Η Ινδία διόρισε στον ΟΗΕ την διπλωμάτισσα, η σύλληψη της οποίας την Πέμπτη στη Νέα Υόρκη εξελίχθηκε σε διπλωματικό επεισόδιο ανάμεσα στην Ινδία και τις ΗΠΑ, προκειμένου να της παράσχει πλήρη διπλωματική ασυλία, όπως μετέδωσαν σήμερα ινδικά μέσα ενημέρωσης.
Η σύλληψη στις 12 Δεκεμβρίου της ινδής αναπληρώτριας γενικής προξένου στη Νέα Υόρκη Ντεβιάνι Χομπραγκάντε τη στιγμή που άφηνε τα παιδιά της στο σχολείο και η κράτησή της επί 48 ώρες στη διάρκεια των οποίων υποβλήθηκε σε σωματικό έλεγχο προκάλεσε την οργή της ινδικής κυβέρνησης η οποία έλαβε αντίμετρα σε βάρος αμερικανών διπλωματών στην Ινδία.
«Για να διασφαλιστεί η διπλωματική ασυλία της Ντεβιάνι, η Ινδία την μετέφερε στην μόνιμη αποστολή (της Ινδίας) στον ΟΗΕ», αναφέρει η εφημερίδα Times of India και άλλα μέσα ενημέρωσης της χώρας.
Προς το παρόν την είδηση δεν έχει σχολιάσει το ινδικό υπουργείο Εξωτερικών.
Λίγο νωρίτερα σήμερα ο ινδός υπουργός Εξωτερικών Σαλμάν Χουρσίντ είχε δηλώσει στο κοινοβούλιο: «Είναι καθήκον μου να επιστρέψει η γυναίκα αυτή σπίτι της. Πρέπει να αποκαταστήσουμε την τιμή της, κάτι που θα κάνω με
οποιοδήποτε κόστος».
«Ανησυχία μας, συμφέρον μας και απόφασή μας είναι να μπορέσουμε να επέμβουμε αποτελεσματικά και κυρίως να καταφέρουμε να διασφαλίσουμε ότι θα διατηρηθεί η αξιοπρέπεια της αξιωματούχου μας», πρόσθεσε ο Χουρσίντ.
Η 39χρονη Ντεβιάνι Χομπραγκάντε συνελήφθη την Πέμπτη από αστυνομικούς που την περίμεναν έξω από το σχολείο της κόρης της. Της πέρασαν χειροπέδες και την κράτησαν για αρκετές ώρες, προτού να την αφήσουν ελεύθερη με εγγύηση.
Τα ινδικά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν ότι η Χομπραγκάντε κατηγορείται ότι είπε ψέματα στις αμερικανικές αρχές στο έγγραφο με το οποίο ζητούσε να χορηγηθεί βίζα στην ινδή οικιακή βοηθό της, ενώ φέρεται να την πλήρωνε λιγότερα χρήματα από τη θεσμοθετημένη ελάχιστη αμοιβή.
Η ινδή διπλωμάτισσα περιέγραψε σε μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου το οποίο έστειλε σε συναδέλφους της ότι ξέσπασε σε κλάματα όταν της πέρασαν χειροπέδες και όταν υπέστη σωματικό έλεγχο, ενώ πρόσθεσε ότι μάταια επικαλείτο τη διπλωματική της ασυλία στους αμερικανούς αστυνομικούς για να σταματήσουν τη σωματική έρευνα.