Τα μέλη της οργάνωσης Επαναστατικές Ένοπλες Δυνάμεις της Κολομβίας (FARC) δεν πρέπει να δικάζονται σαν «κοινοί εγκληματίες» εάν υπάρξει οριστική συμφωνία ειρήνης με την κυβέρνηση, τόνισε ένας από τους κορυφαίους διαπραγματευτές της.
Οι FARC έκαναν την τοποθέτηση αυτή μετά τη δήλωση του προέδρου της Κολομβίας Χουάν Μανουέλ Σάντος σε μια συνέντευξη που παραχώρησε ότι το μεγαλύτερο εμπόδιο για την ειρήνη είναι τα μέλη της οργάνωσης να συμφωνήσουν να οδηγηθούν ενώπιον της δικαιοσύνης έπειτα από 50 χρόνια πολέμου.
«Δεν μπορείς να επιφυλάσσεις μια αντιμετώπιση που σχεδιάστηκε για εγκληματικές οργανώσεις σε αντάρτες», ανέφερε μια ανακοίνωση των FARC που ανέγνωσε ο διαπραγματευτής τους Πάμπλο Κατατούμπο κατά την έναρξη του πιο πρόσφατου γύρου των συνομιλιών στην Αβάνα.
«Ο πρόεδρος έχει δηλώσει ότι η δικαιοσύνη είναι το πρόβλημα. Είναι αλήθεια ότι υπάρχει πρόβλημα διαφθοράς, ατιμωρησίας και ηθικής εξαχρείωσης», ανέφερε ο Κατατούμπο.
Οι αντάρτες έχουν πει επανειλημμένα κατά τη διάρκεια των διετών ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων ότι δεν θα συμφωνήσουν να φυλακιστούν μέλη τους. Ο Σάντος από τη δική του πλευρά επιμένει ότι δεν θα υπάρξει συμφωνία που να χορηγεί αμνηστία για εγκλήματα όπως δολοφονίες, βιασμοί, εκτοπίσεις και εμπορία ναρκωτικών.
Ο Σάντος είπε ότι επιθυμεί την απόδοση δικαιοσύνης στο μέγιστο βαθμό στο πλαίσιο μιας συμφωνίας ειρήνης. Οι ποινές μπορεί να επιβληθούν “με διάφορους τρόπους” και όχι κατ’ ανάγκην με τον εγκλεισμό σε φυλακές, επισήμανε.
Οι διαπραγματευτές που συμμετέχουν στις συνομιλίες στην Κούβα έχουν καταλήξει σε συμφωνίες για διάφορα επιμέρους ζητήματα, όπως η αγροτική μεταρρύθμιση, η συμμετοχή των ανταρτών στην πολιτική ή η καταπολέμηση της εμπορίας των ναρκωτικών. Την τρέχουσα περίοδο, συζητούν ακανθώδη ζητήματα όπως είναι ο αφοπλισμός των ανταρτών και η αποζημίωση των θυμάτων.
Η Κολομβία είχε επικυρώσει έναν μεταβατικό νόμο το 2005 για τον αφοπλισμό περίπου 30.000 ακροδεξιών παραστρατιωτικών. Προέβλεπε να τους επιβληθούν σχετικά μικρές ποινές φυλάκισης, με αντάλλαγμα ομολογίες, την επιστροφή γαιών που είχαν υφαρπαχθεί στους νόμιμους ιδιοκτήτες τους και την αποζημίωση των θυμάτων. Όμως οργανώσεις προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων λένε ότι πολλές από τις υποσχέσεις τους αθετήθηκαν.