Με 7 υποψηφιότητες για Χρυσές Σφαίρες, το «Poor Things» του Γιώργου Λάνθιμου ανήκει στις ταινίες που ξεχωρίζουν στις βραβεύσεις της χρονιάς. Λίγες μέρες πριν έρθει ο Γιώργος Λάνθιμος στην Ελλάδα για να παρουσιάσει το «Poor Things» (που αρχικά ήταν να κυκλοφορήσει με την ελληνική απόδοση του τίτλου του βιβλίου «Χαρούμενοι Αλήτες»), πραγματοποίησε κάποιες διαδικτυακές παρουσιάσεις. Η ΕΡΤ ξεχώρισε τα σημεία της ανάλυσης και παρουσίασε τα στοιχεία της φιλοσοφίας που συνέθεσαν αυτή την ιδιαίτερη δημιουργία, για την οποία μιλάει όλος ο κόσμος.
Τα συναισθήματα από την πρώτη επαφή με το «Poor Things»
«Διάβασα για πρώτη φορά το μυθιστόρημα το 2010 ή το 2011. Αμέσως, με εντυπωσίασε. Έκανα έρευνα και είδα ότι δεν έγινε ποτέ ταινία, πράγμα που με εξέπληξε πραγματικά. Πήγα να συναντήσω τον Alasdair Gray στη Γλασκώβη και ήταν ένας υπέροχος, πολύ ιδιόρρυθμος άνθρωπος, πολύ ταλαντούχος, υπερταλαντούχος θα έλεγα. Είναι σπουδαίος ζωγράφος και εικονογράφος και σπουδαίος συγγραφέας. Έτσι, πήρα την ευλογία του για να κάνω τη διασκευή. Αλλά στη συνέχεια ήρθαν αλλεπάλληλες απορρίψεις όταν παρουσίασα την πρότασή μου να το κάνω ταινία. Αλλά πάντα το κρατούσα στο πίσω μέρος του μυαλού μου. […] Τελικά, αφού κάναμε την “Ευνοούμενη”, μου φάνηκε μια καλή ευκαιρία να προσπαθήσω να το παρουσιάσω εκ νέου. Και ευτυχώς, υποθέτω ότι η ώρα του ήταν τότε. Μίλησα στον Τόνι γι’ αυτή την ιδέα και του έδωσα το μυθιστόρημα. Είχαμε δουλέψει μαζί στην «Ευνοούμενη» όπου είχε γράψει το σενάριο […] και ξέραμε ότι θέλαμε να συνεχίσουμε να συνεργαζόμαστε. […] Αν το είχα κάνει πριν από 10 χρόνια, ίσως, δεν θα είχε την ίδια υποδοχή. Δεν θα είχαμε κάνει την ίδια ταινία. Ποιος ξέρει; Όλα συμβαίνουν για κάποιο λόγο, υποθέτω».
Η σχέση της ταινίας με τον μύθο του Φρανκενστάιν
«Μελέτησα το “Ζωντανός-Νεκρός” (και αντίστοιχες σκηνές νεκρανάστασης) για να κάνουμε μια μικρή αναφορά σε αυτές, αν και ήταν ήδη ενσωματωμένες στο ίδιο το μυθιστόρημα. […] Δεν νομίζω ότι κάναμε κάτι περισσότερο για να το εξετάσουμε και να εμπνευστούμε από αυτό εκτός από το να το πιάσουμε από εκεί που το άφησε ο Alasdair Gray».
Σχετικά με την τόσο εποικοδομητική -και συνεχιζόμενη- συνεργασία με την Έμμα Στόουν
«Δεν χρειάζεται να υπεραναλύουμε τα πράγματα για να φτάσουμε κάπου. Εμπιστευόμαστε ο ένας τον άλλον πάρα πολύ μετά από τόσα χρόνια και έχουμε γίνει πολύ στενοί φίλοι. Μιλάμε πολύ για τα πάντα. Και το γεγονός ότι συμμετείχε από τόσο νωρίς λόγω της σχέσης μας, νομίζω ότι τη βοήθησε επίσης να νιώσει πιο άνετα και να γνωρίζει τα άπαντα: από τον σχεδιασμό του κόσμου, τα κοστούμιαν όπως και να προσκαλέσει τους άλλους ηθοποιούς. Για παράδειγμαν καλέσαμε μαζί τον Willem. Είναι σαν μια συνεχής σχέση πάνω στην οποία επενδύουμε και κυρίως έχουμε εμπιστοσύνη και εκτίμηση ο ένας για τον άλλον».
Σχετικά με το χαρακτηριστικό βλέμμα του γιατρού Godwin Baxter
«Αρχίσαμε να τον σκεφτόμαστε από νωρίς όταν ξεκινήσαμε να σχεδιάζουμε τον ίδιο τον κόσμο. […]. Έτσι, αρχίσαμε να εξετάζουμε διάφορες αναφορές από πραγματικά ρεαλιστικά στοιχεία, όπως τραυματισμένους στρατιώτες από τον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο και τα αποτελέσματα που αυτές οι χειρουργικές επεμβάσεις έφερναν. Πάντως δεν θέλαμε να φαίνεται σαν ατύχημα, έπρεπε να είναι σχεδόν αφηρημένο. Εν συνεχεία μελετήσαμε άλλες αφηρημένες εικόνες και έργα τέχνης, όπως πίνακες ζωγραφικής. Και αυτό που μου έμεινε στο μυαλό ήταν αυτή η αυτοπροσωπογραφία του Φράνσις Μπέικον στην οποία επέστρεφα συνέχεια. Θελήσαμε με κάποιον τρόπο να τη ζωντανέψουμε. Κάναμε πειράματα στο Photoshop, μελετήσαμε προτομές, γλυπτά. […] Θέλαμε να μοιάζει με αποτέλεσμα πειράματος, οπότε αρχίσαμε να χτίζουμε πρακτικά πάνω σε ένα γλυπτό και να το μελετάμε. Και θυμάμαι ότι στείλαμε επίσης στον Willem μερικές από τις φωτογραφίες και τα πειράματα στο Photoshop, ώστε να συμμετέχει και αυτός. Μετά κάναμε κάποιες δοκιμές».
Η συνεισφορά της Έμμα Στόουν στον ρόλο
«Την άφησα ελεύθερη βασικά. Το θέμα είναι να δημιουργήσω το κατάλληλο περιβάλλον και να φτιάξω έναν ασφαλή χώρο για όλους τους ηθοποιούς και να προσπαθήσω να τους φέρω κοντά και να τους κάνω να νιώσουν άνετα μεταξύ τους. Κάναμε κάποιες πρόβες εκ των προτέρων […] για να νιώσουν άνετα μεταξύ τους, να γνωριστούν, να νιώσουν ασφάλεια ότι μπορούν να δοκιμάσουν οτιδήποτε, μπορούν να “γελοιοποιηθούν”. Ήθελα να δοκιμάσουν διάφορα πράγματα, […] να δημιουργήσουν αυτή την ατμόσφαιρα, να μάθουν το κείμενο απλά παίζοντας παιχνίδια, δοκιμάζοντας πράγματα, όχι, να κάτσουν κάτω και να αναλύσουν και να δημιουργήσουν μια θεωρία για τους χαρακτήρες ή κάτι τέτοιο. Και μετά το βάρος έπεσε μόνο στους ηθοποιούς. Αυτοί έκαναν τη δύσκολη δουλειά και εγώ ήμουν απλά εκεί για να τους βοηθήσω με ορισμένες λεπτομέρειες, να τους δείξω τη σωστή κατεύθυνση αν πίστευα ότι πηγαίνουν προς τη λάθος κατεύθυνση […] δεν θα μπορούσα όμως να πω σε κανέναν τους πώς να το κάνουν».
Για τα οπτικά στοιχεία και την αποτελεσματικότητα τους στην ιστορία
«Το αγαπημένο μου μέρος της οικοδόμησης του κόσμου ήταν περπατώντας γύρω από αυτά τα σκηνικά, βλέποντας κάποια λίγα σχέδια και τρισδιάστατες απεικονίσεις. Έδειχναν αρκετά φιλόδοξα, υποθέτω. Μερικές φορές αμφέβαλα, δεν ήξερα πώς θα γίνουν στην πραγματικότητα. […] Αυτά πάντως που ονειρευτήκαμε, αυτά έγιναν και ήταν πολύ εμπνευσμένα».
Η χρήση σφαιρικών φακών σε ορισμένα πλάνα
«Με τον Ρόμπι Ράιαν, τον διευθυντή φωτογραφίας, από την “Ευνοούμενη”, θέλαμε να εξερευνήσουμε περαιτέρω και θυμηθήκαμε και οι δύο πως κατά τη διάρκεια της «Ευνοούμενης» χρησιμοποιήσαμε αυτούς τους φακούς fisheye. Κάποια στιγμή είχαμε δοκιμάσει αυτόν τον φακό που δημιουργούσε αυτόν τον κύκλο, όμως νομίζαμε πως θα ήταν υπερβολικός για την “Ευνοούμενη”, οπότε δεν τον χρησιμοποιήσαμε. Όταν αρχίσαμε να δοκιμάζουμε φακούς για το “Poor Things” και οι δύο τον θυμηθήκαμε. Είπαμε θυμάσαι εκείνον τον φακό που απλά δημιουργούσε αυτόν τον κύκλο και ήταν αρκετά σουρεαλιστικός καθώς περιέκλειε τους χαρακτήρες με τέτοιον τρόπο και έδινε αυτή την απόκοσμη ποιότητα; Τότε αρχίσαμε να τον ψάχνουμε, αλλά δεν τον ξαναβρήκαμε ποτέ. Έτσι, ο Robbie σκέφτηκε ότι αν χρησιμοποιήσουμε τον φακό των 16 χιλιοστών που δεν καλύπτει ολόκληρο των 35 χιλιοστών [ίσως είχαμε το ίδιο αποτέλεσμα».
Αν γυριζόταν το Poor Things πριν από 10 χρόνια, θα είχε την ίδια ανταπόκριση;
«Υποθέτω ότι ο κόσμος έχει αλλάξει αρκετά και μέσα σε αυτά τα 10 χρόνια […] και ιδιαίτερα στον δυτικό κόσμο που παρακολουθεί ταινίες και τέτοιου είδους ταινίες. Η αντίληψη γύρω από τη θέση που έχει μια γυναίκα στην κοινωνία και πώς συνειδητοποιήσαμε ή συνειδητοποιούμε σιγά-σιγά πώς έχει κατασκευαστεί και περιοριστεί. Είναι πιο εμφανές σε όλους εμάς αυτή τη στιγμή όπως και σε περισσότερους ανθρώπους. Όλοι προσπαθούμε να αλλάξουμε τα κακώς κείμενα ή καλύτερα οι περισσότεροι άνθρωποι προσπαθούν να το καταλάβουν καλύτερα και να το αλλάξουν. Και νομίζω ότι αυτό βοηθάει. Όπως, υποθέτω ότι οι απορρίψεις που δεχτήκαμε πριν από 10 χρόνια ήταν […] γιατί δεν είχα κάνει ακόμα μια αγγλόφωνη ταινία, και αυτή θα ήταν μια… ταινία “μεγάλης κλίμακας”. Ο κόσμος ήταν ούτως ή άλλως διστακτικός επειδή το θεωρούσαν επικίνδυνο, μια ριψοκίνδυνη πρόταση.
Αλλά επίσης, νομίζω ότι δεν καταλάβαιναν τι θέλω να κάνω. Ήταν σημαντικό να αφηγηθώ αυτή την ιστορία αυτής της γυναίκας, που προσπαθεί να χαράξει το δικό της μονοπάτι και να πορευτεί στον κόσμο με τους δικούς της όρους. Αλλά τώρα έχει γίνει κατανοητό ως κάτι πιο ουσιαστικό που πρέπει να μοιραστεί και να ειπωθεί. Και δεν νομίζω ότι έχει να κάνει με την τεχνολογία ή με τον τρόπο που την αντιλαμβάνομαι εγώ. Έχει να κάνει κυρίως με τον ανοιχτό ορίζοντα σκέψης των ανθρώπων, για να κρίνουν και να αξιολογήσουν τρόπους σκέψης του παρελθόντος· να πουν “πώς συμπεριφερόμασταν έτσι;” και “Μα πώς ο κόσμος θεωρούνταν έτσι φυσιολογικός;”. Και είμαι σίγουρος ότι σε 10 χρόνια από τώρα, θα τα ξανασυζητάμε αυτά».
Οι πρώτες αντιδράσεις του κοινού
«Όχι δεν με εξέπληξαν. Δεν είναι κάτι ιδιαίτερο, απλά -όπως είπα- δεν πίστευα απαραίτητα ότι “θα πήγαινε στη σωστή πλευρά των πραγμάτων” με το κοινό. Ίσως περίμενα περισσότερους δισταγμούς. Αλλά απ’ ό,τι καταλαβαίνω, φαίνεται ότι είναι περισσότερο αποδεκτό γι’ αυτό που είναι, όπως και κατανοητό για αυτό που είναι, μάλιστα περισσότερο από το αναμενόμενο και αυτό είναι υπέροχο.
Απαισιόδοξα αισιόδοξος ή το αντίθετο;
«Μπορεί να είμαι απαισιόδοξος […] αλλά αυτή η ταινία έχει αίσιο τέλος. Δε λέω κάτι παραπάνω για να μην καταστρέψω για όλους τις εκπλήξεις».