Μετά από τις συνομιλίες που είχαν οι Ταλιμπάν στη Νορβηγία με Δυτικούς διπλωμάτες, πιστεύουν πως πλησιάζει η στιγμή της διεθνούς αναγνώρισης του καθεστώτος τους. Σε αυτή την εκτίμηση προέβη ο υπουργός Εξωτερικών Αμίρ Χαν Μουτάκι. Βέβαια, υπογράμμισε πως η κυβέρνηση του Αφγανιστάν δεν θα ενεργήσει «υπό την πίεση κανενός» σε ό,τι αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Ο Μουτάκι κάλεσε, επίσης, τις ΗΠΑ να αποδεσμεύσουν τα δισεκατομμύρια των αφγανικών πόρων που παραμένουν παγωμένα έπειτα από την κατάληψη της εξουσίας από τους Ταλιμπάν τον περασμένο Αύγουστο.
«Σε ό,τι αφορά τη διαδικασία επίσημης αναγνώρισης, πλησιάζουμε στο στόχο», δήλωσε ο υπουργός Εξωτερικών των Ταλιμπάν σε συνέντευξή του στο AFP, την πρώτη που παραχωρεί μετά τις συνομιλίες που πραγματοποιήθηκαν την προηγούμενη εβδομάδα στο Όσλο μεταξύ των ισλαμιστών και πολλών Δυτικών διπλωματών.
«Είναι δικαίωμά μας, δικαίωμα των Αφγανών. Θα συνεχίσουμε την πολιτική μας μάχη και τις προσπάθειές μας μέχρι να πετύχουμε αυτό που θέλουμε», τόνισε.
Οι Ταλιμπάν θεωρούν τις συνομιλίες στο Όσλο ως μια πρώτη ένδειξη διεθνούς αναγνώρισης. Ωστόσο, η Νορβηγία εκτιμά ότι οι συζητήσεις αυτές δεν προσέφεραν στους ισλαμιστές «ούτε νομιμοποίηση ούτε αναγνώριση».
«Η διεθνής κοινότητα επιθυμεί να έχει συναλλαγές μαζί μας», επεσήμανε ο Μουτάκι, εκτιμώντας ότι η κυβέρνησή του εργάζεται ενεργητικά μαζί της σε πολλά θέματα. Ένδειξη, σύμφωνα με τον ίδιο ότι ενισχύεται η νομιμοποίηση των Ταλιμπάν.
Προβλέπει άνοιγμα των πρεσβειών
Πολλές χώρες διατηρούν την πρεσβεία τους στην Καμπούλ και ο Μουτάκι προβλέπει ότι θα επαναλειτουργήσουν και άλλες. «Αναμένουμε ότι οι πρεσβείες κάποιων ευρωπαϊκών και αραβικών χωρών θα ανοίξουν επίσης», σχολίασε.
Ωστόσο το νέο καθεστώς των Ταλιμπάν αρνείται να ενεργήσει υπό τη διεθνή πίεση, τόνισε, εξηγώντας ότι η κυβέρνηση ακολουθεί τον δικό της οδικό χάρτη σε ό,τι αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα.
«Οι ενέργειές μας στη χώρα δεν γίνονται για να ικανοποιήσουμε απαιτήσεις και δεν λαμβάνουμε αποφάσεις υπό την πίεση κανενός», υπογράμμισε ο Μουτάκι.
Οι Ταλιμπάν ισχυρίζονται ότι έχουν γίνει πιο μετριοπαθείς σε σχέση με την προηγούμενη φορά που ήταν στην εξουσία (1996-2001), όταν απαγόρευαν κάθε διαμαρτυρία και καταπατούσαν τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Παρ’ όλα αυτά δεν καθυστέρησαν να αποκλείσουν τα κορίτσια από τα σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, να επιβάλουν στις γυναίκες να συνοδεύονται από έναν άνδρα συγγενή όταν κάνουν μεγάλα ταξίδια και να τις αποκλείσουν από τις περισσότερες θέσεις εργασίας στον δημόσιο τομέα.
Ο Μουτάκι αρνήθηκε ότι έχουν εκδιωχθεί οι γυναίκες από τον δημόσιο τομέα, όμως πολλές γυναίκες δημόσιοι υπάλληλοι, είτε από την Καμπούλ είτε από άλλες πόλεις του Αφγανιστάν, καταγγέλλουν ότι έχασαν τη δουλειά τους ή έχουν να πληρωθούν μήνες.
«Κανένας από τους 500.000 δημόσιους υπαλλήλους του προηγούμενου καθεστώτος, άνδρας ή γυναίκα, δεν έχει απολυθεί. Πληρώνονται όλοι», ανέφερε ο πολιτικός.
Ανθρωπιστική κρίση
Μετά τη διακοπή της παροχής διεθνούς βοήθειας, η οποία κάλυπτε σχεδόν το 75% του αφγανικού προϋπολογισμού, και το πάγωμα από τις ΗΠΑ των 9,5 δισεκ. δολαρίων της Κεντρικής Τράπεζας του Αφγανιστάν, η χώρα βυθίζεται σε μια σοβαρή ανθρωπιστική κρίση.
Μάλιστα, πρόσφατο ρεπορτάζ του τηλεοπτικού δικτύου Sky News, παρουσίασε πως στα νοσοκομεία δυσκολεύονται να κρατήσουν ζωντανά τα παιδιά.
Στη χώρα που έχει ήδη πληγεί σοβαρά από την ξηρασία, ο λιμός απειλεί πλέον 23 εκατομμύρια ανθρώπους, δηλαφδή το 55% των κατοίκων του Αφγανιστάν, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.
Ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και κυρίως των γυναικών, από τους Ταλιμπάν αποτελεί έναν από τους βασικούς όρους που θέτουν οι ξένοι διπλωμάτες προκειμένου να αποδεσμευθεί η βοήθεια.
Από τότε που κατέλαβαν την εξουσία οι Ταλιμπάν έχουν διαλύσει τις περισσότερες διαδηλώσεις κατά του καθεστώτος τους, έχουν συλλάβει πολλούς επικριτές τους και έχουν ξυλοκοπήσει ή συλλάβει δημοσιογράφους. Μια πραγματικότητα την οποία απορρίπτει ο Μουτάκι.
«Μέχρι σήμερα δεν έχουμε συλλάβει κανένα που είναι αντίθετος στη ιδεολογία αυτής της κυβέρνησης και δεν έχουμε κάνει κακό σε κανέναν», τόνισε.
Αυτή την εβδομάδα η Διεθνής Αμνηστία και ο ΟΗΕ κατήγγειλαν τη σύλληψη δύο δημοσιογράφων του τηλεοπτικού δικτύου Ariane TV, οι οποίοι αφέθηκαν τελικά ελεύθεροι την Τετάρτη (2/2) έπειτα από δύο ημέρες κράτησης.
Δύο φεμινίστριες γνωστές για τη συμμετοχή τους σε διαδηλώσεις κατά του καθεστώτος επίσης αγνοούνται εδώ και δύο εβδομάδες. Οι Ταλιμπάν αρνούνται οποιαδήποτε εμπλοκή στην υπόθεση αυτή και ισχυρίζονται ότι έχουν ξεκινήσει έρευνα.