Ο πρόεδρος της Νιγηρίας Γκούντλακ Τζόναθαν θα επισκεφθεί αύριο Παρασκευή το χωριό Τσιμπόκ, στα νοτιοανατολικά, απ’ όπου απήχθησαν πριν από ένα μήνα 200 και πλέον μαθήτριες από την ισλαμιστική οργάνωση Μπόκο Χαράμ, ανακοίνωσαν ανώτεροι κυβερνητικοί αξιωματούχοι.
Αυτή θα είναι η πρώτη επίσκεψη του Τζόναθαν στο χωριό μετά τις απαγωγές. Στη συνέχεια, σύμφωνα με τους ίδιους αξιωματούχους, ο νιγηριανός πρόεδρος θα μεταβεί σε μια σύνοδο για την περιφερειακή ασφάλεια η οποία θα διεξαχθεί στο Παρίσι, όπου θα συζητηθεί και το θέμα της Μπόκο Χαράμ.
Ο Τζόναθαν είναι αντιμέτωπος με εντεινόμενες πιέσεις να αντιμετωπίσει τους ισλαμιστές αντάρτες που έχουν σκοτώσει χιλιάδες ανθρώπους από το 2009 – όταν ξέσπασε η εξέγερσή τους με στόχο την ίδρυση ενός ισλαμικού κράτους στη βόρεια Νιγηρία – και να απελευθερώσει τις μαθήτριες, η απαγωγή των οποίων έχει προκαλέσει διεθνή κατακραυγή.
Έπειτα από αίτημα του Τζόναθαν ο γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ θα φιλοξενήσει το Σάββατο στο Μέγαρο των Ηλυσίων μια σύνοδο για την περιφερειακή ασφάλεια στην οποία θα πάρουν μέρος οι ηγέτες του Καμερούν, του Νίγηρα, του Τσαντ και του Μπενίν, των τεσσάρων χωρών που συνορεύουν με τη Νιγηρία, καθώς και εκπρόσωποι των ΗΠΑ, της Βρετανίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σύμφωνα με το Παρίσι, στόχος της συνόδου είναι να ενθαρρυνθούν οι χώρες της περιοχής να συνεργαστούν με την Αμπούτζα στη μάχη της κατά της Μπόκο Χαράμ και να «δούμε πώς οι ΗΠΑ, η Βρετανία και η Γαλλία μπορούν να συνεισφέρουν».
«Δεν τίθεται θέμα δυτικής στρατιωτικής επέμβασης εναντίον της Μπόκο Χαράμ», υπογράμμισε το περιβάλλον του Ολάντ, αν και το Παρίσι, το Λονδίνο και η Ουάσινγκτον έχουν στείλει ειδικούς, κυρίως στρατιωτικούς, καθώς και αναγνωριστικά αεροσκάφη για να βοηθήσουν τις νιγηριανές αρχές να εντοπίσουν τις απαχθείσες μαθήτριες.
Εξάλλου ένας ανώτερος αμερικανός αξιωματούχος επέκρινε σήμερα τη Νιγηρία ότι αντέδρασε πολύ καθυστερημένα στην απειλή της Μπόκο Χαράμ, όμως πρόσθεσε ότι η Ουάσινγκτον παραμένει δεσμευμένη στο να την βοηθήσει να πολεμήσει την οργάνωση και να εντοπίσει τις μαθήτριες.
«Γενικά η Νιγηρία έχει αποτύχει να εξαπολύσει μια αποτελεσματική εκστρατεία εναντίον της Μπόκο Χαράμ», ανέφερε η Άλις Φρεντ, επικεφαλής της διεύθυνσης του Πενταγώνου για τις Αφρικανικές Υποθέσεις σε μια κατάθεση που παρέδωσε στην υποεπιτροπή της Γερουσίας για την Αφρική ενόψει της σημερινής της συνεδρίασης.
«Το Τμήμα ανησυχεί βαθιά εδώ και καιρό για το πόσο η κυβέρνηση της Νιγηρίας αγωνίζεται να αντιμετωπίσει τις αυξανόμενες ικανότητες της Μπόκο Χαράμ», επεσήμανε η Φρεντ.
Η ίδια πρόσθεσε ότι οι νιγηριανές δυνάμεις ασφαλείας προσαρμόστηκαν αργά στην απειλή της ισλαμιστικής τρομοκρατικής οργάνωσης. «Ακόμη πιο ανησυχητικό», σημειώνει η Φρεντ, είναι ότι ωμότητες διαπράχθηκαν από κάποια μέλη των δυνάμεων ασφαλείας στη διάρκεια των επιχειρήσεων εναντίον της οργάνωσης, γεγονός που σημαίνει ότι ο αμερικανικός νόμος περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων απαγορεύει την παροχή βοήθειας σε αυτές.
Στο μεταξύ οι συγγενείς των 223 μαθητριών που κρατούνται από τη Μπόκο Χαράμ ζήτησαν σήμερα την απελευθέρωσή τους «χωρίς όρους», την ώρα που οι νιγηριανοί βουλευτές συζητάνε για το ενδεχόμενο παράτασης της κατάστασης έκτακτης ανάγκης που ισχύει εδώ και ένα χρόνο στο βορειοανατολικό τμήμα της χώρας.
Ο Τζόναθαν απέκλεισε χθες Τετάρτη το ενδεχόμενο να απελευθερώσει τους ισλαμιστές κρατούμενους με αντάλλαγμα τις μαθήτριες, σύμφωνα με τον βρετανό υπουργό αρμόδιο για Αφρικανικά Θέματα Μαρκ Σίμοντς.
Ο επικεφαλής της Μπόκο Χαράμ Αμπουμπακάρ Σεκάου είχε κάνει την πρόταση αυτή στο βίντεο που έδωσε στη δημοσιότητα τη Δευτέρα, στο οποίο εμφανίζονται και κάποια τα κορίτσια που απήχθησαν στις 14 Απριλίου.
Ο Αγιούμπα Τσιμπόκ, θείος μιας από τις μαθήτριες, δήλωσε χθες ότι οι συγγενείς των κοριτσιών είναι «συντετριμμένοι» και αγωνιούν, αν και το βίντεο αυτό «τους έδωσε μια μικρή ελπίδα».
Παρόλα αυτά τάχθηκε κατά της απελευθέρωσης των κρατούμενων μελών της Μπόκο Χαράμ από τις νιγηριανές αρχές, εκτιμώντας οι μαθήτριες θα πρέπει να αφεθούν ελεύθερες «χωρίς όρους».
Σύμφωνα πάντως με τον Σίμοντς, ο Τζόναθαν επιθυμεί να ξεκινήσει πιο ευρείες συζητήσεις με τους ισλαμιστές ώστε να τερματιστεί η εξέγερση.
Με αυτό τον σκοπό και σε μια προσπάθεια να επανακτήσουν οι νιγηριανές αρχές τον έλεγχο του βορειοανατολικού τμήματος της χώρας, η Αμπούτζα κήρυξε πριν ένα χρόνο κατάσταση έκτακτης ανάγκης σε τρεις πολιτείες: την Μπόρνο, τη Γιόμπε και την Ανταμάουα.
Αρχικά η κατάσταση έκτακτης ανάγκης είχε ισχύ για έξι μήνες. Έχει παραταθεί μία φορά και τώρα ο Τζόναθαν ζητεί από το κοινοβούλιο να παραταθεί για ακόμη έξι μήνες.
Πάντως ο κυβερνήτης της πολιτείας Γιόμπε, ο Ιμπραήμ Γκέινταμ έχει ήδη ταχθεί κατά μιας νέας παράτασης, ενώ οι ομόλογοί του της Μπόρνο και της Ανταμάουα, που ανήκουν όπως και εκείνος στην αντιπολίτευση, αναμένεται να συμφωνήσουν μαζί του.
Η αντιπολίτευση εκτιμά ότι η κατάσταση έκτακτης ανάγκης δεν έχει επιτρέψει να μειωθούν τα βίαια επεισόδια από τη Μπόκο Χαράμ, ενώ στερούν από τους κατοίκους την ελευθερία τους.
Ορισμένοι ειδικοί και αναλυτές υποστηρίζουν ο νιγηριανός πρόεδρος θα έπρεπε να ενισχύσει την παρουσία του στρατού στη βορειοανατολική Νιγηρία αντί να παρατείνει την κατάσταση έκτακτης ανάγκης.