«Όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα μιας ρωσικής επιχείρησης» έχει η πρόσφατη δημοσιοποίηση ηλεκτρονικών μηνυμάτων που φέρεται ότι ανήκουν στον Χάντερ Μπάιντεν, τον γιο του Αμερικανού προεδρικού υποψηφίου Τζο Μπάιντεν, όπως αναφέρουν 50 πρώην υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι των υπηρεσιών πληροφοριών σε επιστολή τους που δόθηκε χθες Δευτέρα στη δημοσιότητα.
Η New York Post έκανε την περασμένη εβδομάδα ρεπορτάζ για μια σειρά από ηλεκτρονικά μηνύματα, τα οποία ανέφερε πως πήρε από ένα λάπτοπ που υποτίθεται ότι είχε αφήσει ο Χάντερ Μπάιντεν σ’ ένα κατάστημα για επισκευή, και υποστήριξε ότι ο Τζο Μπάιντεν είχε χρησιμοποιήσει την προηγούμενη θέση του ως αντιπροέδρου για να πλουτίσει τον γιο του.
Άλλοι ειδησεογραφικοί οργανισμοί έχουν αμφισβητήσει την αυθεντικότητα των περιεχομένων του λάπτοπ, τα οποία δόθηκαν στην Post από τον Ρούντι Τζουλιάνι, σύμμαχο και δικηγόρο του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.
Ο Τζουλιάνι είχε παλαιότερα διαδώσει ψευδείς πληροφορίες για μια θεωρία, σύμφωνα με την οποία ο πρώην αντιπρόεδρος είχε ασκήσει πίεση στην Ουκρανία για να απολύσει τον κορυφαίο εισαγγελέα της χώρας ώστε να ωφεληθεί η ουκρανική εταιρεία φυσικού αερίου που απασχολούσε τον Χάντερ Μπάιντεν, όπως υπενθυμίζει το ΑΜΠΕ.
Ο Τζο Μπάιντεν έχει αρνηθεί πως έχει διαπράξει οποιοδήποτε αδίκημα, λέγοντας πως δεν μιλάει στον γιο του για τις δουλειές του τελευταίου.
Στη χθεσινή επιστολή, η οποία δημοσιεύθηκε από το Politico, πρώην αξιωματούχοι των υπηρεσιών πληροφοριών, περιλαμβανομένων μερικών πρώην διευθυντών της CIA, αναφέρουν πως υπάρχουν «παράγοντες που μας κάνουν να υποψιαζόμαστε ρωσική ανάμιξη».
Μια τέτοια ανάμιξη θα ήταν «συνεπής με τους ρωσικούς στόχους» για τη δημιουργία «πολιτικού χάους» στις ΗΠΑ, καθώς και για να «υπονομευθεί η υποψηφιότητα» του Τζο Μπάιντεν και να βοηθηθεί ο Τραμπ, έγραψαν οι πρώην αξιωματούχοι.
«Για τους Ρώσους σ’ αυτό το σημείο, με τον Τραμπ να είναι πεσμένος στις δημοσκοπήσεις, η Μόσχα έχει κίνητρο για να κάνει ό,τι μπορεί», συνέχισαν.
«Θέλουμε να υπογραμμίσουμε πως δεν γνωρίζουμε αν τα emails … είναι αυθεντικά ή όχι και πως δεν έχουμε στοιχεία για ρωσική ανάμιξη — απλώς η εμπειρία μας, μας καθιστά βαθιά καχύποπτους ότι η ρωσική κυβέρνηση διαδραματίζει σημαντικό ρόλο σ’ αυτή την υπόθεση», αναφέρουν.
Στους υπογράφοντες την επιστολή περιλαμβάνονται οι πρώην διευθυντές της CIA Λίον Πανέτα, Τζον Μπρέναν και Μάικ Χέιντεν, καθώς και οι πρώην ασκήσαντες χρέη διευθυντή της εν λόγω υπηρεσίας πληροφοριών Τζον Μακλάφλιν και Μάικλ Μορέλ και ο πρώην διευθυντής των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών Τζιμ Κλάπερ.
Όταν η Post δημοσίευσε για πρώτη φορά το θέμα την περασμένη εβδομάδα, το Twitter εμπόδισε τους χρήστες να το μοιραστούν εν μέσω ανησυχιών ότι μπορεί να συνδέεται με μια εκστρατεία παραπληροφόρησης λίγες εβδομάδες πριν από τις προεδρικές εκλογές, ενώ το Facebook ανακοίνωσε ότι θα μειώσει τη διανομή του άρθρου για όσο διάστημα θα χρειαστούν οι αρμόδιοι για να ελέγξουν κατά πόσον αληθεύει.
Ο Τραμπ, μαζί με εξέχοντες συντηρητικούς, επιτέθηκε στο Twitter για την κίνησή του αυτή, κατηγορώντας την εταιρεία ότι προσπαθεί να προστατεύσει τον προεδρικό υποψήφιο των Δημοκρατικών.
Το Twitter φάνηκε αργότερα να αποσαφηνίζει την πολιτική του λέγοντας ότι δεν θα μπλοκάρει πλέον υλικό που προέρχεται από υποκλοπή (χάκινγκ), εκτός αν δημοσιοποιείται απ’ ευθείας από τον χάκερ, σύμφωνα με την Βιτζάγια Γκάντε, επικεφαλής του Twitter για νομικά ζητήματα και ζητήματα ασφάλειας.
Η Γκάντε δήλωσε επίσης πως η εταιρεία θα επισυνάπτει πλέον περιεχόμενο στα μηνύματα, αντί να μπλοκάρει την κοινοποίηση συνδέσμων.
Η εξωτερική ανάμιξη στις εκλογές είναι ένα ζήτημα που συζητείται στην Ουάσινγκτον ενόψει των εκλογών του Νοεμβρίου.
Νωρίτερα αυτόν τον μήνα, ο σύμβουλος εθνικής ασφαλείας των ΗΠΑ Ρόμπερτ Ο’Μπράιεν είχε δηλώσει πως έχει λάβει τη διαβεβαίωση από τη Ρωσία ότι δεν θα αναμιχθεί στις επικείμενες εκλογές, αφού ο διευθυντής του Εθνικού Κέντρου Αντικατασκοπείας και Ασφάλειας Μπιλ Εβανίνα δήλωσε τον Αύγουστο πως η Μόσχα λαμβάνει μια σειρά από μέτρα «κυρίως για να δυσφημήσει τον πρώην αντιπρόεδρο Μπάιντεν».
Η κοινότητα των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών εκτιμά ότι η Ρωσία είχε αναμιχθεί στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2016 υπέρ του Τραμπ και έκθεση της Επιτροπής Υπηρεσιών Πληροφοριών της Γερουσίας, που δόθηκε στη δημοσιότητα τον περασμένο μήνα, καταλήγει στο ίδιο συμπέρασμα.