μεγάλη τέχνη στον κινηματογράφο είναι να πετάς. Πώς είναι οι γλύπτες που λένε πως το άγαλμα τελειώνει όταν δεν έχεις τίποτα άλλο να πετάξεις; Σαν σκηνοθέτης που μοντάρω κιόλας, αφαιρώ, αφαιρώ, αφαιρώ. Προτιμώ να πουν «ήταν μικρό», παρά «βαρέθηκα». Η ταινία είναι 74 λεπτά. Τόσο είναι.

Νυχτερινός Εκφωνητής

Στην ταινία «Νυχτερινός Εκφωνητής», που είναι ένας γλυκόπικρος στοχασμός επάνω στους ματαιωμένους έρωτες και στις χαμένες ευκαιρίες της ζωής, παρακολουθούμε έναν βετεράνο νυχτερινό ραδιοφωνικό εκφωνητή τη βραδιά που γίνεται 50 ετών και συνειδητοποιεί με αμηχανία ότι πια δεν συγκαταλέγεται στους νέους, ξετυλίγοντας έτσι στον «αέρα» το κουβάρι της ζωής του.

Άξονας της εκπομπής είναι η αναζήτηση ενός ξεχασμένου έρωτα σε εκκρεμότητα, από την εποχή που υπηρετούσε ως εύζωνας, μέσα από τα ερωτικά και όχι μόνο μηνύματα που διέσωσε ένας παλιός τηλεφωνητής. Βγάζοντας στον αέρα τα παθιασμένα ηχογραφημένα μηνύματα από τις αρχές του ’90, θα προσπαθήσει να εντοπίσει αυτήν τη γυναίκα και να την πείσει από το μικρόφωνο να του τηλεφωνήσει.

Ο Ρένος Χαραλαμπίδης στην πέμπτη μεγάλου μήκους ταινία του, με αφορμή τα δύσκολα 50ά γενέθλια του πρωταγωνιστή -μία κομβική ηλικία για όλους- αποτίει έναν ρομαντικό φόρο τιμής στο νυχτερινό ραδιόφωνο που μας κρατούσε συντροφιά τα βράδια της νιότης μας, ενώ παίρνει μαζί του τον θεατή σε ένα νοσταλγικό ταξίδι στην Αθήνα της δεκαετίας του ’90.

Συντελεστές

Σκηνοθεσία – Σενάριο: Ρένος Χαραλαμπίδης

Πρωταγωνιστούν: Ρένος Χαραλαμπίδης, Ελευθερία Στάμου, Μαργαρίτα Αμαραντίδη

Διάρκεια: 74’

Διανομή: Danaos Films