Τον μικρότερο αριθμό θανάτων που έχουν καταγραφεί σε περιστατικά με κορονοϊό από τότε που ξεκίνησε το γενικό lockdown, ανακοίνωσε ο υπουργός Υγείας Ματ Χάνκοκ στην καθημερινή ενημέρωση της κυβέρνησης για την πανδημία στη Βρετανία, δίνοντας εμμέσως μία απάντηση σε όσους ισχυρίζονται ότι η κυβέρνηση προχώρησε πολύ νωρίς στην χαλάρωση των περιορισμών του lockdown.
Το ΑΠΕ – ΜΠΕ αναφέρει με τα δεδομένα του υπουργείου Υγείας, ο αριθμός των θανάτων την τελευταία μέρα φτάνει τους 111.
Το τελευταίο 24ωρο πραγματοποιήθηκαν 128.437 διαγνωστικά τεστ, εκ των οποίων 1.570 ήταν θετικά – που και πάλι είναι ο μικρότερος αριθμός που έχει καταγραφεί από τις 25 Μαρτίου.
Σύμφωνα με τον υπουργό Υγείας, η δυνατότητα διεξαγωγής εξέτασης για τον κορονοϊό σε ημερήσια βάση έχει ξεπεράσει τις 200.000, υπογραμμίζοντας ότι αυτό επιτρέπει στον καθένα να μπορεί εξεταστεί για τον ιό.
Οι εισαγωγές ασθενών με συμπτώματα κορονοϊού σε νοσοκομεία μειώθηκαν – σε σύγκριση με την προηγούμενη εβδομάδα – κατά περισσότερες από 100 (από 595 σε 479) και οι ασθενείς που χρειάζονται αναπνευστική υποστήριξη υπολογίζονται στο 9% από 12% την προηγούμενη εβδομάδα.
«Νομίζω ότι τα δεδομένα αυτά δείχνουν ότι το σχέδιο δράσης λειτουργεί. Τα δεδομένα δείχνουν ότι κερδίζουμε τον αγώνα κατά του κορονοϊού» είπε και τόνισε ότι οι αλλαγές που ξεκίνησαν σήμερα έχουν ληφθεί με μεγάλη προσοχή και ασφάλεια και ότι η πανδημία δεν έχει νικηθεί ακόμη, για αυτό όλοι θα πρέπει να συνεχίσουν να αναλαμβάνουν την ευθύνη τους.
Ζητήθηκε από τον Ματ Χάνκοκ να αναφέρει αριθμούς και ποσοστά για την λειτουργία του νέου συστήματος εξέτασης και ιχνηλάτησης, που λειτουργεί από την Πέμπτη, αλλά όπως είπε δεν υπάρχουν ακόμη αυτά τα δεδομένα, καθώς το σύστημα αυτό βρίσκεται στην αρχή της εφαρμογής του.
Τόνισε, πάντως ότι ο αριθμός των νέων περιστατικών που βρέθηκαν θετικά στον ιό και ανακοινώθηκε σήμερα (1.570) είναι ο μικρότερος που έχει καταγραφεί και πολύ μικρότερος από αυτόν που υπολογιζόταν όταν σχεδιάστηκε το σύστημα. Δεδομένου ότι εργάζονται περίπου 7.500 κλινικοί γιατροί στο σύστημα, εκτιμάται ότι η αντιστοιχία είναι περίπου έξι κλινικοί γιατροί για κάθε νέο περιστατικό, ενώ και οι επαφές με άλλους ανθρώπους που είχε κάθε νέο περιστατικό είναι λιγότερες από το αναμενόμενο. «Έχουμε μεγαλύτερη δυνατότητα από αυτήν που χρειαζόμαστε και αυτό είναι καλό» είπε.