Η διπλωματία της Ρωσίας κατέστησε εκ νέου σαφές σήμερα ότι αντιτίθεται στην εισδοχή της Ουκρανίας στο NATO, υποστηρίζοντας ότι αυτό θα δημιουργούσε μια «πρόκληση χωρίς προηγούμενο» για την ευρωπαϊκή ασφάλεια.
«Δεν θέλουμε να δούμε την Ουκρανία εντός του NATO», δήλωσε ο πρεσβευτής της Ρωσίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, Βλαντίμιρ Σιζόφ, μιλώντας σε δημοσιογράφους.
«Η Ουκρανία εντός του NATO θα αποτελούσε μια πρόκληση χωρίς προηγούμενο για την ευρωπαϊκή ασφάλεια, την πιο σημαντική μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου», πρόσθεσε ο ίδιος.
Η κυβέρνηση της Ουκρανίας ανακοίνωσε στα τέλη του Αυγούστου ότι η πρόθεσή της είναι να αρχίσει ξανά η διαδικασία για την εισδοχή της στο NATO, η οποία είχε ανασταλεί το 2010, όταν κυβερνούσε ο φιλορώσος πρόεδρος Βίκτορ Γιανουκόβιτς.
Το NATO άφησε ανοικτή την πόρτα σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, με την επιφύλαξη πως το Κίεβο θα προχωρούσε στις «αναγκαίες μεταρρυθμίσεις», θα «προσαρμοζόταν στους κανόνες» του και θα «εκπλήρωνε όλα τα κριτήρια» για την εισδοχή της Ουκρανίας στο Βορειοατλαντικό Σύμφωνο.
Αψηφώντας την αντίθεση της Μόσχας το NATO έχει ήδη διευρυνθεί και συμπεριλάβει χώρες οι οποίες ανήκαν στο σύμφωνο της Βαρσοβίας, όπως η Πολωνία, αλλά επίσης, το 2004, και τις χώρες της Βαλτικής—τρεις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες.
Ο Σιζόφ εξάλλου προειδοποίησε ότι δρα ένα «κόμμα του πολέμου» στην Ουκρανία.
Ένα πρωτόκολλο δώδεκα σημείων για την κήρυξη εκεχειρίας υπεγράφη την Παρασκευή στο Μινσκ της Λευκορωσίας από εκπροσώπους του Κιέβου και των φιλορώσων αυτονομιστών ανταρτών με στόχο να δοθεί τέλος στη σύρραξη που διαρκεί πέντε μήνες και έχει στοιχίσει περίπου 2.800 νεκρούς, σύμφωνα με τον ΟΗΕ. Γενικά η κατάπαυση του πυρός εφαρμόζεται, παρότι έχουν αναφερθεί παραβιάσεις της.
Χθες Δευτέρα η ΕΕ ενέκρινε χωρίς όμως να θέσει σε εφαρμογή μια νέα σειρά κυρώσεων σε βάρος της Μόσχας. Οι 28 αποφάσισαν να αναμείνουν μερικές ημέρες για να διαπιστώσουν τις εξελίξεις επί του πεδίου πριν να τις επιβάλουν. Μια νέα συνάντηση των πρεσβευτών των κρατών-μελών για να συζητηθεί το θέμα προβλέπεται για αύριο Τετάρτη.
«Το μήνυμά μας προς την ΕΕ είναι το εξής: δεν μπορείτε να επιτύχετε μια διαδικασία ειρήνης υποστηρίζοντας το κόμμα του πολέμου στην Ουκρανία», είπε ο Σιζόφ, που εμφανίστηκε να διαχωρίζει από αυτό τον πρόεδρο Πέτρο Ποροσένκο, ο οποίος είπε πως ενδιαφέρεται για την εμπέδωση και την επιτυχία της εκεχειρίας.
«Μόνον το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ έχει το δικαίωμα να επιβάλει κυρώσεις», υποστήριξε εξάλλου ο Ρώσος διπλωμάτης, κρίνοντας «άδικες» και «σφαλερές» τις ευρωπαϊκές κυρώσεις, διότι είναι «βασισμένες στην υπόθεση ότι η Ρωσία είναι μέρος της σύγκρουσης», κάτι το οποίο «δεν ήταν, δεν είναι και δεν θα είναι ποτέ» αληθές, όπως είπε.
Παράλληλα, ο υπουργός Άμυνας της Βρετανίας, Μάικλ Φάλον, δήλωσε σήμερα πως η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να συνεχίσει να ασκεί πίεση στη Ρωσία για την εμπλοκή της στον πόλεμο της Ουκρανίας διότι οι κυρώσεις τις οποίες επιβάλει έχουν αποτέλεσμα.
Οι πρεσβευτές της ΕΕ ανέβαλαν χθες την εφαρμογή του νέου πακέτου κυρώσεων σε βάρος της Ρωσίας ώστε να διαπιστωθεί εάν η εκεχειρία στην Ουκρανία θα τηρηθεί.
Η μάλλον απροσδόκητη απόφαση άφησε να διαφανούν οι διαφωνίες εντός των 28 σε ό,τι αφορά τις κυρώσεις στη Ρωσία, η οποία έχει ήδη επιβάλει μέτρα σε αντίποινα και έχει απειλήσει να επιβάλει νέα αντίμετρα σε περίπτωση που οι Βρυξέλλες αποφασίσουν να κλιμακώσουν τις κυρώσεις τους.
Ο Φάλον, μιλώντας στο πρακτορείο ειδήσεων Ρόιτερς στο περιθώριο του συμβουλίου των υπουργών Άμυνας της ΕΕ στην Ιταλία, στο οποίο συζητήθηκαν οι κρίσεις στην Ουκρανία, στο Ιράκ και στη Λιβύη, επέμεινε ότι η Ευρώπη πρέπει να τηρήσει αποφασιστική στάση σε ό,τι αφορά τις κυρώσεις.
«Τα κράτη μέλη έχουν όλα ελαφρώς διαφορετικές θέσεις στο ζήτημα αυτό, αλλά το ουσιώδες είναι να συνεχίσουμε να ασκούμε πίεση», τόνισε ο Φάλον.
«Οι κυρώσεις έχουν ένα σαφές αποτέλεσμα και το βλέπουμε αυτό», συνέχισε και πρόσθεσε πως η μπάλα είναι στο γήπεδο του προέδρου της Ρωσίας Βλαντίμιρ Πούτιν και «αυτός θα πρέπει να αποφασίσει αν θέλει να βρεθεί αντιμέτωπος με την πλήρη ισχύ των κυρώσεων ή εάν θέλει να υπάρξει πρόοδος. . . οι σκοτωμοί πρέπει να σταματήσουν».
Οι κυρώσεις δεν πρέπει να χαλαρώσουν μέχρι να υπάρξει «κάποια ανταπόδοση από τη Ρωσία» όπως «η μετακίνηση των στρατευμάτων της πιο μακριά από τα σύνορα» και η «απόσυρση» του «βαρέος εξοπλισμού της» ο οποίος έχει εισέλθει στην Ουκρανία, σύμφωνα με τον Φάλον.
Ο υπουργός Άμυνας της Λετονίας Ραϊμόντς Βεγιόνις —ο οποίος τηρεί ιδιαίτερα σκληρή στάση έναντι της Ρωσίας— δήλωσε ότι τον απογοήτευσε το γεγονός ότι ανεβλήθη η επιβολή των κυρώσεων, ενώ επισήμανε ακόμη πως ορισμένες από τις χώρες μέλη της ΕΕ είναι δυνατόν να δώσουν όπλα στην κυβέρνηση της Ουκρανίας και «ορισμένες είναι έτοιμες να το κάνουν».
Υιοθετώντας μια πιο διαλλακτική θέση η Ιταλίδα υπουργός Άμυνας Ρομπέρτα Πινότι είπε ότι οι ευρωπαϊκές κυρώσεις «θα μπορούσαν» να αρθούν εάν η κατάσταση στην Ουκρανία βελτιωθεί. «Υπάρχει και πρέπει να υπάρχει χώρος για την πολιτική, αλλά πρώτα και κύρια η ένοπλη σύγκρουση πρέπει να σταματήσει», σημείωσε.